Είναι αλήθεια, συχνά με πηχυαίους τίτλους αναγράφονται σε διάφορα ΜΜΕ ότι κάποιος σούπερσταρ του αθλητισμού, της τηλεόρασης, του τραγουδιού κλπ δήλωσε ότι πιστεύει στον Θεό. Αυτό, φαίνεται, θεωρείται σημαντικό γεγονός, αν και στην ταυτότητα αυτού διάσημου προσώπου, αναγράφεται ότι είναι «Χριστιανός».
Η θλιβερή, όμως, πραγματικότητα είναι ότι πολλοί απ’ αυτούς που λένε ότι πιστεύουν στον Θεό και, μάλιστα, δηλώνουν ότι είναι «πολύ θρήσκοι», έχουν μια δικής τους επινόησης αόριστη, θολή και ακαθόριστη πίστη για τον Θεό. Κι αυτό, εύκολα έρχεται στην επιφάνεια όταν, στη συνέχεια, τους ερωτούν αν διαβάζουν τη Βίβλο, αν προσεύχονται, αν εκκλησιάζονται κ.ά. Η απάντησή τους σχεδόν πάντα είναι αρνητική. Πιστεύουν ότι είναι «πολύ θρήσκοι», επειδή δεν έβλαψαν κανέναν, κάνουν καλές πράξεις, αγαθοεργίες, αγαπούν όλους κλπ. Απ’ αυτά συμπεραίνουμε, ότι ο Θεός που πιστεύουν δεν προέρχεται από τη γνώση τους από τη Βίβλο, αλλά, μάλλον είναι απόρροια της οικογενειακής ή φυλετικής παράδοσης. Ασφαλώς, εμείς δεν μπορούμε να τους κρίνουμε, καθώς μόνο ο Θεός ξέρει τη γνησιότητα της πίστης τους. Φοβάμαι, όμως, ότι ελάχιστοι είναι εκείνοι, που έχουν κατανοήσει ότι η εγκεφαλική, συναισθηματική ή παραδοσιακή και κληρονομημένη πίστη στη θρησκεία ή το βάπτισμα τους, δεν τους κάνει αυτομάτως χριστιανούς.
Αν ήταν έτσι, τότε ο Ιησούς Χριστός δεν θα μιλούσε στον θρησκευτικό ηγέτη και, ίσως, το πιο ηθικό άνθρωπο της εποχής του, τον Νικόδημο για την αναγέννηση (Ευαγγέλιο Ιωάννη κεφ. 3). Επίσης, οι κατ’ εξοχήν άνθρωποι της θρησκείας, οι Φαρισαίοι, που τηρούσαν τον νόμο του Θεού με σχολαστικότητα, θα έπρεπε να ήταν οι πρώτοι που θα έμπαιναν στη Βασιλεία του Θεού. Κι όμως αυτούς αποκάλεσε υποκριτές και τους καυτηρίασε με σκληρά λόγια ο Χριστός. Αντί γι’ αυτούς, τους βαθιά θρησκευόμενους, ο ληστής, που ήταν σταυρωμένος μαζί με τον Χριστό, ο εκμεταλλευτής αρχιτελώνης Ζακχαίος, η αμαρτωλή σαμμαρείτισσα, η Μαγδαληνή, έγιναν τέκνα Θεού, επειδή συναισθάνθηκαν την αμαρτωλότητά τους, μετανόησαν για την αμαρτωλή τους κατάσταση, πίστεψαν και δέχτηκαν τον Χριστό ως προσωπικό τους Σωτήρα.
Και στις ημέρες μας, ναρκομανείς, πόρνες, απατεώνες, που κάποια στιγμή στη ζωή τους αναγνώρισαν την αμαρτωλότητα τους και την ανάγκη τους για αλλαγή και κατέφυγαν στον Χριστό για να τους συγχωρέσει και να τους κάνει νέους ανθρώπους. Και τώρα είναι παιδιά του Θεού και χρήσιμοι στην κοινωνία.
Διαβάσαμε ότι πριν λίγες ημέρες ο γνωστός μουσικοσυνθέτης Σταμάτης Σπανουδάκης, στην εκπομπή του Νίκου Χατζηνικολάου «Ενώπιος Ενωπίω», μίλησε με παρρησία, για μια φορά ακόμη για την αλλαγή που έφερε ο Χριστός στη ζωή του, μετά τα χρόνια της ζωής του στην αμαρτία. Με αφορμή αυτή τη συνέντευξη γράψαμε όλα τα παραπάνω. Είναι ο μόνος καλλιτέχνης, στην πατρίδα μας, που σε κάθε συνέντευξή του – και δεν είναι λίγες- που μιλά για τη ριζική αλλαγή που έφερε στη ζωή του η πίστη του στον Χριστό. Μεταξύ άλλων είπε: «Προσπαθώ πάντα να έχω μια άλλη οπτική και μ’ αυτή να ξεφεύγω. Προσπαθώ να βάλω το μυαλό μου σε καλό λογισμό. Στον πόλεμο που ζούμε δεν φταίμε εμείς. Ο Θεός μάς λέει να σταματήσουμε και να κοιτάξουμε μέσα μας. Όσοι το κάνουν θα βρουν απαντήσεις. Θα έλεγα κοιτάξτε μέσα σας και θα βρείτε πολλές απαντήσεις εκεί. Η τωρινή κατάσταση δεν επηρεάζει τη μουσική μου. Κάνω ταξίδια του νου. Προτιμώ τα μέσα μου τοπία», υπογράμμισε αναφερόμενος στον κορωνοϊό.
Ανάφερε τον ρόλο που παίζει ο Θεός στη ζωή. Δήλωσε: «Κάποια στιγμή ενώ παίζω έρχεται κάτι που ξέρω ότι δεν είναι δικό μου. Γονατίζω κλαίω και λέω: «Χριστέ μου, ευχαριστώ». Είναι ένα δώρο. Συγκινούμαι όταν έρθει αυτή η μελωδία. Περισσότερο συγκινούμαι την ώρα της έμπνευσης παρά στο χειροκρότημα»
Μίλησε για την εθισμό του με τα ναρκωτικά και ομολόγησε ότι η πίστη του ήταν αυτή που τον έσωσε: «Οι αποτυχίες μέτρησαν με έκαναν καλύτερο. Ήμουν ροκάς στην Αγγλία. Νόμιζα ότι θα γίνω ροκ σταρ και έφαγα τα μούτρα μου. Όταν τελείωσε ο κύκλος του ροκ πήγα στη Γερμανία και σπούδασα, σε αυστηρό κολέγιο, μουσική. Εκεί έγινε η μεταστροφή μου στον Χριστό. Πριν απ’ αυτό υπήρξε μια δύσκολη περίοδος με ουσίες. Σκεφτόμουν ακόμα και την αυτοκτονία με τη γυναίκα μου. Ένας άνθρωπος που μίλησε για τον Χριστό. Γέλασα στην αρχή. Όταν έφτασα σε άλλη μαυρίλα μίλησα στον Χριστό και είπα αν υπάρχεις δείξ’ το μου και εγώ θα σ’ ακολουθήσω και μου το έδειξε. Δεν εξηγείται με λόγια αυτό. Την επόμενη στιγμή πίστευα πως υπάρχει. Παράτησα τις σπουδές. Μια Κυριακή είπα δεν αντέχω άλλο και πήγα σε μια μικρή εκκλησία. Πέφτω κάτω στη λειτουργία και αρχίζω να κλαίω και να λέω θέλω τον Χριστό και προσευχηθήκαμε όλοι μαζί. Σηκώθηκα και ήμουν χριστιανός. Έπειτα διάβαζα τη Βίβλο δύο μήνες χωρίς να κουνιέμαι απ’ το σπίτι και βρήκα απαντήσεις σε όλα».
Σε μια άλλη συνέντευξή του, δήλωσε: «Η μόνη ελπίδα για το μέλλον είναι στον Χριστό …» Ευχή και προσευχή μας είναι όχι μόνοι καλλιτέχνες αλλά κα όλοι που δέχτηκαν με μετάνοια και πίστη το Χριστό ως Σωτήρα τους, με θάρρος να διαδίδουν τα Καλά Νέας και στους άλλους.