Η ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΜΑΣ ΕΜΦΑΝΙΣΗ

 

Θάθελα προτού προχωρήσουμε στο σημερινό θέμα, να σας διαβάσω ένα σχετικό αφήγημα που είχα γράψει στο περιοδικό μας «οι Θεσσαλονικείς» στις αρχές της δεκαετίας του ’70, που νομίζω ότι θα μας βοηθήσει πολύ για τα παρακάτω. Το αφήγημα έχει τον τίτλο «Κρίμα…»

    «Ήτανε γύρω στα είκοσι. Μέτριο ανάστημα, συμπαθητικό πρόσωπο. Όμορφο δε θα μπορούσες να τον πεις. Ωστόσο το βλέμμα το καθαρό, ο αυθορμητισμός στην έκφραση, το εσωτερικό φως που αντανακλούσε στη μορφή, σούδιναν να καταλάβεις πως τούτος εδώ δεν  είναι όπως οι πολλοί. Πως στο μέτωπό του βρίσκεται κιόλας η σφραγίδα των εκλεκτών, πως είναι από κείνους τους ευαίσθητους δέκτες του σπόρου της αλήθειας, από κείνους που ο Κύριος τους αναγνωρίζει ήδη «όντας υποκάτω της συκής»…

     Έξαλλος σ’ εμφάνιση δε θα μπορούσε να χαρακτηριστεί –μα και καθόλου αναχρονιστικός: μαλλί που μισοσκέπαζε τ’ αυτιά, «χαϊμαλί», μπλου τζιν. Κάθε βράδυ στους μοναχικούς του περιπάτους σ’ απόμερες γωνιές, με την κιθάρα του συντροφιά, τραγουδώντας τ’ αγαπημένα του νοσταλγικά τραγούδια, σήκωνε το βλέμμα του στ’ αστέρια, προσπαθώντας να τρυπήσει τα πέπλα τ’ ουρανού, να ξεδιαλύνει το μυστήριο, να δει πέρα απ’ αυτά. Κάτι τούλεγε μέσα του, πως εκείνο το «κάτι», εκείνος ο «Κάποιος» υπήρχε πραγματικά. Και κάθε βράδυ Τον περίμενε να σκίσει τους ουρανούς, να κατέβει κοντά του…

    Κάποια νύχτα πίστεψε πως έφτασε η ώρα. Ήτανε σε μια απ’ τις ατέλειωτες περιπλανήσεις του, που σ’ ένα ερημικό σκοτεινό δρομάκι άκουσε κάτι σαν υμνωδία πίσω από μια πόρτα. Την έσπρωξε δειλά και μπήκε. Κατάλαβε πως βρισκότανε σε μια εκκλησία, μα ολωσδιόλου αλλιώτικη από κείνες που ήξερε από μικρός.  Του φάνηκε πιο ζεστή, πιο ανεπιτήδευτη, πιο αληθινή –εκείνο που ζητούσε… Τα λόγια του άμβωνα τα κατάπιε σα διψασμένη γη. Πρώτη του φορά ένιωσε τη γνήσια «μεταφυσική συγκίνηση», που τόσο ποθούσε η καρδιά του. Ανήκοντας σ’ εκείνη την εκλεκτή μερίδα των ανθρώπων με τις σπάνιες ευαισθησίες, δε δυσκολεύτηκε να μπει στο νόημα του Σταυρού. Στον τελευταίο ύμνο μόλις συγκρατήθηκε να μη ξεσπάσει σε λυγμούς. Την επόμενη φορά σηκώθηκε κι ομολόγησε. Μια ομολογία γνήσια, καθαρή, έργο Θεού ολοφάνερο.  Κι ήταν η χαρά της εκκλησίας μεγάλη για το νέο παιδί που προστέθηκε στο σώμα του Χριστού.

    Την τρίτη φορά, στο τέλος της συνάθροισης, τον πλησίασε κάποιος από τους πρεσβυτέρους της εκκλησίας: «Αν, όπως ομολόγησες, έγινες παιδί του Θεού, τότε γιατί δε φροντίζεις νάχεις μια πιο χριστιανική εμφάνιση;» Τινάχτηκε σα να τον χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα. Ευαίσθητος πάντα του, κι εύθραυστος, δεν την άντεχε τη χοντρή κουβέντα. «Δεν καταλαβαίνω», ψέλλισε, «τι σχέση έχει ο Θεός με την εμφάνισή μου»…. «Έχει και παραέχει», τον αντίκοψε ο άλλος. «Είδες κανέναν εδώ μέσα με χαίτη, με χαϊμαλιά, με μπλου τζιν; Δεν καταλαβαίνεις πως θα προκαλέσεις τους άλλους με την εμφάνισή σου;»

    Θόλωσαν τα μάτια του. Τον έπιασε το παράπονο, ανάμικτο με αγανάκτηση. Εκείνος είχε έρθει με τόσο ανοιχτή καρδιά, τόσο αυθόρμητα… Είχε δοθεί στον Κύριο με τόσο άδολη ψυχή… Ούτε που σκέφτηκε να κοιτάξει τους άλλους τι φορούν, πώς κουρεύονται. Ούτε που φαντάστηκε πως θα μπορούσε νάχει κάποια σχέση εκείνο που ένιωθε και ζούσε με τα μαλλιά και τα παντελόνια…

    Κάποιοι άλλοι που άκουσαν τη συζήτηση πλησίασαν –νέοι αυτοί. Ζήτησε να πιαστεί από κάπου, ένα βλέμμα κατανόησης, ένα λόγο ανάλογο με τα υψηλά κι ουράνια που εκείνος ένιωθε… Σα χαστούκι του ήρθε κατάμουτρα η παρατήρηση από έναν απ’ αυτούς: «αν όλοι οι χριστιανοί νέοι είχαν την εμφάνιση τη δική σου, τότε σε τι θα ξεχώριζαν από τους κοσμικούς;» Α, ώστε έτσι λοιπόν! Τόσο χαμηλά τοποθετούσαν το πράγμα… Τόση σημασία στην εξωτερική εμφάνιση, όταν ο εσωτερικός άνθρωπος ζει το Χριστό τόσο έντονα –όταν αυτό είναι που ξεχωρίζει και πρέπει να ξεχωρίζει απ’ τον κόσμο, πρώτα απ’ οτιδήποτε άλλο…

    Δεν είπε λέξη. Με γρήγορα βήματα βγήκε μεσ’ στη νύχτα ν’ αναπνεύσει λίγο καθαρό αέρα. Ν’ αντικρίσει τον Κύριο «ενώπιος ενωπίω», πέρα απ’ τ’ αστέρια, στον καθαρό ουρανό, μακριά απ’ τη σκληρή «εκκλησιαστική» κοινωνία…

    Κάπου, σε κάποια σκοτεινή γωνιά, ο διάβολος έτριβε τα χέρια του χαιρέκακα…».

**************************

    Έχω την εντύπωση ότι σχετικά με το θέμα της εξωτερικής εμφάνισης του χριστιανού έχουν ειπωθεί και έχουν γραφτεί οι μεγαλύτεροι παραλογισμοί και τα πιο περίεργα πράγματα και οι πιο πολλές φαιδρότητες περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο κεφάλαιο της χριστιανικής ζωής και συμπεριφοράς, κι έχουν γίνει τα περισσότερα λάθη σε βλάβη της πνευματικής ζωής και της πνευματικής ατομικής κι εκκλησιαστικής πορείας. Η παράδοση ξεκινά από τα πρώτα ακόμα χρόνια της ιστορίας του χριστιανισμού. Στους πρώτους μεταποστολικούς αιώνες απαγορευόταν ακόμη και να αρωματίζουν το πρόσωπό τους οι γυναίκες χριστιανές. Φαίνεται πως οι χριστιανοί της εποχής εκείνης δεν είχαν προσέξει την εντολή του Χριστού «όταν νηστεύης άλειψον την κεφαλήν σου» (Ματθ. ή 17), συνήθεια που είχαν τότε και πιο παλιά όχι μονάχα πιστές γυναίκες, όπως η Ρουθ (Ρουθ γ΄3), αλλά και πιστοί άντρες όπως  ο Δανιήλ (Δαν. ι΄3). Κι είχαν παραβλέψει ακόμη το γεγονός, ότι ο Χριστός ευχαρίστως είχε αποδεχτεί τη σπατάλη του αρώματος από την κοπέλα που θέλησε έτσι να δείξει τη μετάνοιά της και να τον τιμήσει. Προφανώς ήθελε έτσι να τονίσει για ακόμη μια φορά ότι τα υλικά μέσα από μόνα τους ούτε πιο αμαρτωλό ούτε πιο άγιο κάνουν τον άνθρωπο, παρά μόνο η διάθεση της καρδιάς και το εσωτερικό της περιεχόμενο απ’ όπου ξεκινά η καλή ή η κακή χρήση των υλικών μέσων. Φυσικά, οι άντρες δεν επιτρεπόταν νάχουν μακριά μαλλιά, σ’ εφαρμογή των γνωστών λόγων του αποστόλου Παύλου. Εκτός από τα μακριά μαλλιά απαγορεύονταν και οι περούκες, γιατί αν ο πρεσβύτερος, έλεγαν, «επέθετε τας χείρας» πάνω σε μια περούκα, ποιανού τα μαλλιά θα ευλογούσε; Τα πραγματικά η τα ξένα; Πολύ αργότερα, στο 18ο αιώνα, διάσημοι χριστιανοί όπως ο Τζων Γουέσλεϋ ή ο Τζόναθαν Έντουαρτς ή ακόμη και ο Ιωάννης Σεβαστιανός Μπαχ και πολλοί άλλοι, εμφανίζονται με μεγαλοπρεπέστατες περούκες ή ίσως μερικοί και με μακριά μαλλιά, κι αυτό εντελώς δικαιολογημένα, καθώς το να μη φοράς περούκα τότε έμοιαζε σα να μη φοράς σήμερα ποτέ σου, ας πούμε, γραβάτα. Γραβάτα λοιπόν, ανοικτό πουκάμισο, ή ζιβάγκο; Διαλέξτε το πιο χριστιανικό απ’ όλα. Δε σας φαίνεται πως πολύ κατεβάζουμε έτσι το επίπεδο της πίστης του Χριστού; Ο Λόγος του Θεού μας παραγγέλλει να είμαστε ενδεδυμένοι με «αιδώ και σωφροσύνην», και η αιδώς και η σωφροσύνη εκφράζονται με άλλα μέσα σε κάθε εποχή. Κάτι που ήταν σεμνό και ευπρεπές τότε, σήμερα είναι άσεμνο και γελοίο. Έτσι την έπαθαν και οι Amish της Αμερικής, έμειναν στο 18ο αιώνα και μεταμορφώθηκαν απλώς σε γραφικούς τύπους του περιθωρίου.

      Απαγορεύονταν ακόμη στους αρχαίους χριστιανούς τα χρωματιστά ρούχα, γιατί «αν», έλεγαν,  «ήθελε ο Θεός να φοράμε κόκκινα, θάχε δημιουργήσει και κόκκινα πρόβατα». Τι θα έλεγαν άραγε για μας σήμερα, αν ξυπνούσαν και μας έβλεπαν με τις πολύχρωμες φορεσιές μας; Ασφαλώς πως μας έχει κατακυριεύσει ο κόσμος και το κοσμικό πνεύμα. Άραγε θα φταίγαμε εμείς γι’ αυτό, ή μήπως θάφταιγαν εκείνοι που θα μετέφεραν στη σημερινή εποχή το πνεύμα της εποχής τους και αντιλήψεις δικές τους που δεν έχουν πια σήμερα κανένα νόημα και δεν εξυπηρετούν κανένα πνευματικό σκοπό; Τα φορέματα ακόμη των ανδρών και των γυναικών δεν είχαν και μεγάλη διαφορά μεταξύ τους. Ένας απλός άσπρος χιτώνας ήταν αρκετός και για τα δύο φύλα, χωρίς ουσιαστική διάκριση. Ξεμπέρδευαν έτσι μια και καλή με το εδάφιο του Δευτερονομίου που τόσο βασανίζει μερικούς χριστιανούς σήμερα, και που εντελώς άκριτα και αδικαιολόγητα χρησιμοποιείται σαν επιχείρημα ενάντια στο γυναικείο παντελόνι: «Η γυνή δεν θέλει φορέσει το ανήκον εις άνδρα, ουδέ ο ανήρ θέλει ενδυθεί στολήν γυναικός». Όπως βλέπετε λοιπόν, η μόδα του «γιούνισεξ» δεν επινοήθηκε από τους κοσμικούς του εικοστού αιώνα. Υπήρχε ακόμη- ή και είχε τότε καθιερωθεί –ανάμεσα στους χριστιανούς των πρώτων μεταποστολικών χρόνων. Αν σήμερα την ακολουθούμε «είμαστε κοσμικοί και για το πυρ το εξώτερον» (και πράγματι, η υπερβολή και οι ακρότητες στον τομέα αυτόν κάθε άλλο παρά ταιριάζουν σε χριστιανούς). Οι πρώτοι όμως χριστιανοί αν δεν ακολουθούσαν την περίπου ενιαία εμφάνιση ανδρών και γυναικών γίνονταν ύποπτοι για κοσμικότητα. Όπως βλέπετε και πάλι, οι πνευματικές αλήθειες είναι οι μόνες διαχρονικές. Τα υλικά όμως μέσα που εκφράζουν τις αλήθειες αυτές μεταβάλλονται με το χρόνο. Άλλωστε αν συνεχίσουμε τον κατάλογο των απαγορεύσεων των πρώτων εποχών, ή αν στοχαστούμε λίγο περισσότερο πάνω σε όσα είπαμε, θα πειστούμε ακόμη πιο πολύ γι’ αυτή την αλήθεια. Διαβάζουμε για παράδειγμα στο ευαγγέλιο του Ιωάννη, ότι ο «ιματισμός» (ο χιτώνας) του Κυρίου ήταν «άραφος και από πάνω μέχρι κάτω υφαντός». Δώρο προφανώς κάποιου από τους εύπορους πιστούς της εποχής. Καμιά λοιπόν σχέση με το απλό ρούχο που τυλίγουν το σώμα τους οι χριστιανοί και οι χριστιανές στους κατοπινούς αιώνες. Ήταν ένας καλαίσθητος χιτώνας χωρίς τίποτε το φτηνό ή το φανταχτερό ή το επιδεικτικό. Ήταν όμως ένα όμορφο ρούχο. Ήταν ένα κομμάτι από την ομορφιά που σκόρπισε ο ίδιος ο Θεός γύρω μας κι έβαλε μέσα μας και την υλοποιούμε σε αληθινή, γνήσια τέχνη, που είναι –η τέχνη- φορέας αυτής της θεϊκής ομορφιάς. Βλέπετε πολλή ομορφιά στη σημερινή μόδα; Αναγνωρίζετε τόσο πολλή καλαισθησία; Κι αν η εξωτερική μας εμφάνιση αντανακλά την ομορφιά, τη γνήσια ομορφιά που χάρισε ο Θεός στον κόσμο, είναι κακό άραγε να απολαμβάνω αυτό που αποτελεί εικόνα κι αντανάκλαση των θεϊκών δώρων;  Προσοχή όμως! Ούτε η επίδειξη πλούτου, ούτε οποιαδήποτε υπερβολή, ούτε η πρόκληση, ούτε η φτήνια κι η ευτέλεια έχουν κάποια θέση ή κάποια σχέση με την ομορφιά που μας χάρισε ο Θεός.             

      Πώς όμως πραγματοποιούνται όλα αυτά στη ζωή μας; Και ποιους κανόνες μπορούμε να δώσουμε για μια τέτοιου είδους ομορφιά; Κι εδώ ακριβώς είναι που μπαίνει το τεράστιο κεφάλαιο της αληθινής, της γνήσιας πνευματικότητας. Από ολόκληρο το περιεχόμενο της Αγίας Γραφής προβάλλει η εικόνα του ολοκληρωμένου πιστού, που αποτελεί μια μοναδική πνευματική προσωπικότητα, που όλες οι πράξεις και εκδηλώσεις του αντανακλούν τον εσωτερικό του κόσμο και βρίσκονται σε θαυμαστή αρμονία με αυτόν. Μ’ άλλα λόγια: ό,τι έχεις μέσα σου αυτό θα βγάλεις έξω και με ό,τι θα πεις και με ό,τι θα κάνεις καιεγνώρισα ανθρώπους με ποδήρη χιτώνα [με ρούχα δηλ. που σκέπαζαν ολόκληρο το σώμα] και εν τούτοις αυτοί ήσαν οι βρωμερότεροι όλων»… Από το άλλο μέρος αν είσαι φτωχός εσωτερικά, αν δεν έχεις σταθερές αξίες, αν το περιεχόμενό σου αποτελείται από πράγματα φτηνά και ευτελή,  τότε όλη αυτή τη φτήνια και την ευτέλεια θα τη βγάλεις έξω, κι αυτό φυσικά δε θάχει καμιά σχέση ούτε με την αληθινή πνευματικότητα, ούτε με τη γνήσια ομορφιά. Θάναι απλά ένας στολισμός φτηνής επίδειξης «του πλέγματος των τριχών και της περιθέσεως των χρυσίων ή της ενδύσεως των ιματίων» -κι ας μη νομίσουμε πως μια τέτοιου είδους περιγραφή αφορά μονάχα το γυναικείο φύλο, γιατί ανάλογα φαινόμενα επίδειξης και φτήνιας, το ίδιο κραυγαλέα και απαράδεκτα, έχουμε και στην εξωτερική εμφάνιση των ανδρών. Θάθελα όμως σήμερα το πρωί ν’ αποτανθώ στις γυναίκες από ανάμεσά μας, και ξέρω πως δεν θα παρεξηγηθώ, γιατί οι περισσότερές σας ξέρετε πολύ καλά πόσο εκτιμώ και αγαπώ και θαυμάζω το φύλο σας για τα κάθε είδους  δώρα  που σας έχει χαρίσει ο Θεός: για το ωραίο μυαλό και για την εξυπνάδα πολλών από σας –κι αυτή η εξυπνάδα ξετυλίγεται κι αποδεικνύεται όλο και περισσότερο στη σημερινή εποχή, σε τομείς όπου αφήνεται η γυναίκα ελεύθερη χωρίς καταπίεση –για την ευαισθησία και τον πλούσιο εσωτερικό σας κόσμο, για την αφοσίωσή σας και το χάρισμα ν’ αγαπάτε και να δίνεστε ολοκληρωτικά, για την εξωτερική ομορφιά που μ’ αυτήν σας έχει προικίσει ο Θεός. Μην καταστρέφετε και διαστρέφετε όλα αυτά σας τα δώρα με τις ανασφάλειες και την έλλειψη αυτοπεποίθησής σας. Αναπτύξτε την προσωπικότητά σας –και η καθεμιά σας έχει μια προσωπικότητα ανεπανάληπτη που δε μοιάζει με τις υπόλοιπες, και η καθεμιά σας έχει τα ταλέντα της και τα χαρίσματα που τη στολίζουν με τον αληθινό στολισμό. Νιώστε ανεξάρτητες μέσα στα πλατιά πλαίσια που προκαθορίζει ο Λόγος του Θεού κι ελεύθερες από άχρηστα ή βλαβερά δεσμά που περιορίζουν την προσωπικότητά σας, που μια σειρά από αυτά τα δεσμά αφορούν και την εξωτερική εμφάνιση και που τα έχει επιβάλλει από τη μια μεριά το εκκλησιαστικό περιβάλλον που σε διάφορες εποχές και διαφόρους τόπους προβάλλει την εικόνα μιας γυναίκας άσχημης, άχαρης κι αντίθετης στην αληθινή της φύση, μιας γυναίκας που δεν έχει καμιά σχέση μ’ εκείνο το ωραίο πλάσμα που ονειρεύτηκε και δημιούργησε ο Θεός. Κι απ’ την άλλη ο κόσμος έξω με την καταδυνάστευση της μόδας που επιβάλλουν άντρες συμπλεγματικοί που δεν αγαπούν καθόλου το γυναικείο φύλο, γιατί οι περισσότεροί τους το ανταγωνίζονται και επιθυμούν και επιδιώκουν κάθε άλλο παρά να κάνουν τις γυναίκες όμορφες. Μόνο έτσι, μέσα στην αληθινή ελευθερία και με πλήρη την ανάπτυξη της προσωπικότητάς σας θα νιώσετε αληθινά όμορφες και αληθινά ελεύθερες –εν Χριστώ. Πάρτε προσεκτικά τα ευαγγέλια και διαβάστε πώς συμπεριφέρθηκε και πώς αντιμετώπισε ο ίδιος ο Χριστός τις εκπροσώπους του φύλου σας, και πώς κατέστρεψαν στα κατοπινά χρόνια και στους κατοπινούς αιώνες την όμορφη αυτή ατμόσφαιρα οι οπαδοί Του, και θα καταλάβετε τι εννοώ. με ό,τι θα φορέσεις. Ιδιαίτερα μάλιστα η εξωτερική σου εμφάνιση θα σ’ ακολουθεί παντού και συνεχώς, απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ, ακόμη κι όταν δε λες ή όταν δεν κάνεις κάτι που σε χαρακτηρίζει. Αν είσαι υποκριτής κι άλλα κουβαλάς μέσα σου κι άλλα θέλεις να δείξεις, η υποκρισία σου θα γίνει ολοφάνερη με την εξωτερική σου εμφάνιση. Ας μην εξαπατούμε τη συνείδησή μας. Η υπερβολικά πουριτανική εμφάνιση και η υπερβολική σεμνοτυφία εκτός από ελάχιστες γνήσιες εξαιρέσεις –και δεν ξέρω καν αν υπάρχουν τέτοιες- κρύβουν έναν εντελώς διαφορετικό εσωτερικό κόσμο γεμάτο κακίες, συμπλέγματα και αρκετές φορές και κρυφές επιθυμίες, που φυσικά δεν έχουν καμιά σχέση με τον εσωτερικό στολισμό που γι’ αυτόν μιλά ο Λόγος του Θεού. Δεν ξεχνώ τα λόγια κάποιου σοφού πνευματικού αδελφού που πολύ εκτιμούσα και που τώρα βρίσκεται στην παρουσία του Κυρίου: «

    Δεν είναι όμως όλα αυτά μονάχα για τις γυναίκες. Μιλήσαμε  για τον εσωτερικό κόσμο και την εσωτερική ομορφιά που αντανακλά και στο παρουσιαστικό μας, και θυμόμαστε εκείνα που είπε ο Θεός στο Σαμουήλ: «Διότι δεν βλέπει ο Κύριος καθώς βλέπει ο άνθρωπος. Διότι ο άνθρωπος βλέπει το φαινόμενον, ο δε Κύριος βλέπει την  καρδίαν» (Α΄Σαμ. ιστ΄7). Ήταν η στιγμή που άρχισαν να παρελαύνουν μπροστά στα μάτια του Σαμουήλ όλοι εκείνοι οι «παιδαράδες» με τα ωραία κορμιά και το φτωχό εσωτερικό κόσμο. Ωστόσο όταν έστειλε ο Ιεσσαί και φώναξαν και το Δαβίδ, τον εκλεκτό του Θεού, αυτός ήταν ξανθός, όπως μας τον περιγράφει η βιβλική διήγηση, και είχε ωραία μάτια, και είχε και όμορφο πρόσωπο. Κι αυτό σημαίνει πως το ωραίο εσωτερικό της καρδιάς δεν είναι καθόλου ασυμβίβαστο με το όμορφο παρουσιαστικό. Θάλεγα  μάλιστα πως το ένα βοηθά το άλλο. Πόσες φορές άνθρωποι με όχι και τόσο ικανοποιητική εμφάνιση τους είδαμε να λάμπουν κυριολεκτικά όταν ήταν ευτυχισμένοι. Πόσο επιφανειακό και φτηνό το πρότυπο της ομορφιάς που δίνουν τα ποικίλα μέσα μαζικής επικοινωνίας, τα περιοδικά, η τηλεόραση και τα όμοιά της, που δεν αναφέρονται σχεδόν καθόλου στη σύνθεση και στην αρμονία ανάμεσα στον εσωτερικό κόσμο και την εξωτερική εμφάνιση…

**************************

    Είπαμε στην αρχή πως σε κανένα κεφάλαιο της χριστιανικής ζωής δεν έχουν γίνει τόσοι εξωφρενισμοί και τόσες ανοησίες όσο στο κεφάλαιο της εξωτερικής εμφάνισης, κι αυτό σ’ ολόκληρη την ιστορία της εκκλησίας, από τον πρώτο αιώνα μέχρι σήμερα. Εκείνο που εξακολουθεί και παραμένει αδιευκρίνιστο, είναι το τι ακριβώς επιδιώκουν όσοι κατά καιρούς θεσπίζουν αυστηρούς κανόνες χωρίς εξαιρέσεις επιβάλλοντας ουσιαστικά ένα ομοιόμορφο παρουσιαστικό. Από τους κυριότερους, ο κυριότερος ίσως σε τέτοιου είδους επιδόσεις ο Ιωάννης Καλβίνος, που παρόλη την αδιαμφισβήτητη πνευματικότητά του διέπραξε το τεράστιο σφάλμα να θέλει ν’ αλλάξει τον άνθρωπο απ’ έξω ανεξάρτητα από την εσωτερική πνευματική του κατάσταση. Αξίζει ν’ αναφέρουμε μερικές από τις απαγορεύσεις του, για να δείξουμε σε ποιο σημείο μη πνευματικότητας μπορεί να φτάσει ένας πνευματικός άνθρωπος και σε τι σημείο ευτέλειας μπορεί να οδηγηθεί από τους ίδιους τους οπαδούς της η πιο ευγενική διδασκαλία που υπήρξε ποτέ σ’ αυτόν τον κόσμο, η χριστιανική διδασκαλία. Γράφει λοιπόν ο Τσβάϊχ για τη Γενεύη του Καλβίνου στο βιβλίο του «Καστελιόν και Καλβίνος»: «Απαγορεύονται όλες οι φορεσιές, εκτός από τις πολύ σοβαρές, τις σχεδόν καλογερίστικες, απαγορεύεται επομένως και στους ραφτάδες να δημιουργούν καινούργια σχέδια χωρίς την άδεια του (εκκλησιαστικού) συμβουλίου· απαγορεύεται στις κοπέλες να φορούν μεταξωτά φορέματα αν δεν είναι δεκαπέντε χρονών, και σ’ εκείνες που πέρασαν αυτήν την ηλικία να φορούν βελούδινα φορέματα· απαγορεύονται τα φορέματα με χρυσά και ασημένια κεντήματα, τα σιρίτια, τα επίχρυσα κουμπιά και οι αγκράφες, και γενικά κάθε χρυσό αντικείμενο και κάθε κόσμημα. Απαγορεύεται στους άντρες νάχουν μακριά μαλλιά, στις γυναίκες νάχουν ωραία χτενίσματα· απαγορεύονται τα φορέματα που είναι γαρνιρισμένα με νταντέλα, τα γάντια, τα τρυπητά παπούτσια». Σας φαίνονται αστεία και περίεργα πολλά απ’ αυτά; Δεν διαφέρουν και πολύ από τις αντιλήψεις πολλών εκκλησιών ακόμη και σήμερα. Σε κάτι τέτοια και άλλα παρόμοια στηρίζεται ο Χρήστος Γιανναράς κι ο Κώστας Ζουράρις και κατηγορούν για κακώς εννοούμενο ηθικισμό την ευαγγελική εκκλησία ισχυριζόμενοι πως τάχα η γνήσια ορθοδοξία των περασμένων αιώνων ασχολείται με άλλα, πιο πνευματικά πράγματα. Τίποτε πιο ανακριβές από αυτό. Ή μας περνάνε για αδιάβαστους, ή δεν έχουν διαβάσει οι ίδιοι μερικά πράγματα. Έχω στα χέρια μου, για παράδειγμα, το βιβλίο κάποιου Νικόδημου (ίσως του Νικόδημου του Αγιορείτη) θεολόγου μοναχού –η περισσότερη ορθόδοξη  θεολογία έχει βγει, όπως είδαμε προχθές*, από τα μοναστήρια –έκδοση του 18ου αιώνα, που συναγωνίζεται ή Και   ξεπερνά τον  Καλβίνο  στις  απαγορεύσεις  και  στον   κακώς  εννοούμενο ηθικισμό. Που ουσιαστικά απαγορεύει τα πάντα στους χριστιανούς. Ακούστε και θαυμάστε μερικά: «το να αλείφεται τινάς [κάποιος] με μύρα, ή να βαστάζη μόσχους και άλλα αρώματα και μυριστικά, και αυτά ελκύουσι το σώμα, χαυνώνουσι την ψυχήν και ερεθίζουν τον άνθρωπον ευκόλως να ρέπη εις τα πάθη της σάρκας. Δια τούτο και όσοι άνδρες μεταχειρίζονται αυτά ψαρεύουσι δια τούτων ωσάν δια δικτύων τας γυναίκας εις έρωτα. Ομοίως  και όσες γυναίκες αλείφονται με μυριστικά, ή βαστάζουν αρώματα, άλλον σκοπόν δεν έχουν, ειμή δια να τραβήξουν  δια τούτων τους άνδρας εις έρωτα· και καθολικώς ειπείν, όσοι και όσαις μεταχειρίζονται τα τοιαύτα μυριστικά, είναι πόρνοι και πόρναις». Και αλλού λέει: «Καθώς αι γυναίκες δεν πρέπει να στολίζωνται, και  μάλιστα όταν ανέρχωνται εις την εκκλησίαν, έτσι παρομοίως δεν πρέπει να περιπατούν με ασκέπαστον πρόσωπον αλλά πρέπει να σκεπάζουν όχι μόνον την κεφαλήν αλλά και το πρόσωπον αυτών, όταν ευγαίνουν έξω από τον οίκον αυτών» (κάτι δηλ. σαν το φερετζέ). Αναφέρει μάλιστα ο συγγραφέας έξι λόγους για τους οποίους πρέπει να γίνεται κάτι τέτοιο. Ανάμεσα σ’ αυτούς: «δεν σκανδαλίζουν [οι σκεπασμένες γυναίκες] τους ξένους άνδρες όπου τας βλέπουν, αλλά δια του σκεπάσματος του προσώπου των, τους ελευθερώνουν από την επιθυμίαν της σαρκός». Και ακόμη: «αν είναι και άσχημαις αι γυναίκες, με το σκέπασμα όμως του προσώπου των σκεπάζουσιν ομού και την ασχημίαν αυτών, και κάμνουσι τους άλλους να ταςεύμορφαις, το οποίον είναι εις αυτάς επιθυμητόν». Πολύ «κοσμικό» το τελευταίο επιχείρημα, δε βρίσκετε; νομίζουν πως είναι

    Ας γυρίσουμε όμως και πάλι στα «καθ’ ημάς», και στα όσα συμβαίνουν στις εκκλησίες μας. Δεν πρόκειται να σχολιάσουμε πολλά απ’ αυτά. Θάθελανάναι κάποια επιχειρήματα που οι υποστηρικτές τους καυχώνται πως έχουν τάχα γερές βιβλικές βάσεις. Πρόκειται για το μήκος των μαλλιών στους άντρες, κάτι που κάθε τόσο απασχολεί τις εκκλησίες και τόχουμε ζήσει κι εμείς. Πρόσφατα, με αφορμή τον ερχομό ενός ξένου ροκ χριστιανικού συγκροτήματος ξαναήρθε το θέμα στο προσκήνιο. Κάποια ανώνυμη προκήρυξη κατηγορούσε τους ξένους μουσικούς γιατί παραβίαζαν την εντολή της Αγίας Γραφής, που εκφράζεται στο γνωστό εδάφιο του αποστόλου Παύλου «ο ανήρ εάν έχει κόμην, είναι εις αυτόν ατιμία». Ωστόσο τα πράγματα δεν είναι και τόσο απλά και ξεκάθαρα στην ερμηνεία του εδαφίου, όπως φαίνονται από πρώτη όψη. Ας σημειωθεί μάλιστα πως, αν δεν κάνω λάθος, το εδάφιο αυτό είναι το μοναδικό μέσα σ’ ολόκληρη την Αγία Γραφή που αναφέρει κάτι τέτοιο, και υπάρχουν πολλά άλλα που μας δείχνουν πως δεν είναι καθόλου διαχρονικό. Στο Άσμα Ασμάτων, για παράδειγμα, στο 5ο κεφάλαιο, στα 10 και 11 εδάφια, λέει η κοπέλα προς τον αγαπημένο της: «Ο Αγαπητός μου είναι λευκός και ερυθρός διακρινόμενος μεταξύ μυριάδων, η κεφαλή αυτού χρυσίον δεδοκιμασμένον, οι πλόκαμοι αυτού κλάδοι φοινίκων μέλανες ως κόραξ». Άλλωστε και οι Ναζηραίοι, ειδική θρησκευτική ομάδα, ουδέποτε κούρευαν τα μαλλιά τους, και αυτό ήταν σημάδι της αφιέρωσής τους στο Θεό, κι αυτό ήταν αποδεκτό από όλους και σεβαστό. Και μάλιστα υπάρχουν συγγραφείς της Παλιάς Διαθήκης, όπως ο Ιερεμίας, που κατακρίνουν το κούρεμα των μαλλιών (το «φαλάκρωμα») των ανδρών. Σύμφωνα με μια πληροφορία, ιδιαίτερα μακριά μαλλιά  την εποχή του Χριστού και των αποστόλων άφηναν οι πλούσιοι, και ίσως ο Παύλος θέλησε να καυτηριάσει αυτή την επιδεικτική υπερβολή. Κατά ένα περίεργο τρόπο η πανάρχαια παράδοση έχει διασώσει τον ίδιο το Χριστό με μακριά μαλλιά, κι αυτό κάνει ακόμη πιο αινιγματική την κατηγορηματική αυτή δήλωση του αποστόλου Παύλου. Ας το ξαναπούμε: οι έννοιες της σεμνότητας , της ευπρέπειας, της  αισχύνης, είναι διαχρονικές. Ο τρόπος όμως που αυτές υλοποιούνται μεταβάλλεται με το χρόνο. Τη ζούμε άλλωστε αυτή τη μεταβολή κι εμείς οι ίδιοι μέσα στον περιορισμένο χρόνο της ζωής μας. Πόσες φορές δεν έχει αλλάξει η μόδα και οι αντιλήψεις σχετικά με τα μακριά και τα κοντά αντρικά και γυναικεία μαλλιά μέσα στις τελευταίες δεκαετίες; Πώς μπορεί λοιπόν κανείς να φτάσει σε συμπεράσματα για ολόκληρους αιώνες; Δυστυχώς στο διήγημα που διαβάσαμε, θύμα δεν ήταν μονάχα ο νεαρός μακρυμάλλης με μαλλί που μόλις μισοσκέπαζε τ’ αυτιά του. Θύματα ήταν κι όλοι οι πιστοί της εκκλησίας που τους είχαν μάθει να αποτιμούν την πνευματικότητα ανάλογα με την εξωτερική εμφάνιση, όπως την έκοβε και την έραβε –επακριβώς- η εκκλησιαστική τους παράδοση. Θύμα ήταν κι ο νεαρός κάποιας εκκλησίας που πρόσφατα έχοντας πληροφορηθεί ότι στην εποχή του Χριστού οι άντρες άφηναν τα μαλλιά τους μακριά, απεφάνθη: «τότε σίγουρα ο Χριστός –ειδικά αυτός- τα έκοβε κοντά»… Και τέλος θύμα ήταν κι η κοπέλα που πριν από αρκετές δεκαετίες είχε ξεκινήσει μια φράση της ως εξής: «όταν ένα παιδί χτενίζει τα μαλλιά του σύμφωνα με το θέλημα το Θεού…». Θυμάμαι στην παλιά μας εκκλησία πόσες ώρες ξοδεύονταν σε συζήτηση πάνω στο μεγάλο πρόβλημα αν πρέπει η γυναίκα να κόβει τα μαλλιά της κοντά ή να τα μαζεύει σε κότσο πίσω από το κεφάλι. Και κάποιος αδελφός που πέθανε πριν από αρκετά χρόνια συνήθιζε ν’ αποκαλεί τον εαυτό του «παρατηρητή του οίκου Ισραήλ» αποδίδοντας εύσημα και βραβεία σε όσες είχαν μακριά μαλλιά –ακόμη και τότε που είχαν γίνει πια μόδα για όλες τις κοπέλες- ή σε όσες είχαν μακριά μανίκια ή μακριά φούστα -όχι εντελώς μακριά, «μάξι», γιατί κι αυτή ένα διάστημα θεωρήθηκε κοσμική όταν ήρθε στη μόδα. Κι όσο για το ανδρικό μούσι, κάποτε αποτελούσε αφορμή για μερικές εκκλησίες αποκοπής από το Δείπνο του Κυρίου. Σήμερα αντίθετα είναι αποδεκτό ακόμη και για εργάτες του άμβωνα. Πότε άραγε ήμασταν περισσότερο μέσα στο θέλημα του Θεού; Τότε ή σήμερα; όμως, για χαρακτηριστικό παράδειγμα, να πούμε μερικά για κάτι που αφορά τους άντρες αυτή τη φορά, για να καταλάβουμε πόσο βιβλικά αστήρικτα μπορεί

    Ας σοβαρευτούμε, αδελφοί μου. Όλα αυτά δεν έχουν καμιά σχέση με τον αληθινό χριστιανισμό. Όλοι αυτά αποτελούν διαστρέβλωση και διαστροφή της χριστιανικής διδασκαλίας και πίστης. Γιατί εκτός απ’ το ότι το να δογματίζουμε πάνω σε τέτοια θέματα αποτελεί λαθεμένη τακτική -και θέλω να ελπίζω πως αυτό αποδείχτηκε αρκετά ξεκάθαρα στη διάρκεια της ομιλίας μας- παρασύρουν τους πιστούς σε πολύ επικίνδυνους δρόμους. Στους δρόμους του εφησυχασμού, του τυπικισμού και του πνευματικού εγωισμού, χωρίς πνευματικό αντίκρισμα μάλιστα. Έχω γνωρίσει πολλούς, πάρα πολλούς χριστιανούς, που επειδή κρατούν κάποιους σταθερούς κανόνες στην εξωτερική τους εμφάνιση και σε μερικούς άλλους τομείς, τους ίδιους πάντα, όπως είναι π.χ. το θέαμα, νομίζουν ότι έχουν εκπληρώσει το σύνολο των απαιτήσεων της χριστιανικής ζωής, ότι βρίσκονται οριστικά στο σωστό πνευματικό δρόμο, ότι «πλούτισαν» μ’ ένα λόγο, «και δεν έχουν χρείαν ουδενός». Κι όταν αυτή η νοοτροπία επικρατήσει σε μια ολόκληρη εκκλησία, είναι ένας από τους πιο σίγουρους δρόμους για τον τυπικισμό και τον πνευματικό θάνατο της εκκλησίας αυτής. Είναι εκπληκτικό και προκαλεί θλίψη και ανησυχία το γεγονός ότι σε αρκετές εκκλησίες έχει υποχωρήσει η υγιαίνουσα διδασκαλία, έχουν ξεχαστεί οι καρποί του Πνεύματος, επικρατεί αναταραχή και φιλονικία, και η μόνη συχνή συζήτηση –και σημαία- είναι τα παντελόνια, τα δαχτυλίδια, τα μαλλιά, στην προσπάθειά μας τάχα να διαφέρουμε από τον κόσμο. Πόσες φορές πρέπει να το τονίσουμε ότι αλλού είναι που πρέπει νάναι η μεγάλη διαφορά μας με τον κόσμο: στο χριστιανικό ήθος, στην αμοιβαία αποδοχή, στην ηθική καθαρότητα και τιμιότητα, στην απουσία του φθόνου και της κακίας, στον ευαγγελιστικό ζήλο, και προπάντων στην αγάπη και στα έργα της αγάπης και της θυσίας. Πάρτε και διαβάστε τα ευαγγέλια και τις επιστολές. Είναι γεμάτα από πνευματικές προτροπές για αγάπη, για ομόνοια, για καθαρότητα, για πίστη, και σ’ ελάχιστες φράσεις –τρεις τέσσερις- γίνεται αναφορά στην εξωτερική εμφάνιση. Κι όσο για τον ίδιο το Χριστό ούτε μία φορά δεν αναφέρεται σε τέτοια θέματα. Γιατί τον απασχολούσαν πολύ πιο σοβαρά και πολύ πιο πνευματικά προβλήματα. Κανείς δεν ισχυρίζεται πως ο χριστιανός και η χριστιανή είναι ελεύθεροι να εμφανίζονται εντός ή και εκτός εκκλησίας με όποια έξαλλη ή όποια επιδεικτική εμφάνιση. Κι είναι υποχρεωμένη η εκκλησία ή κάποιοι από τους πνευματικούς αδελφούς να υποδεικνύουν μερικές βασικές αρχές είτε δημόσια είτε ιδιωτικά, με πνεύμα όμως αγάπης και κατανόησης και όχι «από καθέδρας». Κι αυτό για κάποιους που δεν εννοούν να καταλάβουν απλά, βασικά πράγματα, και ορισμένες στοιχειώδεις πνευματικές αρχές. Άλλο όμως αυτό, κι άλλο να θεσπίζουμε απαγορεύσεις και να χρησιμοποιούμε αστυνομικά μέσα που θυμίζουν πολύ τη Γενεύη του Καλβίνου, και που δεν οδηγούν πουθενά παρά μονάχα στην υποκρισία ή στην εθελοθρησκία. Λέει ο Φράνσις Σαίφερ, ο μεγάλος χριστιανός στοχαστής, στο βιβλίο του «Αληθινή Πνευματικότητα» (True Spirituality) σχετικά με διάφορες λίστες –καταλόγους- απαγορεύσεων, που άτυπα ή κυριολεκτικά εκδίδουν διάφορες εκκλησίες ή χριστιανικές ομάδες: «Μπορώ να παίρνω τους καταλόγους που κάνουν οι άνθρωποι και φαινομενικά να τους τηρώ, αλλά η καρδιά μου να μη βρίσκεται σε αληθινή υποταγή. Όταν όμως έρθω στο πνευματικό βάθος των Δέκα Εντολών («δεν θέλεις επιθυμήσει…»), όταν έρθω στο πνευματικό βάθος των Νόμων της Αγάπης («θέλεις αγαπά…»), εάν στρέψω  την ακοή μου έστω και λίγο προς  την κατεύθυνση του Αγίου Πνεύματος, δεν μπορώ τότε να εξακολουθώ να νιώθω εγωισμό και περηφάνια. Αυτό θα με οδηγήσει στα γόνατα. Σ’ αυτή τη ζωή ποτέ μου δεν έχω δικαίωμα να πω «έφτασα στο τέρμα, όλα τελείωσαν, κοιτάξτε με –είμαι άγιος». Όταν μιλάμε για τη χριστιανική ζωή ή για την αληθινή πνευματικότητα, όταν μιλάμε για την απελευθέρωση από τα δεσμά της αμαρτίας, αυτό σημαίνει ότι πρέπει ν’ αγωνιζόμαστε διαρκώς για τα προβλήματα που αφορούν τον εσωτερικό μας άνθρωπο, κι αυτό σημαίνει τον αγώνα ενάντια σε επιθυμίες που προσβάλλουν το Θεό ή τους συνανθρώπους μας, και ακόμη σημαίνει το δρόμο της αγάπης προς το Θεό και τους ανθρώπους. Και με κανένα τρόπο δε σημαίνει το να τηρούμε μια σειρά από απλά εξωτερικές διατάξεις».

    Τούτες οι τόσο πνευματικές σκέψεις ας είναι και οι τελευταίες για σήμερα το πρωί, με την ευχή να βρουν γόνιμο  έδαφος μέσα μας.

 

*Σημ.: η παρατήρηση αναφέρεται στη διάλεξή μου «Σκέψεις για την Ορθοδοξία» που θα εκδοθεί σε ξεχωριστό βιβλίο.


  

Σημ: για την παραπάνω ομιλία χρησιμοποιήθηκαν οι εξής πηγές:

 

1. R. Bainton: Pellican History of the Church.

2. Βιβλίο Νικόδημου-Λόγος Ε΄.

3. «Η Καθημερινή Ζωή στην Παλαιστίνη»

4. Vittorio Messori: «Υπόθεση Ιησούς».

5. Σ. Τσβάϊχ «Καστελιόν και Καλβίνος»

6.W. Durant: «Παγκόσμιος Ιστορία του Πολιτισμού».

7. Παλαιά και Καινή Διαθήκη.

 

(Συνέδριο Θεσσαλονίκης, 11/3/2000)

 

Comments are closed.