Πριν γνωρίσω την αλήθεια του  Χριστιανισμού, είχα μια πολύ ενδιαφέρουσα θεωρία και βάση αυτής εμπνεύστηκα ένα γνωμικό για το οποίο δεν το κρύβω ένιωθα ύψιστη περηφάνια. Ισχυριζόμουν λοιπόν, ότι ‘εκείνος που γνωρίζει όλες τις καλές λέξεις μιας εγκυκλοπαίδειας είναι σοφός αλλά εκείνος που γνωρίζει όλες τις λέξεις (καλές και κακές) και κατορθώνει να μην επηρεάζουν το χαρακτήρα του οι κακές, είναι σοφότερος’. Έτσι και εγώ, διάβαζα τα πάντα, έψαχνα τα πάντα, επιζητούσα να πληροφορούμαι για τα πάντα, αφού η ανθρώπινη ματαιοδοξία και φιλοσοφία μου με ήθελε να γίνω πολυμαθής σε όλα τα επίπεδα.
Τώρα το βλέπω διφορούμενα το συγκεκριμένο απόφθεγμα. Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να το μοιραστώ από το να κάνω μια επισκόπηση στη Παλαιά Διαθήκη εξετάζοντας συγκεκριμένα το προπατορικό αμάρτημα. Οι δυο πρωτόπλαστοι σε αυτή τη περίπτωση ξεγελασμένοι, δελεασμένοι και συνάμα γελασμένοι, ενώ είχαν ότι επιθυμούσαν στον παράδεισο, αποφάσισαν να δοκιμάσουν τον απαγορευμένο καρπό του λεγόμενου δέντρου της Γνώσης του Καλού και του Κακού. Με το που το έπραξαν όμως  υποτάχτηκαν στη γνώση που αναζητούσαν τόσο έντονα. Από εκεί που ο άνθρωπος ήταν προικισμένος με κάθε χάρη του Θεού, κατέχοντας Άγια συνείδηση μετά τη βρώση του καρπού σκοτείνιασε ο νους του, γέμισε από ενοχή, απομακρύνθηκε από το Θεό και επήλθε στο τέλος ο πνευματικός και ο σωματικός του θάνατος. Λανθασμένα λοιπόν υπέθεσαν ότι μπορούσαν να λάβουν τη γνώση που ο ίδιος ο Θεός απαγόρευσε να μην πράξουν χωρίς να υποστούν τις συνέπειες.
Για τους πρωτόπλαστους βέβαια μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι έγιναν πιο έξυπνοι αφού γνώρισαν την αμαρτία, τις τύψεις, την ντροπή, την ενοχή και άλλα συναισθήματα άγνωστα σε αυτούς μέχρι τότε.
Αλήθεια όμως αυτή την εξυπνάδα ποιός μπορεί να τη θελήσει και ποιος την επιζητεί;
Όχι πάντως εγώ πια . . .
Είναι παραγωγικό, εποικοδομητικόÂ και ιδιαίτερα θετικό να κυνηγάμε τις γνώσεις εφόσον βέβαια αποφεύγουμε αυτές που μας οδηγούν στην πτώση, το μαρασμό και το σκοτάδι.