του Άκη Δημητριάδη
Πολύ μου τη δίνουν οι διάφορες συζητήσεις στην τηλεόραση. Ο συντονιστής της συζήτησης έχει καλέσει, λ.χ. καμιά 10/ριά, υποτίθεται μορφωμένους και ειδικούς πάνω στο θέμα που θα συζητήσουν. Αυτοί όμως μιλάνε όλοι μαζί ταυτόχρονα και δεν καταλαβαίνεις τίποτα από τη χάβρα που γίνεται.
Όταν κάποιος ομιλητής είναι στριμωγμένος από κάποια δύσκολη ερώτηση, κάνει ότι δεν κατάλαβε και απαντάει άλλα αντ’ άλλων. Άλλος πάλι μιλάει γενικά και αόριστα, με τεχνάσματα, σοφιστείες και υπεκφυγές, χρησιμοποιώντας βαρύγδουπες λέξεις και ακαταλαβίστικους τεχνικούς και οικονομικούς όρους.
Κανείς δεν λέει ξεκάθαρα, στα ίσια και σταράτα την αλήθεια, όταν η συζήτηση φτάνει εκεί που πρέπει να πουν ποιος φταίει και γιατί δεν τιμωρείται ο φταίχτης.
Το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι, όλη η εκπομπή διαρκεί 60 λεπτά. Από αυτά, τα 10 χάνονται μέχρι ο συντονιστής να παρουσιάσει τους καλεσμένους, τους τίτλους τους κλπ. Άλλα 15 λεπτά χάνονται στις διαφημίσεις, που διακόπτουν τη συζήτηση. Άλλα 15 λεπτά χάνονται από τον συντονιστή, ο οποίος για να κάνει το κομμάτι του, ότι δηλαδή είναι έξυπνος και μορφωμένος, αντί να κάνει με δυο λόγια την ερώτηση, βγάζει ένα μικρό λόγο. Στη συζήτηση επίσης παρεμβαίνουν και τηλεθεατές απ’ το τηλέφωνο. Έτσι, απομένουν όλο κι όλο 5-6 λεπτά μόνο, για να μιλήσουν δέκα άτομα.
Όταν τώρα έλθει η σειρά κάποιου για να μιλήσει, αντί να μπει αμέσως στο θέμα, στο ζουμί της υποθέσεως και την ταμπακέρα, μακρηγορεί με μπούρδες και αερολογίες, προπαγανδίζει έμμεσα το κόμμα του, κι έτσι τελειώνει ο -έτσι κι αλλιώς λίγος χρόνος του- χωρίς να έχει πει τίποτα. Κι εκεί που αρχίζει να έχει ενδιαφέρον η εκπομπή, εκεί που περιμένεις να μπουν στο θέμα και το ζουμί της υποθέσεως, ξαφνικά ο συντονιστής λέει: «Εδώ όμως φίλες και φίλοι, ο χρόνος μας δυστυχώς εξαντλήθηκε. Σας ευχαριστούμε που μας παρακολουθήσατε, γεια σας!».
Για τη δικιά μας υπομονή και τα νεύρα κανείς δεν ρωτά αν εξαντλήθηκαν.