ΔΑΚΡΥ ΕΝΑΣ ΚΟΜΠΟΣ… (Ποίημα)

 

Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιές

και οι καρδιές μένουν κλειστές
-απρόσιτο το θάμα–
διπλομαντάλωτες, υγρές,
αφώτιστες οι φυλακές
–ανήμπορο το τάμα.
 
Τείχη ψηλά, αδιαπέραστα
μέσα μας φυτρωμένα
αμείλιχτα χωρίζουνε
το “σένα” απ’ το “μένα”,
το “μένα” απ’ το “Μένα”.
 
Κάτω μας τα ηφαίστεια,
πάνω μας πλέρια ουράνια,
δίπλα μας επανάστασες
θυμιάματα, λιβάνια.
 
Τα πάνθεα τραντάζονται,
κλονίζονται, ριγούνε.
Στ’ απόρθητα τα κάστρα μας
πέτρας βλαστοί ανθούνε.
 
Κάποτε ένα ίδρωμα
στην παγερή φασάδα,
μια θέρμη, μια κρυάδα.
Δάκρυ ένας κόμπος…
Πώς να ζεστάνει ο κόσμος;
 
Κοντοζυγώνει η νυχτιά
και η ψυχή ανασταίνει.
Στ’ όνειρο να ξαναγευτεί
τη φευγαλέα τη στιγμή
ελπίζει και προσμένει.
 
Γιούλικα Κ. Masry
 
(Εσωτερικές Διαρρυθμίσεις, Νεφέλη, 1988)

Comments are closed.