Τα δεδομένα εμπειρικών μελετών και θεωρητικών σχημάτων, μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι έναν αξιόλογο και αξιοπρόσεκτο ρόλο στη διαμόρφωση της ψυχοσύνθεσης και του χαρακτήρα (της ψυχό-κοινωνικό-συναισθηματικής οντότητας) του καθένα και της καθεμίας μας διαδραματίζει η σειρά γέννησής μας στην πατρική οικογένεια δηλαδή είναι σημαντικό το εάν είμαστε πρωτότοκα, δευτερότοκα ή τριτότοκα παιδιά.
Τα δημογραφικά χαρακτηριστικά της σύγχρονης ελληνικής οικογένειας έχουν αλλάξει σημαντικά στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών. Έτσι η κλασική «εκτεταμένη» οικογένεια στην οποία κάποτε συμβίωναν τρεις γενιές, παππούδες-γιαγιάδες, παιδιά και τα παιδιά των παιδιών τους, έχει δώσει πια τη θέση της στη μικρή (την «πυρηνική» οικογένεια) όπου δυο γονείς ζούνε με δυο και πολύ συχνά με το ένα παιδί τους (οι οικογένειες τριών παιδιών…σπανίζουν πια). Το πρωτότοκο παιδί γεννιέται και αντιμετωπίζει μέσα στο σπίτι του ένα κοινωνικό-ψυχολογικό περιβάλλον σημαντικά διαφορετικό από εκείνο που θα αντιμετωπίσει το δευτερότοκο ή το τριτότοκο παιδί. Πρώτο, και για μερικούς ίσως βασικότερο στοιχείο, για το πρωτότοκο παιδί αποτελεί η σχετική απειρία των γονέων του σε θέματα ψυχοκοινωνικών γνώσεων και αγωγής του παιδιού. Έτσι, κάθε διακύμανση στην υγεία του, κάθε φυσιολογικό βήμα στη διαδικασία της εξελικτικής του πορείας αποτελούν για τους γονείς του πρωτότοκου παιδιού σημαντικά γεγονότα πρόκλησης χαράς, συγκίνησης, φόβου, αγωνίας και κάθε ψυχοσυναισθηματικού προβληματισμού.
Ιδιαίτερα προβλήματα δημιουργεί στα νέα ζευγάρια και τα παιδιά τους η έλλειψη στο άμεσο περιβάλλον παππούδων και γιαγιάδων που θα μπορούσαν να μετριάσουν την απειρία των νεοφώτιστων γονιών. Επιπρόσθετα, τα πρωτότοκα παιδιά πιέζονται να επιτύχουν «πρωτιές» σε κάθε συμπεριφορά τους, σε κάθε αντικειμενική εκδήλωση της διανοητικής αλλά και της φυσιολογικής ωρίμανσης τους (π.χ. την ικανότητα να μιλήσουν, να περπατήσουν, να συναναστραφούν επιτυχώς με άλλα παιδιά). Οι σύγχρονες συνθήκες ζωής αναγκάζουν τα πρωτότοκα παιδιά να μεταβληθούν και σε «προστάτες του ή των μικρότερων αδερφών τους», δηλαδή σε baby-sitter, καθώς καλούνται να φροντίσουν το μικρότερο αδερφάκι την ώρα που και τα ίδια διανύουν την παιδική ηλικία.
Συνοψίζοντας μερικά από τα τεκμηριωμένα πορίσματα ερευνητικών προσπαθειών μπορούμε να πούμε τα ακόλουθα:
1. Τα πρωτότοκα παιδιά παρουσιάζουν σημαντικά ανεπτυγμένο το συναίσθημα της ανάγκης για επιτυχία και οι δομές της προσωπικότητάς τους περιέχουν πολλές αξίες και χαρακτηριστικά που φαίνεται να είναι αποδεκτά από τους γονείς και άλλα «ώριμα στη ηλικία» πρόσωπα του περιβάλλοντος στο οποίο ζούνε και δραστηριοποιούνται.
2. Τα πρωτότοκα παιδιά έχουν την τάση να «ταυτίζονται» με τους μεγαλύτερους σε ηλικία, καθώς μέσα στην οικογένεια ή στον κύκλο των συγγενών τα πρόσωπα που τους παρέχουν πρότυπα προς μίμηση, είναι οι γονείς ή κάποιοι μεγαλύτεροι θείοι και θείες, και έτσι αργότερα στη ζωή τους τα παιδιά αυτά επιδιώκουν και συνάπτουν φιλίες και συναναστρέφονται άτομα μεγαλύτερης από αυτά ηλικίας.
3. Καθώς ο ερχομός του δεύτερου παιδιού ανατρέπει τις ψυχοσυναισθηματικές ισορροπίες στο οικογενειακό περιβάλλον, το πρωτότοκο παιδί βιώνει εμπειρικά το άγχος της απώλειας της «αποκλειστικότητας της γονεϊκής αγάπης», αποκτά την τάση για υπερευαισθησία και δημιουργεί μέσα του κάποια ελάχιστα (συχνά καθοριστικά) στοιχεία ψυχικού τραύματος, έχοντας χάσει τη θέση του ως επίκεντρο ενδιαφέροντος των γονέων και όλων των άλλων συγγενών.
4. Συχνά η αντίδραση του πρωτότοκου παιδιού στο δευτερότοκο «εισβολέα που κλέβει την κεντρική θέση» εμπεριέχει και στοιχεία μιας δυνατής ζήλιας και θυμού και έτσι ξεκινά ένα ψυχοσυναισθηματικό υπόστρωμα για μελλοντική δημιουργία συναισθημάτων ενοχής απέναντι σε πολλά και διάφορα πρόσωπα και καταστάσεις.
5. Τα στατιστικά στοιχεία από ψυχολογικές μελέτες, δείχνουν ότι τα πρωτότοκα παιδιά παρουσιάζονται με υψηλά ποσοστά επιτυχίας στις Τέχνες και τα Γράμματα, όπως και στην πολιτική, και με λιγότερη συχνότητα στο εμπόριο.
6. Σε θέματα όμως, ψυχοσυναισθηματικού περιεχομένου, τα πρωτότοκα παιδιά τείνουν να υστερούν σε σύγκριση με τα δευτερότοκα ή τα τριτότοκα καθώς σε γενικές γραμμές, η προσωπικότητά τους περιέχει λιγότερα στοιχεία επιθετικότητας, έχουν υψηλή ροπή προς δημιουργία πολλών συναισθημάτων ενοχής και στις πολιτικές τους τοποθετήσεις είναι συνήθως συντηρητικά άτομα.
Τα δευτερότοκα και τριτότοκα παιδιά παρουσιάζουν ικανότητες σε θέματα ανταγωνιστικότητας, διακρίνονται για επαναστατικό χαρακτήρα και ριζοσπαστικές τοποθετήσεις, επιδίδονται με υψηλή συχνότητα στα σπορ και έχουν έντονη κοινωνική δραστηριότητα και μειωμένες, σε σύγκριση με τα πρωτότοκα, ψυχοσυναισθηματικές διακυμάνσεις και προβληματισμούς. Καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της προσωπικότητας και του χαρακτήρα των παιδιών μας, δεν διαδραματίζει απλά και μόνο η σειρά γέννησής του αλλά και το φύλο των άλλων αδερφών τους, όπως επίσης και το χρονικό διάστημα που παρεμβάλλεται ανάμεσα στο πρώτο και τα επόμενα παιδιά. Μέσα στα πλαίσια αυτής της θεώρησης, ανακαλύπτουμε ότι τα παιδιά που έχουν έναν ακόμη αδερφό διακρίνονται από έντονα χαρακτηριστικά «ανδροκρατίας», σε σύγκριση με τα παιδιά που έχουν μια ακόμη αδερφή.
ΟΙ σώφρονες και ψυχοσυναισθηματικά ισορροπημένοι γονείς χρειάζεται να διαχειρισθούν λειτουργικά την επίδραση που ασκεί στον ψυχικό κόσμο κάθε παιδιού το τυχαίο γεγονός της χρονικής άφιξής του στην οικογένεια. Οι άνθρωποι μοιάζουμε σε πολλά αλλά και διαφέρουμε σε τόσα, ώστε ο καθένας και η καθεμιά μας να αποτελεί μια…ανεπανάληπτη οντότητα.