«…και θέλουσι καλέσει το όνομα αυτού ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ, το οποίο
μεθερμηνευόμενο είναι, Μεθ’ ημών ο Θεός» (Ματθ. 1/23)
Όταν κάποτε πένθησα έναν ασκό αμαρτία
κι όταν πληγή βρήκε στα μύχια μου η συνείδηση,
όταν οι πράξεις μου όλες απορρίφτηκαν ως άχρηστες
κι όταν γονατιστός προσήλθα στο βωμό της προσευχής,
τότε—τι ώρα ευλογημένη! αλησμόνητη!—
γνώρισα την αγάπη Σου, Εμμανουήλ.
Όταν σαν καταιγίδα οι λύπες της ψυχής με κλυδωνίζουν
κι οι έγνοιες μου σαν κύματα με ζώνουνε τριγύρω,
όταν βουλιάζουν οι καλές ημέρες κι οι χαρές πετούν μακριά,
όταν οι συφορές—απέλπιδες—ολόγυρά μου χάσκουν
μια μόνο λέξη κάνει να σιγάσει η θύελλα:
το όνομά Σου, Εμμανουήλ.
‘Οταν για χάρη της αλήθειας καταφρόνια λούζομαι,
όταν το όνομά μου κερνούν σκάνδαλα οι εχθροί,
όταν πληθαίνουν οι σκληράδες, τ’άγρια πειράγματα,
όταν οι «Ταύροι του Βασάν» γύρω μου κάνουν κύκλο,
μέσα στο φρούριό Σου ασφαλής θα κατοικώ
κείνο το φρούριο, κείνη τη Χάρη που τη λέν’ Εμμανουήλ.
Όταν της οργισμένης Γέενας το πυρ μουγκρίζει
και της ψυχής μου ο εχθρός μπρος του με σταματά,
όταν γελοκοπούν οι φίλοι και το τέλος μου αναμένουν,
όταν δυνάμεις—λεγεώνες—με τα βέλη με χτυπούν,
Ψυχή μου, μην ταράζεσαι, αλλά στον Άδη φώναξε
με το πολεμικό εμβατήριο Εκείνου, Εμμανουήλ.
Όταν την κατηφόρα της ζωής έρθω και πάρω
και τα νερά του θάνατου τα πόδια μου μουσκεύουν,
όταν στην πλημμυρίδα που βαθαίνει αρχίσω να βυθίζομαι,
ενώ απ’ την όχθη οι φίλοι κλαίγοντας παρακολουθούν,
αντάμα με τον τελευταίο μου χαιρετισμό θα ενώσω
τ’ όνομα το δικό Σου το γλυκό, Εμμανουήλ.
Όταν τα μάτια μου από δάκρυα στερέψουν
και κόσμοι ομορφότεροι θα’ναι σιμά μου,
όταν ο Ουρανός το πεινασμένο βλέμμα μου χορτάσει
κι εγώ λουστώ σ’ εξαίσιας ευτυχίας αγκάλη,
μία μόνο χαρά όλες τις άλλες θα σκιάσει:
η θέα του Προσώπου Σου, Εμμανουήλ.
Τσαρλς Ηέιντον Σπέρτζον
(1834-1892)
το έγραψε σε ηλικία 18 ετών
Μετάφραση από τα αγγλικά: Γιούλικα Κ. Masry © 2015