Εννέα αλήθειες

Γράφει η Ροζαλί Χαρ. Παπαδοπούλου, Καθηγήτρια Αγγλικής Φιλολογίας

 

  1. Ο Ιησούς Χριστός, όπως παρουσιάζεται στα γραπτά της Καινής Διαθήκης, είναι πολύ σπουδαίος και μοναδικός για να μπορούσε να είχε εφευρεθεί, με ακριβώς τον ίδιο τρόπο, από όλους τους συγγραφείς της. Η δύναμη του Ιησού απελευθερώνεται μέσα από τα γραπτά της Κ.Δ. και δεν είναι τα γραπτά αυτά που δημιούργησαν τη δύναμή Του. Ο Ιησούς είναι πολύ πιο μεγάλος και πιο συναρπαστικός απ’ αυτά που είδαν οι μάρτυρες Του. Η πραγματικότητα Του στέκεται πίσω από αυτά τα γραπτά, όπως ένα μεγάλο παγκόσμιο γεγονός στέκεται πίσω από τους παρουσιαστές των ειδήσεων. Κάτι πραγματικά θαυμαστό παρακίνησε τόσους ανθρώπους να παρουσιάσουν αυτές τις εκπληκτικές και ποικίλες ιστορίες του Ιησού Χριστού, που έχουν  ενότητα μεταξύ τους.

  2. Κανένας ποτέ δεν έδωσε κάποια εξήγηση για τον άδειο τάφο του Ιησού, στο εχθρικό περιβάλλον της Ιερουσαλήμ, όπου οι εχθροί Του θα έκαναν τα πάντα να παρουσιάσουν το νεκρό σώμα Του, κάτι που δεν έκαναν. Οι προσπάθειες τους να καλυφθεί το «σκάνδαλο» της ανάστασης ήταν αντίθετες με κάθε ανθρώπινη εμπειρία- οι μαθητές του Ιησού δεν ήταν  δυνατό να κλέψουν το σώμα Του (Ματθ. 28:13).  Και πώς θα ήταν πρόθυμοι να θυσιάσουν τις ζωές τους για να κηρύξουν το ευαγγέλιο, στηριζόμενοι σε μια απάτη! Οι θεωρίες που υποστηρίζουν ότι ο Ιησούς δεν πέθανε αλλά λιποθύμησε και μετά ξύπνησε μέσα στον τάφο, μετακίνησε την πέτρα και έτσι έκανε  τους μαθητές του να πιστέψουν ότι αναστήθηκε ως ο Κύριος του σύμπαντος, δεν πείθουν.

  3. Πολλοί ήταν οι κυνικοί αντίπαλοι του Χριστιανισμού, που δεν δέχονταν τους ισχυρισμούς ότι υπήρχαν πολλοί  αυτόπτες μάρτυρες που μπορούσαν να μιλήσουν για την ανάσταση του Χριστού από τους νεκρούς. «Ύστερα από αυτά, φάνηκε σε 500 και περισσότερους αδελφούς, μονομιάς, από τους οποίους οι περισσότεροι παραμένουν στη ζωή μέχρι τώρα, μερικοί όμως και κοιμήθηκαν» (Α’ Κορινθίους 15:6). Κανένας δεν  ξεσκέπασε ως ένα ψέμα τους ισχυρισμούς αυτούς. Οι αυτόπτες μάρτυρες της  ανάστασης συνέχισαν να πολλαπλασιάζονται.

  4. Η πρώτη εκκλησία αποτέλεσε μια άκαμπτη δύναμη πίστης, αγάπης και θυσίας όσον αφορά την πραγματικότητα του προσώπου του Ιησού Χριστού. Ο χαρακτήρας της εκκλησίας, η φύση του ευαγγελίου της χάρης και συγχώρησης, και το θάρρος των ανδρών και γυναικών- ακόμη και μπροστά στο θάνατο- δεν εναρμονίζονται με την υπόθεση της «μαζικής υστερίας». Κάτι τελείως πραγματικό και θαυμαστό είχε συμβεί στον κόσμο και αυτοί ήταν τόσο κοντά στο γεγονός αυτό. ΄Ηταν βέβαιοι και ένιωθαν τη δύναμή του. Αυτό το κάτι ήταν ο Ιησούς Χριστός, όπως όλοι αυτοί οι άνθρωποι επιβεβαίωσαν, ακόμα και όταν πέθαιναν δοξολογώντας Τον.

  5. Οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης βρίσκουν την τέλεια εκπλήρωσή τους στην ιστορία του Ιησού Χριστού. Οι μαρτυρίες αυτών των εκπληρώσεων είναι τόσες πολλές, διαφορετικές και συνυφασμένες με την ιστορία της εκκλησίας της Καινής Διαθήκης και στα γραπτά της, ώστε θα ήταν αδύνατον να εφευρεθούν από κάποια μεγάλη συνομωσία. Ο Ιησούς Χριστός εκπλήρωσε πολλές προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης και αυτό αποδεικνύει την αλήθεια Του.

  6. Οι μάρτυρες της ζωής του Χριστού, που έγραψαν  την Καινή Διαθήκη, τα ευαγγέλια  και τις επιστολές, δεν είναι ούτε παράφρονες ούτε απατεώνες. Αυτό προκύπτει από τα ίδια τα γραπτά. Τα βιβλία αυτά φέρουν τα σημάδια της νοημοσύνης, της λογικής και της ωριμότητας αλλά και της ηθικής.  Αυτοί οι μάρτυρες κερδίζουν την εμπιστοσύνη μας, ιδιαίτερα όταν τα γραπτά τους μελετώνται ενιαία ως ένα, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του καθενός για να εκθέσουν το μήνυμα του Ιησού.

7.  Η κοσμοθεωρία, όπως αυτή προκύπτει από τα γραπτά της Καινής Διαθήκης, απεικονίζει την πραγματικότητα περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη κοσμοθεωρία. Δεν περιγράφει μόνο την ανθρώπινη φύση, αλλά όλον τον κόσμο, την ιστορία, ακόμα και τη φύση εν μέρει του Θεού όπως Αυτός αποκαλύπτεται στη φύση και στη συνείδηση. Μερικοί μπορεί να καταλήξουν σ’ αυτό το συμπέρασμα, μετά από πολύ στοχασμό, άλλοι πάλι θα φτάσουν στο σημείο να πειστούν μέσω της διαίσθησής τους για την βαθιά καταλληλότητα του Χριστού και του μηνύματός Του για τον κόσμο τον οποίο γνωρίζουν.

8.  Όταν κάποιος βλέπει τον Ιησού Χριστό όπως Αυτός σκιαγραφείται αληθινά στα ευαγγέλια, τότε λαμποκοπά ένα πνευματικό φως το οποίο είναι αληθινό, αυθεντικό. Αυτό  είναι το φως της γνώσεως της δόξης του Θεού (Β΄ Κορινθ. 4:6) και είναι άμεσα διακριτό από μια πνευματικά αναγεννημένη καρδιά, όπως διακριτό είναι και το φυσικό φως από ένα ανοικτό μάτι. Το μάτι δεν επιχειρηματολογεί σχετικά με το αν υπάρχει φως. Βλέπει το φως, το μάτι.

9.  Όταν βλέπουμε και πιστεύουμε στη δόξα του Θεού, στο ευαγγέλιο, το Άγιο Πνεύμα μας γεμίζει ώστε η αγάπη του Θεού να ξεχειλίσει τις καρδιάς μας (Ρωμαίους 5:5). Αυτή η εμπειρία της αγάπης του Θεού, που έγινε γνωστή σε μας, μέσω των ευαγγελίων και του Χριστού. που πέθανε για μας όταν ακόμη ήμασταν «ασεβείς» άθεοι, μας διαβεβαιώνει ότι η ελπίδα που γεννιέται στην καρδιά μας, μέσω όλων των αποδείξεων, που έχουν δει, δεν θα μας απογοητεύσει.

 


Comments are closed.