Βγήκε κατόπιν από εκεί ο Ιησούς και αναχώρησε στα μέρη της Τύρου και της Σιδώνας.
22 Εμφανίστηκε τότε μια Χαναναία γυναίκα, που βγήκε από την περιοχή εκείνη, και είπε κραυγάζοντας: «Ελέησέ με, Κύριε, Γιε του Δαβίδ. Η θυγατέρα μου δαιμονίζεται άσχημα».
23 Εκείνος όμως δεν της αποκρίθηκε ούτε λέξη. Τον πλησίασαν τότε οι μαθητές του και τον παρακαλούσαν λέγοντας: «Απομάκρυνέ την, γιατί μας ακολουθεί φωνάζοντας».
24 Κι εκείνος αποκρίθηκε: «Δε στάλθηκα, παρά μονάχα για τα χαμένα πρόβατα του λαού Ισραήλ».
25 Εκείνη όμως ήρθε και τον προσκυνούσε λέγοντας: «Κύριε, βοήθα με».
26 Αλλ’ εκείνος της αποκρίθηκε: «Δεν είναι σωστό να πάρει κανείς το ψωμί των παιδιών του και να το πετάξει στα σκυλιά».
27 Τότε εκείνη του είπε: «Ναι, Κύριε, αλλά και τα σκυλιά θρέφονται από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των αφεντικών τους».
28 Τότε ο Ιησούς της αποκρίθηκε: «Γυναίκα, μεγάλη είναι η πίστη σου! Να γίνει αυτό που θέλεις». Και γιατρεύτηκε η κόρη της την ώρα εκείνη.
(Ματθαίος 15:21-28)
Η προσευχή είναι μια από τις ευκολότερες πράξεις του χριστιανού: κλείνεις τα μάτια σου και απευθύνεσαι προς τον Θεό, προσευχόμενος. Η προσευχή όμως συχνά παρουσιάζει προβλήματα: πού το ξέρεις ότι ο Θεός σε ακούει; Τι γίνεται όταν ο Θεός δεν σου δίνει αυτό που ζητάς; Είμαι αμαρτωλός: πώς μπορώ να προσευχηθώ στον Θεό;
Η περικοπή μας (Ματθαίος 15:21-28) δίνει απαντήσεις σε πολλές απ’ αυτές τις απορίες. Στην περικοπή διαβάζουμε ότι μια Χαναναία πήγε στον Χριστό και τον παρακάλεσε («προσευχήθηκε») να γιατρέψει την κόρη της που ήταν βαριά άρρωστη. Ο Χριστός τελικά θεράπευσε την κόρη της, προτού όμως το κάνει αυτό της δημιούργησε κάποιες δυσκολίες.
Πρώτα απ’ όλα την αγνόησε, αν κι εκείνη επέμενε στα αίτημα της. Μάλιστα επέμενε τόσο ώστε πολύ μαθητές του Χριστού του είπαν να τη διώξει. Στη συνέχεια της είπε ότι ήρθε μόνο για τους Ισραηλίτες. Και στο τέλος της είπε ότι, «δεν είναι σωστό να πάρει κανείς το ψωμί των παιδιών και να το πετάξει στα σκυλιά», υπονοώντας αυτήν! Στο τέλος όμως απάντησε στην προσευχή της, γιατρεύοντας την κόρη της. Γιατί όμως έφερε αυτές τις δυσκολίες;
Για να απαντήσουμε σ’ αυτή την ερώτηση πρέπει να έχουμε υπόψη ότι, όταν έχουμε ένα μεγάλο πρόβλημα για το οποίον προσευχόμαστε, το πρόβλημα αυτό απασχολεί όλες τις σκέψεις μας. Δεν μπορούμε να σκεφθούμε για τίποτε άλλο. Ο Θεός όμως σκέπτεται πολύ ευρύτερα. Ναι, θέλει να απαντήσει στην προσευχή μας. Επιπλέον όμως θέλει να μας διδάξει και διάφορα μαθήματα. Στην περίπτωση αυτή ήθελε να διδάξει, όχι μόνο την Χαναναία, αλλά και τους μαθητές του, καθώς και όλους που διάβαζαν αυτήν την ιστορία κάποια μαθήματα. Ποιά είναι αυτά;
Προσπαθώντας να καταλάβω γιατί ο Χριστός στην αρχή την αγνόησε, σκέφθηκα πόσο εύκολο είναι να πιάσεις κουβέντα με κάποιον άγνωστο ή ρωτάς κάποιον άλλο πού βρίσκεται μια οδός κ.λπ. Και τις περισσότερες φορές σε απαντούν ευγενικά. Με την ίδια παίρνεις τηλέφωνο και σε κάποιον. Πόσο εύκολο όμως είναι να πιάσεις κουβέντα μ’ ένα βασιλιά, ή ένα πρόεδρο δημοκρατίας; Είναι σχεδόν αδύνατο να τους μιλήσεις. Και αν μάλιστα συνεχίζεις να επιμένεις μπορείς να βρεις τον μπελά σου από την αστυνομία. Ο Θεός όμως είναι απείρως ανώτερος από όλους αυτούς τους άρχοντες. Η Αγία Γραφή τον περιγράφει ως «Κύριον των κυρίων και Βασιλιά των βασιλιάδων» (Αποκάλυψη 17:14), και «Θεό των θεών» (Ψαλμός 136:2). Τί δικαίωμα έχω να Τον πλησιάσω και να Του μιλήσω;
Ο περισσότερος κόσμος ούτε καν σκέπτεται τον Θεό, όταν όλα πάνε καλά. Όταν όμως τους παρουσιαστεί κάποιο πρόβλημα, καταφεύγουν στον Θεό με προσευχή και περιμένουν να τους απαντήσει. Με τι δικαίωμα απευθύνονται σ’ Αυτόν; Ίσως πεις ότι ο Θεός είναι αγάπη, και επομένως αγαπά όλους, ανεξάρτητα από τη ζωή που κάνουν. Ναι, ο Θεός είναι αγάπη. Είναι όμως άγιος και μισεί την αμαρτία. Ο Απόστολος Ιωάννης λέει είχε μια οπτασία του Θεού και η λαμπρότητα του ήταν τόσο τρομακτική που «έπεσε μπροστά στα πόδια του σαν νεκρός» (Αποκάλυψη 1:17). Εγώ, λοιπόν, ο αμαρτωλός, τι δικαίωμα έχω να πλησιάσω τον Θεό; Αυτό που μου αξίζει είναι να με αγνοήσει ο Θεός.
Παρόλη την αδιαφορία που έδειξε ο Χριστός, η γυναίκα επέμενε να γιατρέψει την κόρη της. Στο τέλος της είπε «Έχω αποσταλεί μόνο για τα χαμένα πρόβατα του Ισραήλ». Με άλλα λόγια, σκοπός Του ήταν να περιοριστεί στους Εβραίους, και γι’ αυτό δεν μπορούσε να την βοηθήσει. Γιατί μίλησε έτσι ο Χριστός; Ήταν οι Εβραίοι τόσο καλύτεροι από όλους τους άλλους που μόνο αυτούς θα βοηθούσε; Μήπως ήταν ρατσιστής ο Χριστός; Η απάντηση σ’ αυτές τις ερωτήσεις είναι σπουδαία διότι θα μας δείξει πως μπορούμε να Τον πλησιάζουμε και να ζητήσουμε βοήθεια.
Για να καταλάβουμε τη στάση του Χριστού πρέπει να πάμε σε ένα γεγονός που συνέβηκε τουλάχιστον 2000 χρόνια πριν και για το οποίο διαβάζουμε στη Γένεσης κεφάλαια 20 – 22. Διαβάζουμε την ιστορία του Αβραάμ, που πίστευε στον Θεό. Ο Θεός λοιπόν του είχε υποσχεθεί ότι θα του έδινε ένα γιό, παρ’ όλον ότι η γυναίκα του, η Σάρα, ήταν στείρα. Και πραγματικά ο Θεός τους έδωσε ένα γιό, όταν ο Αβραάμ ήταν 100 ετών και η γυναίκα του 90. Σε τέτοια ηλικία λοιπόν είναι αδύνατο να κάνεις παιδί, αλλά ο Θεός έκανε θαύμα και το παιδί γεννήθηκε. Ήταν όμως τόσο αναπάντεχο, που έκανε την Σάρα να γελάσει. Μάλιστα ονόμασαν το γιο τους «Ισαάκ», που σημαίνει «γέλωτας».
Το παιδί λοιπόν αυτό τους ήταν πολύτιμο. Σε μερικά χρόνια όμως ο Θεός είπε στον Αβραάμ να θυσιάσει το γιό του. Ο Αβραάμ υπάκουσε και ήταν έτοιμος να τον θυσιάσει. Εκείνη τη στιγμή όμως ο Θεός τον σταμάτησε και του είπε, «Εγώ ο Κύριος ορκίζομαι στον εαυτό μου, ότι επειδή έκανες την πράξη αυτή και δε μου αρνήθηκες το μοναχογιό σου, θα σε ευλογήσω με το παραπάνω και θα σου δώσω αναρίθμητους απογόνους σαν τ’ αστέρια του ουρανού και σαν την άμμο που είναι στις ακτές της θάλασσας. Ο απόγονός σου θα κατακτήσει τις πόλεις των εχθρών του. Με τον απόγονό σου θα ευλογηθούν όλα τα έθνη της γης, επειδή υπάκουσες στην εντολή μου» (Γένεση 22:16-18).
Από εκείνη τη στιγμή οι απόγονοι του Αβραάμ, δηλ. οι Εβραίοι, έγιναν ξεχωριστό έθνος, και ο Θεός συχνά τους μιλούσε στέλνοντας προφήτες σαν τον Μωυσή, τον Δαβίδ, τον Ησαΐα και άλλους. Στο τέλος τους έστειλε τον Χριστό, ο οποίος δεν ήταν μόνο προφήτης, αλλά Γιος Του. Αρχικά λοιπόν ο Χριστός ήρθε στους Εβραίους. Γι’ αυτό η απάντηση του Χριστού δεν είχε τίποτε το παράξενο, και γι’ αυτό κανείς δεν αντέδρασε.
Το ζήτημα όμως ήταν πώς μπορούσε ένας που δεν ήταν Εβραίος να πλησιάσει τον Θεό; Η απάντηση βρίσκεται στο βιβλίο της Εξόδου, 12:48. Εκεί διαβάζουμε ότι αν ένας μη Εβραίος ήθελε να θυσιάσει το Πάσχα – τη μεγαλύτερη θυσία των Εβραίων – έπρεπε αυτός και όλα τα αρσενικά μέλη της οικογενείας του να περιτμηθούν, δηλαδή να κάνουν κάτι που ήταν απαραίτητο για τους Εβραίους. Γιατί αυτό; Διότι έτσι ήθελε ο Θεός. Τον Θεό μπορείς να Τον πλησιάσεις μόνο με τον τρόπο που Εκείνος θέλει. Εφόσον λοιπόν αυτή ήταν Χαναναία και όχι Εβραία ο Χριστός δεν θα την βοηθούσε.
΄Ισως όμως σκεφθείς «μα, αυτό τι έχει να κάνει μ’ εμένα; Εγώ δεν είμαι Εβραίος και δεν θέλω να γίνω Εβραίος. Πώς μπορώ να πλησιάσω τον Θεό;» Η απάντηση βρίσκεται στη Γένεση 22:16-18. Εκεί διαβάζουμε ότι ο Θεός υποσχέθηκε στον Αβραάμ, «Με τον απόγονό σου θα ευλογηθούν όλα τα έθνη της γης». Ο Απόστολος Παύλος λοιπόν αναφέρεται σ’ αυτήν την περικοπή στην Επιστολή προς Γαλάτας 3:16. όπου γράφει. «Οι επαγγελίες, λοιπόν, δόθηκαν ως διαθήκη στον Αβραάμ και στον απόγονό του. Η Γραφή δεν λέει και στους απογόνους, όπως θα έκανε αν εννοούσε πολλούς, αλλά μιλάει για έναν: ‘και στον απόγονό σου’. Αυτός ο απόγονος είναι ο Χριστός.»
Όπως λοιπόν στην Παλαιά Διαθήκη τον Θεό μπορούσες να Τον πλησιάσεις μόνο μέσω της περιτομής και της θυσίας, έτσι στην Καινή Διαθήκη πλησιάζουμε τον Θεό μόνο μέσω του Χριστού, διότι ο Χριστός είναι η μόνη πραγματική θυσία. Οι θυσίες των ζώων στην Παλαιά Διαθήκη απλώς απεικόνιζαν τη θυσία του Χριστού. (Βλέπε κεφάλαιο 9 της Επιστολής προς Εβραίους). Το ότι ο Θεός μπορεί να πλησιαστεί μόνο μέσω του Χριστού το επιβεβαιώνει ο Παύλος στο Α΄. Τιμοθέου 2:5 όπου γράφει «Γιατί ένας είναι ο Θεός κι ένας ο μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων, ο άνθρωπος Ιησούς Χριστός.»
Είναι παράξενο πόσο δύσκολο είναι για πολλούς να προσευχηθούν στον Θεό μέσω του Χριστού. Και αυτή η δυσκολία παρουσιάζεται στις ζωές όχι μόνο των άθεων ή των απίστων, αλλά ακόμη και ανθρώπων που διατείνονται ότι είναι χριστιανοί. Πριν μερικούς μήνες η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία διάλεξε ένα νέο Πάπα. Αμέσως, μετά την εκλογή του ο Πάπας παρουσιάστηκε στο παράθυρο του Βατικανού και ευλόγησε τα πλήθη που είχαν μαζευτεί, και μετά προσευχήθηκε. Πώς όμως προσευχήθηκε; Προσευχήθηκε στην Παρθένο Μαρία!! Αγνόησε λοιπόν αυτό που διδάσκει τόσο καθαρά η Καινή Διαθήκη, ότι μόνο μέσω του Χριστού μπορείς να πλησιάσεις τον Θεό. Και ο Πάπας δεν είναι ο μόνος που το κάνει αυτό. Πολλοί διατείνονται ότι όλες οι θρησκείες είναι το ίδιο και επομένως μπορείς να πλησιάσεις τον Θεό μέσω οποιασδήποτε θρησκείας θέλεις. ΄Αλλοι πάλι προσπαθούν να πλησιάσουν το Θεό μέσω της Παρθένου Μαρίας ή των αγίων. Αλλά ο Θεός δεν πλησιάζεται έτσι. Μόνο μέσω του Χριστού μπορείς να Τον πλησιάσεις.
Όταν λοιπόν ο Χριστός είπε στην Χαναναία ότι ήρθε μόνο για τους Εβραίους της είπε την αλήθεια, διότι ακόμα δεν είχε σταυρωθεί. Φαίνεται όμως ότι αυτή η γυναίκα είχε καταλάβει κάτι διότι τον ονόμαζε «Κύριε, Υιέ του Δαβίδ». Η λέξη «Κύριος» (στα Εβραϊκά «Ιεχωβά») ήταν το όνομα με το οποίον οι Εβραίοι αναφερόταν στον Θεό. Και ονομάζοντάς τον «Υιό του Δαβίδ», αναγνώριζε την βασιλική του καταγωγή. Άρα είχε καταλάβει κάτι από τη θρησκεία των Εβραίων, και γι’ αυτό δεν διαμαρτυρήθηκε όταν ο Χριστός της είπε ότι είχε έρθει μόνο για τους Εβραίους.
Παρ’ όλον τούτο ο Χριστός τής έφερε ακόμη μια δυσκολία. Της είπε: «δεν είναι σωστό να πάρει κανείς το ψωμί των παιδιών και να το πετάξει στα σκυλιά». Γιατί το είπε αυτό ο Χριστός;
Για να απαντήσουμε σ’ αυτήν την ερώτηση πρέπει να έχουμε υπόψη ότι ο Χριστός δεν την ονόμασε «σκυλί». Το αρχαίο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιεί τη λέξη «κυνάρια», δηλαδή «σκυλάκια» που πολλοί έχουν στα σπίτια τους ακόμα και σήμερα. Χρησιμοποιώντας λοιπόν τη λέξη αυτή ο Χριστός δεν την πρόσβαλε. Της έδειξε όμως ότι ήταν κατώτερη από τα παιδιά του σπιτιού, διότι όσο κι αν αγαπά κανείς το σκυλάκι του, θα αγαπά τα παιδιά του πολύ περισσότερο.
΄Ηταν τότε που η γυναίκα αυτή έδωσε την περίφημη απάντηση: «αλλά και τα σκυλιά (κυνάρια) τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους». ΄Οταν άκουσε ο Χριστός αυτήν την απάντηση είπε: «Μεγάλη είναι η πίστη σου, γυναίκα! Ας γίνει όπως το θέλεις», και η κόρη της γιατρεύτηκε.
Είναι δυνατόν να νομίσουμε την απάντηση αυτής της γυναίκας ως πολύ έξυπνη και να θαυμάσουμε την ετοιμολογία της, και να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι αυτή νίκησε στην λογομαχία που είχε με τον Χριστό. Στην πραγματικότητα όμως η απάντηση αυτή πήγε πολύ πιο βαθειά.
΄Οπως ήδη είπαμε, μπορούμε να πλησιάσουμε το Θεό μόνο μέσω του Χριστού. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι αρκετό να τελειώνουμε κάθε προσευχή με τα λόγια «αυτό το ζητούμε στο όνομα του Χριστού». Προσευχή μέσω του Χριστού πηγαίνει πολύ πιο βαθειά από την επανάληψη των λέξεων «στο όνομα του Χριστού». Για να επικαλεσθείς την βοήθεια του Χριστού πρέπει να έχεις στενή σχέση μαζί Του. Και η μόνη σχέση που μπορείς να έχεις μαζί Του είναι να Τον δεχθείς ως σωτήρα σου. Με άλλα λόγια πρέπει να παραδεχθείς ότι είσαι αμαρτωλός, και ότι δεν έχεις κανένα δικαίωμα να Τον πλησιάσεις. Μπορείς όμως να Τον πλησιάσεις όχι διότι έχεις κάποια αξία, αλλά επειδή Εκείνος πλήρωσε για τια αμαρτίες σου πεθαίνοντας στο σταυρό.
Όταν λοιπόν αυτή η γυναίκα παραδέχθηκε ότι ήταν «κυνάριο» και όχι παιδί, παραδέχθηκε ότι δεν της άξιζε να την βοηθήσει ο Χριστός, επειδή ήταν αμαρτωλή. Όταν ο Χριστός λοιπόν επαίνεσε την απάντηση της δεν το έκανε για την εξυπνάδα της, αλλά για την πίστη της. Αυτή η γυναίκα πίστευε ότι δεν είχε κανένα δικαίωμα να πλησιάσει τον Χριστό, αλλά πίστευε ότι ο Χριστός μπορούσε να την βοηθήσει λόγω της αγάπης του. Αυτό δεν σημαίνει ότι η γυναίκα αυτή είχε καταλάβει όλη τη σημασία της σταύρωσης του Χριστού, ιδίως καθώς ο Χριστός ακόμα δεν είχε σταυρωθεί. Είχε όμως καταλάβει αρκετά, και γι αυτό μίλησε έτσι.
Θέλεις λοιπόν ο Θεός να ακούσει τις προσευχές σου; Παραδέξου ότι είσαι αμαρτωλός και ότι ο Χριστός πέθανε για τια αμαρτίες σου, και πλησίασε Τον, όχι διότι έχεις το δικαίωμα να Τον πλησιάσεις, αλλά μόνο για το έργο που έκανε ο Χριστός.
Αν Τον πλησιάσεις έτσι, μπορείς να είσαι σίγουρος ότι θα ακούσει την προσευχή σου. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα σου δώσει αυτό που του ζητάς. Μη ξεχνάς ότι στην προσευχή που μας δίδαξε ο Χριστός λέμε «γενηθήτω το θέλημα σου ως εν ουρανώ και επί της γης». Αλλά ακόμη και αν το θέλημα Του είναι το αντίθετο με το αίτημα σου, μπορείς να έχεις την βεβαιότητα ότι ο Θεός άκουσε την προσευχή σου και απάντησε σύμφωνα με το θέλημα Του, το οποίον είναι πάντοτε για τη δόξα Του, και για το καλό σου.