Γράφει ο Χάρης Νταγκουνάκης, Νομικός
Το σπουδαίο θέμα της πίστεως είναι σαν μια μεγάλη διαδρομή, σαν μια πορεία, στην οποία αναζητείται ένας πολύτιμος θησαυρός, ένας στόχος…
δικαιοσύνη γὰρ Θεοῦ ἐν αὐτῷ ἀποκαλύπτεται ἐκ πίστεως εἰς πίστιν
[Ρωμαίους 1,16-17]
Το σπουδαίο θέμα της πίστεως είναι σαν μια μεγάλη διαδρομή, σαν μια πορεία, στην οποία αναζητείται ένας πολύτιμος θησαυρός, ένας στόχος. Πώς αλλιώς, άλλωστε, θα μπορούσαμε να φανταστούμε αυτό που διαβάσαμε στο ανάγνωσμά μας στην προς Ρωμαίους Επιστολή, ότι «δικαιοσύνη Θεοῦ ἐν αὐτῷ (ἐν τῷ εὐαγγελίῳ) ἀποκαλύπτεται ἐκ πίστεως εἰς πίστιν». (Στο ευαγγέλιο αποκαλύπτεται ότι ο Θεός δικαιώνει τον άνθρωπο, αρκεί αυτός να πιστέψει ολοκληρωτικά στον Θεό –ΝΜΒ). Βασικό στοιχείο είναι η προοδευτικότητα της αποκάλυψης, που εκφράζεται με τη φράση του πρωτοτύπου «εκ πίστεως εις πίστιν».
Τι σημαινει, όμως, ο όρος «δικαιοσύνη» του Θεού; Η κλασική έννοια στην προς Ρωμαίους είναι η κατά χάριν μέθοδος συμφιλίωσης και αποδοχής μας από τον Θεό, μολονότι είμαστε αμαρτωλοί. Όχι επειδή ο Θεός πρόδωσε τις αρχές του της ηθικής τάξης αλλά επειδή ο Χριστός πάνω στον σταυρό πλήρωσε για μας, και με το αίμα του κάλυψε την αμαρτία μας. Επομένως, ο Θεός δεν βλέπει τώρα την αμαρτία μας αλλά το τίμιο αίμα του Χριστού, και μας δέχεται για παιδιά του.
Μια πιο προωθημένη, ωστόσο, αντίληψη της σύγχρονης βιβλικής θεολογίας λέει ότι η έννοια της δικαιοσύνης στην προς Ρωμαίους είναι τελικά ταυτόσημη με την έννοια της αγάπης του Θεού. «Ο Θεός δικαιώνει τον άνθρωπο» σημαίνει πως ο Θεός αγαπάει και σώζει τον άνθρωπο. Το ζήτημα είναι όμως ότι αυτή η αποκάλυψη μέσα από το κήρυγμα του ευαγγελίου γίνεται προοδευτικά «εκ πίστεως εις πίστιν» (κατά το πρωτότυπο) –και εδώ είναι η πρωτοτυπία της διδασκαλίας του αποστόλου.
Τι σημαίνει «εκ πίστεως εις πίστιν»; Μέσα από τις διάφορες ερμηνείες που διατυπώθηκαν δύο είναι σε ισχύ: (α) Η δικαιοσύνη του Θεού αποκαλύπτεται ξεκινώντας από την αρχική πίστη και φτάνει σε μια τελειότερη πίστη» (Lagrange και Huby). Ο άνθρωπος συμμετέχει στην οικονομία της σωτηρίας του Θεού καθώς η πίστη του ολοένα αυξάνει. (β) Η δικαιοσύνη του Θεού αποκαλύπτεται διά της πίστεως και προς την πίστη. Η ερμηνεία αυτή ακολουθεί την ανάπτυξη του Ρωμ 3,21-22, όπου απαντάται παρόμοια πρόοδος στη σκέψη του Παύλου. Επομένως, πιο συγκεκριμένα: «εκ πίστεως» σημαίνει το μέσον διά του οποίου ο άνθρωπος έρχεται στη σωτηρία, ενώ το «εις πίστιν» σημαίνει τον σκοπό του θείου σχεδίου, όταν εκδηλώνεται πια η ανταπόκριση αποδοχής του ανθρώπου. Και στις δύο περιπτώσεις η σωτηρία είναι ζήτημα όχι του νόμου αλλά της πίστεως από την αρχή ώς το τέλος, δηλαδή ολοκληρωτικά (αν δεχτούμε και την απόδοση του εδαφίου κατά τη Νέα Μετάφραση της Βίβλου).
Η Γραφή όμως δεν μας αφήνει στη θεωρία αλλά μας δίνει και απτά, ιστορικά παραδείγματα, όπως κάνει με το παράδειγμα του Αβραάμ (Εβρ 11,8-12 και 17-19).
1. Πίστει ὑπήκουσεν…
Το πρώτο βήμα πίστεως του Αβραάμ ήταν να υπακούσει στην κλήση του Θεού. Άφησε έναν προηγμένο για την εποχή του πολιτισμό στην Ουρ των Χαλδαίων, τις ανέσεις του και την κοινωνική του θέση που κατείχε λόγω της μεγάλης οικονομικής του επιφάνειας, για να πάει κάπου που δεν ήξερε. Χωρίς να κάνει εκ των προτέρων συμφωνίες, χωρίς να διασφαλίσει το μέλλον του, χωρίς να σιγουρέψει την περιουσία του.
Πώς ξεκινάμε εμείς ν’ ακολουθήσουμε τον Κύριο στη ζωή μας και στο έργο μας για κείνον; Πόσο αποφασισμένοι δείχνουμε να βιώσουμε με πίστη τη χριστιανική ζωή; Πολλές φορές ξεκινάμε με τον ενθουσιασμό του σπόρου που φύτρωσε αλλά στην πορεία ξεράθηκε.
2. Πίστει παρῴκησεν…
Αλλά αν χρειαζόταν πίστη ο Αβραάμ για ν’ αφήσει τους πάντες και να βγει από την Ουρ, εξίσου πίστη χρειαζόταν για να φτάσει μέχρι τη Χαναάν και να εγκατασταθεί εκεί. Σίγουρα στην πορεία του θα βρήκε και άλλα βοσκοτόπια (βλ. τον χωρισμό του από τον Λωτ). Όμως η πίστη του τον κράτησε σταθερό στην πορεία του προς τον προορισμό που του επιφύλασσε ο Κύριος.
Παρά τον ενδιάμεσο σταθμό του στη Χαρράν, όπου εικάζεται ότι τον παρέσυρε η συγγένειά του, εν τούτοις μετά τον θάνατο του πατέρα του, του Θάρα, συνέχισε σταθερά για τη Χαναάν (Πραξ 7,4). Κι ίσως να μην καθυστερούσε στη Χαρράν, αν είχε συνειδητοποιήσει την αλήθεια «για τα μελλοντικά αγαθά που ο Θεός προσκαλεί τους δικούς του να ελπίζουν» (Εφ 1,15-22). Είναι κάτι που κι εμείς το παθαίνουμε πολλές φορές γιατί παρασυρόμαστε από τις κάθε είδους «Χαρράν», όπου ενδεχομένως μας τραβάει το περιβάλλον μας και οι κάθε είδους επίγειες υποχρεώσεις μας. Είναι ανάγκη, όμως, να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε «ουρανίου προσκλήσεως μέτοχοι», ότι τα σπουδαιότερα πράγματα είναι τα μη βλεπόμενα, τα αιώνια.
3. Πίστει προσενήνοχεν…
Κι ερχόμαστε εδώ στο κορυφαίο σημείο πίστης του πατριάρχη: «με πίστη πρόσφερε τον Ισαάκ θυσία» (Εβρ 11,17). Πίστεψε ότι ο Θεός μπορούσε να ξαναφέρει τον γιο του στη ζωή. Κι εδώ είναι το μεγαλείο της δόκιμης πίστης. Ο Αβραάμ πίστευε στον Θεό όχι επειδή έβλεπε την εκπλήρωση των υποσχέσεών του αλλά επειδή υπάκουε σταθερά στον λόγο του. Ο Θεός τον κάλεσε με συγκεκριμένη περιγραφή του Ισαάκ να τον θυσιάσει («Πάρε τον γιο σου, τον μονογενή, που τον αγαπάς, τον Ισαάκ…» ακριβώς για να μη χωράει καμιά παρεξήγηση. Η πίστη η αρχική δοκιμάστηκε (Α΄ Πε 1,7). Το «εκ πίστεως» έρχεται τώρα να γίνει «εις πίστιν». Αλλά κοιτάξτε πόσο δρόμο έκανε! Ο Αβραάμ έφτασε διά πίστεως να βγάλει από μέσα του «το βλεπόμενο» (τον Ισαάκ) για να προσηλωθεί στο «αιώνιο», στον Θεό. Είναι ανάγκη να κάνουμε κι εμείς το ίδιο, κι αυτό γίνεται μόνο διά πίστεως. Κι ώσπου να γίνει, πάντα κάπου μέσα μας θα κρύβουμε έναν Ισαάκ που θα τον αγαπάμε περισσότερο από τον Θεό.
Πέρα, ωστόσο, από τη διάσταση της πίστεως, η θυσία του Αβραάμ περιείχε και το στοιχείο των έργων (Ιάκ 2,21-22). Αφαιρέστε από τον Αβραάμ την πίστη, και δεν θα φαίνεται πάνω στο Μοριά παρά ένας τρελός που σφάζει το παιδί του. Προσθέστε την πίστη του και γίνεται ένας πιστός και αφιερωμένος λατρευτής, ένας δίκαιος που ζει «εκ πίστεως». Η πίστη τελικά εδώ οδηγεί: στο να αποδεικνύεται τέλεια διά των έργων. Ο καρπός της πίστεως είναι το αποκορύφωμα της τελειότητας. Είναι το «εις πίστιν».
Πού βρίσκεται, αλήθεια, η δική μας πίστη;