Κάποια αδελφή ανάμεσα μας μου έλεγε πριν λίγες μέρες πως βρισκόταν μαζί με άλλους συγγενείς κοντά σε κάποιο που είχε φτάσει στο τέλος του ταξιδιού του εδώ στη γη. Ξαφνικά, ενώ αυτή προσευχόταν, το πνεύμα του ανθρώπου αυτού άφησε το σώμα του. Αυτό θα συμβεί σε όλους μας, αργά ή γρήγορα, κανένας από εμάς δεν θα αποφύγει την εμπειρία αυτή, εκτός από εκείνους που θα ζουν ακόμα όταν ο Κύριος ο Ιησούς Χριστός επιστρέψει. Είμαστε εδώ και κατοικούμε σε αυτά τα θνητά σώματα για λίγο και στη συνέχεια έρχεται η ώρα να φύγουμε, όχι σε ανυπαρξία, αλλά σε μια άλλη νέα ύπαρξη. Ο πρώην πρόεδρος της χώρας μας επίσης πέθανε την άλλη μέρα, ήταν ένας προεξέχων άνθρωπος, αλλά πέθανε, βλέπετε δεν υπάρχει καμία εξαίρεση. Η ερώτηση είναι πού πάνε τα πνεύματα των νεκρών; Αυτό που μας λέγει ο λόγος του Θεού, είναι πως δεν πηγαίνουν όλα στο ίδιο μέρος. Αυτό που μας λέει είναι πως εκείνοι που ανήκουν στο Θεό πηγαίνουν σε ένα διαφορετικό πνευματικό μέρος από εκείνους που δεν ανήκουν. Εκείνοι που ανήκουν στον Χριστό πάνε κοντά του, οι άλλοι όχι. Η Αγία Γραφή μας μιλά για τον Άδη, πηγαίνουν εκεί. Είναι δύσκολο να κατανοηθεί ή να περιγραφεί ο Άδης, επειδή δεν πρόκειται περί μιας γεωγραφικής τοποθεσίας, αλλά για μια ισχυρή πνευματική οντότητα (Αποκ. 20.14), που κρατά σε φυλακή μετά θάνατον, τα πνεύματα εκείνων που εν ζωή απείθησαν στον Θεό (Α. Πέτρου 3/ 19,20). Το Πνεύμα του Κυρίου μας κατέβηκε εκεί για λίγο χρονικό διάστημα μετά από το σωματικό του θάνατο στον Σταυρό, όχι γιατί ο ίδιος ήταν απειθής, αλλά εξαιτίας των δικών μας αμαρτιών. Για δική μας κατανόηση, ο Άδης περιγράφεται σαν ένα επίπεδο κάτω από την γη, έτσι ώστε το πνεύμα αυτών που πεθαίνουν χωρίς Χριστό να θεωρείται ως να κατεβαίνει κάτω, ενώ το πνεύμα αυτών που είναι δικοί του, ως να αναβαίνει πάνω. Αυτό που πρέπει να καταλαβαίνουμε είναι ότι το πνεύμα που πηγαίνει κάτω δεν πηγαίνει στο εσωτερικό της γης, ούτε σημαίνει ότι το πνεύμα αυτών που πιστεύουν και πάνε στον Χριστό, ανεβαίνει στον φυσικό ουρανό πέρα από τα αστέρια. Πολλοί άνθρωποι έχουν την ιδέα ότι επάνω και κάτω στη Βίβλο είναι γεωγραφικές τοποθεσίες, αλλά δεν είναι. Τα πάνω-κάτω μέρη πρέπει να θεωρούνται ως επίπεδα πνευματικής ζωής, ή πνευματικές καταστάσεις και όχι ως γεωγραφικές τοποθεσίες. Υπάρχουν διαφορετικά πνευματικά επίπεδα ζωής, όπως αυτό που ονομάζεται “πάνω” και που αντιπροσωπεύει τη ζωή του Θεού, αυτό δε που ονομάζεται “κάτω”, είναι αυτό που περιγράφει την ανθρώπινη ζωή όπως την ξέρουμε που είναι εμβολιασμένη με την αμαρτία. Ο Παύλος μάς λέει επίσης για κάποιο άλλο πνευματικό επίπεδο, που ονομάζεται “τα κατώτερα μέρη της γης», δηλαδή κάτω από την επιφάνεια της γης. Ο Ουρανός, είναι απείρως μεγάλος και ευρύς, κατά άνθρωπο, το ύψος του και το βάθος του και το πλάτος του και το μήκος του είναι ανεξερεύνητα, δημιουργήθηκε δε από τον Θεό, για να είναι σκιά και εικόνα της άπειρης και απεριόριστης αγνής ζωής του Θεού. Η γη, είναι ένα περιορισμένο μέρος και είναι εξαρτώμενη από τον ουρανό για την διατήρηση της, αντιπροσωπεύει δε την ανθρώπινη ζωή που είναι περιορισμένη και εξαρτώμενη από τον Θεό. Ο Άδης, ή τα κατώτερα μέρη της γης, είναι ένα εντελώς άγονο, σκοτεινό, κατάξηρο πνευματικό μέρος, χωρίς φως ή ίχνος ζωής, που ο Ιησούς ονόμασε, “το σκοτάδι το εξώτερο”. Το επίπεδο αυτό, αντιπροσωπεύει τη φυλακή των νεκρών πνευμάτων των ανθρώπων που απειθούν στον Θεό και που κατεβαίνουν εκεί μετά τον φυσικό θάνατο. Το πνεύμα/ψυχή μετά το σωματικό θάνατο, είτε αναβαθμίζεται είτε υποβαθμίζεται, εισέρχεται σε ευρυχωρία ή στενοχωρία, σε χαρά ή κλαυθμό και τριγμό των δοντιών, απελευθερώνεται ή φυλακίζεται. Στον κόσμο των πνευμάτων δεν υπάρχουν γεωγραφικές τοποθεσίες, αλλά πνευματικές οντότητες που επιφέρουν πνευματικές καταστάσεις.
Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ότι όλα τα ορατά πράγματα είναι κυρίως εικόνες και φανερώσεις ενός τεράστιου ανεξερεύνητου πνευματικού αόρατου κόσμου. Ο Ιησούς είπε «εσείς είστε εκ των κάτω, εγώ είμαι εκ των άνω” (Ιωάν.8.20), «και κανένας άνθρωπος δεν ανέβηκε στους ουρανούς, αλλά αυτός που κατέβηκε από τον ουρανό, ο Υιός του ανθρώπου που είναι στον ουρανό» (Ιωάν. 3.13). Τι σήμαινε αυτό που είπε ο Ιησούς; Είναι προφανές ότι δεν ήρθε από έναν άλλο πλανήτη. Αυτό που ήθελε να πει είναι πως καταγόταν από ένα υψηλότερο πνευματικό επίπεδο ζωής, για το οποίο αυτοί που ήταν από τον κόσμο (εκ των κάτω) δεν είχαν καμία ιδέα. Ο Ιησούς ήρθε από τον Θεό, που είναι το υψηλότερο επίπεδο της πνευματικής ζωής. Διαβάζουμε επίσης πως ο Χριστός μετά το σωματικό θάνατο στον Σταυρό, ενώ το σώμα του βρισκόταν στον τάφο, κατέβηκε στα κατώτερα μέρη της γης, “Και το, ανέβηκε, τι είναι, παρά ότι και κατέβηκε πρώτα στα κατώτερα μέρη τής γης; Αυτός που κατέβηκε, αυτός είναι που και ανέβηκε πιο πάνω από όλους τούς ουρανούς, για να πληρώσει τα πάντα. (Εφ. 4.8-10). Ανέβηκε ψηλά, πού; Πού είναι το «πάνω από όλους τους ουρανούς»; Κατέβηκε στο χαμηλότερο μέρος της γης, πού; Μήπως κατέβηκε στον πυρήνα της γης; Μήπως ανέβηκε μετά πέρα από τα αστέρια; Αυτό είναι που εννοούσε ο Παύλος; Όχι, αυτό που εννοούσε είναι ότι ο Ιησούς κατέβηκε στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο πνευματικής ύπαρξης, κενό από κάθε ίχνος ζωής, πριν ανεβεί στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο πνευματικής ζωής. Πρώτα κατέβηκε στο μέρος όπου βρίσκονται τα φυλακισμένα νεκρά πνεύματα αυτών που απείθησαν, γευόμενος ο ίδιος αυτή την πνευματική κατάσταση, πριν ανεβεί στα υψηλότερα επίπεδα της πνευματικής ζωής, στα επουράνια, στα δεξιά του Πατέρα του. Η εξήγηση, πως ενώ ευρισκόταν κάτω κήρυξε το Ευαγγέλιο στα πνεύματα των νεκρών, δίνοντάς τους μια δεύτερη ευκαιρία, (Α’ Πέτρου 3.19), είναι παρερμηνεία και δεν συνάδει με άλλες αναφορές στο λόγο του Θεού. Διαβάζουμε ότι κατέβηκε και αιχμαλωτίστηκε σε αυτό το χαμηλότερο εξευτελιστικό επίπεδο πνευματικής ύπαρξης για λίγο, λόγω των αμαρτιών του κόσμου. Η ζωή του Θεού είναι το υψηλότερο πνευματικό επίπεδο και ο θάνατος, η πνευματική εκείνη κατάσταση, που είναι εντελώς άδεια από κάθε τι που ονομάζεται ζωή, ολοκληρωτικό σκοτάδι, απόλυτη ολοκληρωτική απόγνωση και απομόνωση και παντελής έλλειψη κάθε αίσθησης της παρουσίας του Θεού. Τα ορατά πράγματα είναι σκιές και εικόνες των πνευματικών πραγματικοτήτων, όπως το σκοτάδι, το φως, η ζωή και ο θάνατος, ο ουρανός και η γη και κάτω από τη γη, τα σύννεφα, ο ήλιος, το φεγγάρι, τα αστέρια και ούτω καθεξής. Όταν η Αγία Γραφή μιλάει για το θάνατο και τη ζωή, αυτό που πρέπει να καταλάβουμε είναι ότι αυτές οι λέξεις μεταφέρουν βαθιές πνευματικές πραγματικότητες που εμείς ως άνθρωποι δεν κατανοούμε. Το πραγματικό νόημα της ζωής κατά Θεόν, είναι διαφορετικό από το δικό μας, και αυτό ισχύει και με τον θάνατο. Ονομάζουμε κάποιο ζωντανό, ενώ συνεχίζει να αναπνέει και όταν το αίμα κυκλοφορεί στο σώμα του και θάνατο, όταν οι δραστηριότητες αυτές παύσουν. Η αληθινή ζωή και ο αληθινός θάνατος είναι στην πραγματικότητα πνευματικές καταστάσεις. Όταν κάποιος λέει «σήμερα αισθάνομαι κάτω», αυτό δεν σημαίνει ότι είναι σωματικά κάτω, ξέρετε τι εννοώ. Αυτές οι πνευματικές πραγματικότητες είναι γνωστές στον κόσμο των πνευμάτων, αλλά όχι σε μας τόσο, λόγω του πέπλου της σάρκας μας. Επί του παρόντος, αυτά δεν είναι ορατά από το ανθρώπινο μάτι, εντούτοις τα αόρατα είναι η ουσία, ενώ τα ορατά είναι οι σκιές, τα αόρατα είναι τα αιώνια, τα άλλα είναι παροδικά (Β’ Κορ. 4/18). Ο Χριστός ήταν σε συνεχή αντίληψη του κόσμου των πνευμάτων, έβλεπε και άκουε, ενώ άνθρωποι όπως ο Ιωάννης και ο Παύλος, για να μπουν μέσα στον πνευματικό αυτό κόσμο, έπρεπε να τους χορηγηθεί ειδική άδεια εισόδου. Στον Παύλο δεν επετράπη να μιλήσει γι’ αυτά που είδε και άκουσε. Ο Ιωάννης το έκανε και προκειμένου να μεταφέρει τις πνευματικές πραγματικότητες που είδε και άκουσε μέσα στο Πνεύμα, του δόθηκε να χρησιμοποιήσει σύμβολα και εικόνες που να είναι κατανοητές στο ανθρώπινο μυαλό. Αυτός ο πνευματικός κόσμος γίνεται αντιληπτός στον άνθρωπο όταν εναποθέσει το φθαρτό σκήνωμα της σάρκας, δηλαδή όταν πεθαίνει σωματικά, ανάλογα αν κατεβαίνει ή ανεβαίνει, εντούτοις πνευματικοί άνθρωποι έχουν αντίληψη κατά μέρος και μπορούν να γευτούν κάτι από αυτές τις πραγματικότητες, ενώ βρίσκονται ακόμα μέσα στο θνητό τους σώμα. Ο ορατός κόσμος που ξέρουμε και που βλέπουμε και αγγίζουμε είναι μόνο ένα άπειρα μικρό μέρος, η κορυφή του παγόβουνου ενός άπειρου αόρατου πνευματικού κόσμου για τον οποίον γνωρίζουμε πολύ λίγα.
Είπαμε ότι το υψηλότερο επίπεδο της ζωής είναι η ζωή του Θεού, είναι η ζωή κοινωνίας του Τριαδικού Θεού, στο οποίο ο άνθρωπος καλείται να συμμετέχει διά του Ιησού Χριστού. Αυτό το επίπεδο της ζωής αντιπροσωπεύεται από τον ορατό ουρανό, ενώ η ορατή γη αντιπροσωπεύει την ανθρώπινη ζωή όπως την ξέρουμε, τη σαρκική αμαρτωλή ζωή. Ο δε θάνατος που είναι η κατάσταση εκείνη, όπου η ζωή είναι εντελώς απούσα αντιπροσωπεύεται από το επίπεδο που ονομάζεται, «τα κατώτερα μέρη της γης» και που είναι γνωστό ως ο Άδης.
Ο Ιησούς γεύτηκε θάνατο για κάθε άνθρωπο
«Αλλά βλέπουμε τον Ιησού για λίγο ελαττωμένο έναντι των αγγέλων, εξαιτίας τού παθήματος του θανάτου, στεφανωμένο με δόξα και τιμή, για να γευτεί θάνατο για χάρη κάθε ανθρώπου, διαμέσου της χάρης τού Θεού. (Εβρ. 3.9). Ο συγγραφέας εδώ αναφερόμενος στον Ιησού ότι γεύτηκε θάνατο, δεν αναφέρεται μόνο στο φυσικό θάνατο του Χριστού στο σταυρό, αλλά περισσότερο σε αυτό που ακολούθησε όταν το πνεύμα του αναχώρησε από το σώμα του. Όπως ο Παύλος μας πληροφορεί, αυτός κατέβηκε στα κατώτερα μέρη της γης, στον Άδη, στο χαμηλότερο αυτό μέρος πνευματικής ύπαρξης, στο κατάξηρο, άγονο, χωρίς ζωή επίπεδο που είναι εντελώς χωρίς ζωή, εντελώς άδειο από κάθε ευχαρίστηση, όπου η οργή του Θεού καίει. Λίγο πριν ο Ιησούς εκπνεύσει, παρέδωσε το πνεύμα του στον Πατέρα Του. Με δυνατή φωνή είπε, «Πατέρα στα χέρια σου παραδίδω το πνεύμα μου», (Λουκά 22.46). Έπρεπε να το κάνει αυτό, τώρα τα πάντα ήταν στα χέρια του Πατέρα του. Το ταξίδι προς τα κάτω ήταν δύσκολο και απερίγραπτα στενόχωρο, κανένας ποτέ δεν μπόρεσε να δραπετεύσει από τον Άδη, το φοβερό αυτό ισχυρό πνεύμα, κανένας ποτέ δεν ανέβηκε από εκεί. Εμπιστεύτηκε ως εκ τούτου το πνεύμα του στο Πατέρα του. Δεν ήταν ο φυσικός θάνατος που τάραττε την ψυχή του Ιησού. Η ψυχή του ήταν ταραγμένη στο τι θα ακολουθούσε μετά από αυτό. Ήταν η κατάβαση στα κατώτερα μέρη της γης, που τον τάραττε. Όπως πάντα χρειαζόταν χάρη, δεν θα μπορούσε να το κάνει μόνος του. Ω! η αγωνία και η ταραχή στην ψυχή του Ιησού: “Τώρα η ψυχή μου είναι ταραγμένη· και τι να πω; Πατέρα, σώσε με από τούτη την ώρα. Αλλά, γι’ αυτό ήρθα σε τούτη την ώρα, (Ιωάν. 12.27). Ήξερε πολύ καλά τις ωδίνες του θανάτου που τον περίμεναν στην κατάβαση του εκεί κάτω, ήξερε ποια ήταν η δύναμη αυτού του ισχυρού πνεύματος. Ήξερε πολύ καλά ότι ακόμα και ένα ίχνος αμαρτίας θα μπορούσε να τον κρατήσει εκεί για πάντα σε μόνιμη αιχμαλωσία, πόσο περισσότερο οι αμαρτίες του κόσμου που θα σήκωνε στο σώμα του. Ήθελε, αν ήταν δυνατό, να το αποφύγει, αλλά αυτό δεν ήταν το θέλημα του Πατέρα του. Έπρεπε να το κάνει, έπρεπε να πάει κάτω, στο χαμηλότερο μέρος της ανθρώπινης εξαχρείωσης και υποβάθμισης και εξαθλίωσης. «Πατέρα, φύλαξε την ψυχή μου από το θάνατο», προσευχήθηκε με προσευχές και ικεσίες με ισχυρή κραυγή και δάκρυα σ ‘ Αυτόν που ήταν σε θέση να τον σώσει από το θάνατο (Εβρ. 5.9). “Και καθώς ήρθε σε αγωνία, προσευχόταν πιο θερμά. Έγινε, μάλιστα, ο ιδρώτας του σαν θρόμβοι αίματος που κατέβαιναν στη γη» (Λουκά 22.44). Διαβάζουμε ότι οι προσευχές του εισακούσθηκαν και ο Θεός τον έσωσε, λόγω ευλάβειας.
Δεν σώθηκε από τον φυσικό θάνατο, γιατί διαβάζουμε ότι πάνω στον σταυρό παρέδωσε το πνεύμα του και πέθανε, αλλά σώθηκε από τον πραγματικό θάνατο, γιατί διαβάζουμε, ότι ο Πατέρας του δεν άφησε την ψυχή του στον Άδη, ούτε άφησε τον όσιο του να δεί διαφθορά. Δεν έμεινε εκεί στον Άδη, άλλος ένας αιχμάλωτος, αλλά ο Πατέρας του τον ανέστησε από τους νεκρούς, η ψυχή του δεν πέθανε, γεύτηκε μόνο θάνατο. Κατέβηκε στον Άδη, στο χαμηλότερο πνευματικό χώρο που μπορεί κάποιος να κατεβεί. Το έκανε με τη χάρη του Θεού για κάθε άνθρωπο, γεύτηκε τον θάνατο στη πιο τρομακτική του μορφή, στην πιο φοβερή του εκδήλωση, στην πιο απελπιστική και οδυνηρή του έκφραση. Όταν εξέπνευσε από το φυσικό του σώμα, τον κατάπιε αυτό το ισχυρό πνεύμα και πήγε στο κατώτατο μέρος αυτής της πνευματικής αβύσσου, σε αυτή την πιο σκοτεινή και απελπιστική και επώδυνη πνευματική κατάσταση, εκεί που η οργή του Θεού καίει στο αποκορύφωμα της. Αυτός που πληροί τον ουρανό, ελαττώθηκε και φυλακίστηκε προσωρινά στον στενόχωρο αυτό χώρο. Ενώ ήταν εκεί κάθε αίσθηση της παρουσίας του Θεού ήταν απούσα, δεν μπορούσε να προσευχηθεί, κανείς δεν μπορεί να προσευχηθεί εκεί κάτω, όλα τώρα εξαρτιόντουσαν από τον Πατέρα του, στον οποίο είχε εμπιστευτεί το πνεύμα του, έπρεπε να περιμένει τη σωτηρία του.
Ο λόγος που αναφέρομαι σε αυτές τις αλήθειες είναι για να καταλάβουμε από τι ο Θεός μας σώζει, καθώς και το κόστος που ο Ίδιος πλήρωσε! Είναι καιρός που πρέπει να καταλάβουμε τις πνευματικές πραγματικότητες και να μάθουμε περισσότερα για τον πραγματικό θάνατο του Ιησού Χριστού. Ήταν το βάρος των αμαρτιών μας, που τον έσπρωξε εκεί· διαβάζουμε ότι ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος. Ναι, οι αμαρτίες μας είναι αυτές που τον βύθισαν εκεί, οι αμαρτίες σου και οι δικές μου και οι αμαρτίες όλων των ανθρώπων από καταβολής κόσμου. Λόγω των αμαρτιών μας ο Πατέρας τον βάπτισε μέσα σε αυτή την πνευματική άβυσσο. Τα ψέματα μου και τα δικά σας, οι υπερηφάνεια και οι εγωισμοί μας, οι πικρίες μας και οι θυμοί μας και οι φόνοι μας, οι μοιχείες και οι ειδωλολατρίες μας, οι πλεονεξίες και οι ασυδοσίες και οι ακαθαρσίες μας τον βύθισαν εκεί. Διαβάζουμε στο Δευτερονόμιο κεφάλαιο 32, εδάφιο22 “Επειδή, φωτιά άναψε μέσα στον θυμό μου, και θα κάψει μέχρι τα κατώτερα μέρη του άδη, Και θα καταφάει τη γη μαζί με τα γεννήματά της, και θα καταφλογίσει τα θεμέλια των βουνών. “ Αυτή την φωτιά της οργής του Θεού είναι που ο Ιησούς γεύτηκε λόγω των αμαρτιών μας, τη δίκαια κρίση του στο έπακρο της, αμέσως μετά εγέρθηκε από τους νεκρούς, «τον οποίο ο Θεός ανέστησε, λύνοντας τις ωδίνες τού θανάτου, δεδομένου ότι δεν ήταν δυνατόν να κρατιέται απ’ αυτόν» (Πράξεις 2.24).
Αυτά είναι τα θαυμάσια νέα, ο θάνατος δεν μπόρεσε να κρατήσει ο Ιησού αιχμάλωτο του. Μπορούσε να κρατήσει όλους τους άλλους αλλά όχι τον Ιησού Χριστό. Έχετε ποτέ προσπαθήσει να σπρώξετε μια μπάλα κάτω από το νερό; Τι συμβαίνει; Την πιέζετε προς τα κάτω και όταν την αφήσετε αναπηδά προς τα επάνω. Πώς μπορεί ο θάνατος να νικήσει την ζωή, πώς μπορεί το σκοτάδι να επιβληθεί στο φως; Ο Ιησούς είπε, εγώ είμαι η Ανάσταση και η Ζωή και η αληθινή ζωή δεν μπορεί ποτέ να νικηθεί από τον θάνατο. Με τη χάρη του Θεού, ο Ιησούς αναπήδησε έξω από τον τάφο του θριαμβευτικά και ανέβηκε και υψώθηκε πάνω από τους ουρανούς. Ποιος είναι αυτός που ανέβηκε αλλά αυτός που κατέβηκε, μας λέει ο Απόστολος Παύλος. Έτσι ο Ιησούς αναστήθηκε και υψώθηκε πάνω από τους ουρανούς, από τα πιο χαμηλά μέρη στα πιο ψηλά, από τα στενότερα μέρη, στα πιο ευρύχωρα για να γεμίσει τα πάντα με το πλήρωμα του, αλληλούια! Ανέβηκε στα υψηλότερα μέρη της ικανοποίησης και της χαράς και της τελειότητας και της πληρότητας και της ομορφιάς και της δόξας, στην υψηλότερη θέση πάνω από κάθε αρχή και εξουσία. Όλα αυτά τα έκανε ως ο άνθρωπός Ιησούς, ως ο αντιπρόσωπος μας, γιατί όταν αναστήθηκε, ο Θεός ανέστησε και εμάς μαζί του και μας ύψωσε μαζί του στα πιο ψηλά πνευματικά μέρη και καθίσαμε μαζί του στα επουράνια, πολύ πλησίον του Θεού, στα δεξιά του και πολύ μακριά από το θάνατο, «και ενώ ήμασταν νεκροί εξαιτίας των αμαρτημάτων, μας ζωοποίησε μαζί με τον Χριστό· (κατά χάρη είστε σωσμένοι)· και μας ανέστησε μαζί του, και μας κάθισε μαζί του στα επουράνια διαμέσου τού Ιησού Χριστού· “(Εφεσ. 2.5,6). Η υψηλότερη πνευματική θέση είναι εκεί όπου είναι ο Ιησούς Χριστός και η εκκλησία του, καθισμένοι, κανείς δεν μπορεί να ανεβεί πιο πάνω από αυτό, εκτός από το Θεό.
Τα πνεύματα των νεκρών δεν θα παραμείνουν για πάντα στην κατάσταση που είναι τώρα φυλακισμένα, αυτή η κατάσταση είναι προσωρινή. Ο Ιησούς μίλησε σαφώς αναφορικά με την ημέρα της Ανάστασης, αυτό είναι που είπε: “Μη θαυμάζετε γι’ αυτό· επειδή, έρχεται ώρα, κατά την οποία, όλοι εκείνοι που είναι μέσα στα μνήματα, θα ακούσουν τη φωνή του· και θα βγουν έξω εκείνοι που έπραξαν τα αγαθά, σε ανάσταση ζωής· εκείνοι δε που έπραξαν τα φαύλα, σε ανάσταση κρίσης”. Ο Λόγος του Θεού μιλά ξεκάθαρα για την τελική κρίση όλων των ανθρώπων, ο Ιησούς είναι Αυτός που θα κρίνει ζώντας και νεκρούς «και είδα τούς νεκρούς, μικρούς και μεγάλους, να στέκονται μπροστά στον Θεό, και ανοίχθηκαν τα βιβλία· και ανοίχθηκε ένα άλλο βιβλίο, που είναι τής ζωής· και κρίθηκαν οι νεκροί από τα γραμμένα μέσα στα βιβλία, σύμφωνα με τα έργα τους. Και η θάλασσα έδωσε τους νεκρούς που ήσαν μέσα σ’ αυτή, και ο θάνατος και ο άδης έδωσαν τους νεκρούς, που ήσαν μέσα σ’ αυτούς· και κρίθηκαν κάθε ένας σύμφωνα με τα έργα τους. Και ο θάνατος και ο άδης ρίχθηκαν στη λίμνη τής φωτιάς· αυτός είναι ο δεύτερος θάνατος. Και όποιος δεν βρέθηκε γραμμένος στο βιβλίο τής ζωής, ρίχθηκε στη λίμνη τής φωτιάς» (Αποκ. 15-18). Τώρα, όσον αφορά αυτούς που είναι του Κυρίου και που κοιμήθηκαν, ήδη πέρασαν από τον θάνατο στη ζωή διαμέσου του εξιλαστήριου θανάτου του και τώρα είναι μαζί του. Αυτούς ο Κύριος στην επιστροφή του στη γη, θα φέρει μαζί του. Είχε υποσχεθεί, όταν ήταν ακόμα στη γη, να τους αναστήσει την τελευταία ημέρα «Κανένας δεν μπορεί νάρθει σε μένα, αν δεν τον ελκύσει ο Πατέρας που με απέστειλε· και εγώ θα τον αναστήσω κατά την έσχατη ημέρα» (Ιωάν.6.44). Όπως ο Ιησούς, δεν παρέμεινε άυλος, αλλά με την ανάσταση του το πνεύμα του συνενώθηκε με το σώμα του που ήταν στον τάφο για τρεις μέρες, έτσι και όλοι οι πιστοί που τώρα τα σώματα τους κοιμούνται στους τάφους θα αναστηθούν άφθαρτα και θα κατοικηθούν από τα πνεύματα τους που είναι τώρα με τον Κύριο: «ΔΕΝ θέλω, μάλιστα, να αγνοείτε, αδελφοί, για όσους έχουν κοιμηθεί, για να μη λυπάστε, όπως και οι υπόλοιποι, που δεν έχουν ελπίδα. Επειδή, αν πιστεύουμε ότι ο Ιησούς πέθανε και αναστήθηκε, έτσι και ο Θεός, αυτούς που κοιμήθηκαν με πίστη στον Ιησού, θα τους φέρει μαζί του. Επειδή, σας λέμε τούτο διαμέσου του λόγου τού Κυρίου, ότι εμείς που ζούμε, όσοι απομένουμε στην παρουσία τού Κυρίου, δεν θα προλάβουμε αυτούς που κοιμήθηκαν· δεδομένου ότι, ο ίδιος ο Κύριος θα κατέβει από τον ουρανό με πρόσταγμα, με φωνή αρχαγγέλου, και με σάλπιγγα Θεού, κι αυτοί που πέθαναν εν Χριστώ θα αναστηθούν πρώτα· έπειτα, εμείς που ζούμε, όσοι απομένουμε, θα αρπαχτούμε μαζί τους, ταυτόχρονα, με σύννεφα σε συνάντηση του Κυρίου στον αέρα· και έτσι, θα είμαστε πάντοτε μαζί με τον Κύριο. Λοιπόν, παρηγορείτε ο ένας τον άλλον μ’ αυτά τα λόγια» (Α’ Θεσ. 4.14-18).
Δεν ξέρω τους λόγους γιατί είσαι εδώ σε αυτή τη συνάντηση σήμερα το πρωί, αλλά γνώρισε αυτό, ότι ο Ιησούς Χριστός γεύτηκε θάνατο για μας, ώστε να μην χρειαστεί να πιεις αυτό το πικρό ποτήρι εσύ. Αντιλαμβάνεσαι ποιος είναι ο Χριστός, εκτιμάς αυτό που είναι και αυτό που έκανε; Ή θα εξακολουθήσεις να κοιτάζεις τον εαυτό σου και να νομίζεις πως είσαι κάποιος σημαντικός; Δεν είμαστε τίποτα. Αυτός είναι τα πάντα και μόνο μέσα σε αυτόν ζούμε.
Όλοι που έχουμε χάσει αγαπημένα μας πρόσωπα, ας παρηγορούμαστε, αυτά είναι τώρα με τον Χριστό και ζουν στο πιο υψηλό πνευματικό μέρος μαζί με του! Αυτό ήταν επιθυμία του Παύλου, να φύγει και να είναι με τον Χριστό, αυτό το θεωρούσε «ως πολύ καλύτερα», αλληλούια! Όταν ο Κύριος επιστρέψει, αυτοί θα είναι μεταξύ ενός αναρίθμητου πλήθους αγίων που θα επιστρέψουν μαζί του.
Αγαπάτε τον Χριστό; Τον αγαπάτε, τον τιμάτε, τον λατρεύετε; Ξέρετε ποιος είναι; Θα επιστρέψετε ξανά στην αμαρτία, θα το κάνετε αυτό; Όχι! Μη γένοιτο. Θα ζήσετε γι’ Αυτόν ή για τον εαυτό σας;
Συγχωρέστε με αν ακούγομαι τόσο δραματικά, αλλά θέλω να περάσει η αλήθεια σας με οποιοδήποτε μέσο, όχι θεολογία αλλά πραγματικότητα, όχι γνώση αλλά πνεύμα και ζωή, γιατί αν δεν αντιληφθούμε ποιος είναι ο Ιησούς Χριστός και τι έκανε για μας, ποτέ δεν θα είμαστε σε θέση να τον εκτιμήσουμε πλήρως και ποτέ δεν θα είμαστε σε θέση να ζήσουμε όπως μας θέλει και ούτε να τον υπηρετήσουμε σωστά.
Ευχαριστούμε, Πατέρα, ευχαριστούμε, Κύριε Ιησού Χριστέ, που γεύτηκες θάνατο για μας, σε ευχαριστούμε για μια τέτοια αγάπη, ευχαριστούμε που ήπιες το πικρό ποτήρι που ο Πατέρας σου έδωσε να πιείς για εμάς τους αμαρτωλούς. Βοήθησέ μας να περάσουμε αυτό το μήνυμα σε εκείνους που ακόμα δεν σε γνωρίζουν. Αμήν!