Γράφει ο Παναγιώτης Σταυρινού, Μαθηματικός
Όταν διάβασα για πρώτη φορά στην Καινή Διαθήκη τη συνομιλία του Κυρίου με τον τυφλό της Ιεριχώ και επίσης αυτή με τον παράλυτο της Βηθεσδά, ομολογώ ότι και στις δυο περιπτώσεις διερωτήθηκα. Γιατί ο Χριστός ζητά από αυτούς τους ανθρώπους να του απαντήσουν σε κάτι αυτονόητο; Συγκεκριμένα στην Ιεριχώ ρωτά τον τυφλό: «Τι θέλεις να σου κάμω»; (Λουκ.18/41). Στη Βηθεσδά ρωτά κάποιον που ήταν παράλυτος για τριάντα οχτώ χρόνια, αν θέλει να γίνει καλά (Ιω.5/6). Γιατί ο Παντογνώστης Κύριος υπέβαλε τέτοιες ερωτήσεις, αφού η απάντηση είναι αναμενόμενη; Πιστεύω ότι με την καταφατική μας απάντηση, ομολογούμε δημόσια ότι Τον αναγνωρίζουμε ως τον κυρίαρχο Δημιουργό «ορατών τε πάντων και αοράτων», ότι έχει εξουσία στη ζωή μας και ότι είναι ο μόνος αρμόδιος για να αναλάβει τα προβλήματά μας. Με άλλα λόγια ομολογούμε ότι είναι ο Κύριος μας και ο Θεός μας. Έτσι εξαγγέλλουμε την εξάρτησή μας με ένα πρόσωπο που μας αγαπά και μας κατανοεί. Κι αυτό είναι διακήρυξη πίστεως. Μπορούμε να απευθυνόμαστε στο Θεό Πατέρα, αιτούμενοι πράγματα που δε συγκρούονται με το θέλημά Του και να τα ζητάμε στο όνομα του Χριστού. «Όσα αν αιτήσητε τον Πατέρα εν τω ονόματι μου δώσει υμίν» (Ιω.16/23). Αυτή είναι η σύσταση Του.
Οι προσευχές μας μοιάζουν με επιστολές, που για να φτάσουν στο θρόνο του Θεού πρέπει να σταλούν με το μόνο νόμιμο μέσο (Α Τιμ.2/5) και το μόνο αναγνωρισμένο από το Θεό πρόσωπο. Και αυτό είναι ο Ιησούς Χριστός. Διότι ένας είναι ο Σωτήρας και «από κανέναν άλλο δεν μπορεί να προέλθει η σωτηρία ούτε υπάρχει άλλο πρόσωπο κάτω από τον ουρανό δοσμένο στους ανθρώπους με το οποίο να μπορούμε να σωθούμε» (Πρ.4/12). Μια επιστολή για να φτάσει στον παραλήπτη πρέπει να σταλεί από το νόμιμο κεντρικό ταχυδρομείο ή από κάποιο παράρτημά του. Έτσι γίνεται και με τις προσευχές μας. Με την εξής σημαντική διαφορά. Το «ταχυδρομείο» του Θεού δεν έχει παραρτήματα αγαπητέ αναγνώστη. Η μόνη νόμιμη οδός είναι ο ενανθρωπίσας Θεός Λόγος, ο Ιησούς Χριστός ο Κύριος.
Λεμεσός-Κύπρος
stavrinoup@hotmail.com