Έχω παρατηρήσει ότι τα περισσότερα ενήλικα παιδιά θυμούνται τους γονείς τους μόνον όταν έχουν συμφέρον, δηλαδή όταν έχουν κάτι να πάρουν από αυτούς. Την περασμένη βδομάδα ο γιος μου με θυμήθηκα όταν ξέμεινε από χρήματα για να μου ζητήσει δανεικά. Πριν δύο μήνες πάλι μου είχε ζητήσει δανεικά για κάποιο άλλο λόγο. Το καλοκαίρι πάλι το ίδιο, όταν δεν του έφταναν τα λεφτά για την επισκευή του αυτοκινήτου του.
Πέρσι ένας φίλος μου είχε ζητήσει δανεικά ένα σημαντικό ποσό. Σχεδόν έκλαιγε για να με πείσει ότι ήταν πολύ μεγάλη ανάγκη.
Πρόπερσι δάνεισα σε έναν συνάδελφο «για να μη τον βάλουν φυλακή», όπως μου είπε, και πριν τρία χρόνια δάνεισα σε έναν συγγενή. Τότε μάλιστα, επειδή το ποσό ήταν μεγάλο και δεν το διέθετα, πήγα και δανείστηκα εγώ από την τράπεζα.
Όλοι αυτοί, όταν τους έδωσα αμέσως τα χρήματα, μου υποσχέθηκαν κατηγορηματικά ότι το αργότερο σε ένα μήνα θα μου τα επιστρέψουν.
Μέχρι σήμερα όμως, όχι μόνον δεν τα επέστρεψαν, αλλά όποτε τους βλέπω ούτε καν το αναφέρουν, θαρρείς ότι το ξέχασαν σαν να μην έχει συμβεί τίποτα.
Στην αρχή, όταν πέρασε ο καιρός στενοχωριόμουν πολύ. Όχι τόσο για τα χρήματα που έχασα (αυτά που δανείστηκα με ψηλό τόκο από την τράπεζα τα εξόφλησα σιγά-σιγά με δόσεις), αλλά γιατί ντρεπόμουν να τους τα ζητήσω. Αντί να ντρέπονται και να στενοχωριούνται αυτοί, στενοχωριόμουν εγώ.
Τελικά άκουσα τη συμβουλή της γυναίκας μου :
Για να μη στενοχωριέσαι, ένας τρόπος μόνον υπάρχει. Θα πάψεις να τα σκέφτεσαι όλα αυτά. Θα πάψεις να περιμένεις να σου τα επιστρέψουν. Εάν κάποιος το κάνει, με γεια του με χαρά του, εάν όχι, πάλι με γεια του. Δόξα το Θεό, από όλα έχουμε, δεν εξαρτώμαστε από αυτά.
Έτσι έκανα, πραγματικά, και ησύχασα.