«Και μου έχει πει: ‘Σου αρκεί η χάρη μου, γιατί η δύναμη μου μέσα σε αδυναμία αποδεικνύεται τέλεια.’. Πολύ ευχαρίστως, λοιπόν, θα καυχηθώ μάλλον στις καταστάσεις αδυναμίας στις οποίες περιέρχομαι, για να κατοικεί σε μένα η δύναμη του Χριστού. Γι’ αυτό στέργω σε καταστάσεις αδυναμίας, σε κακομεταχειρίσεις, σε ανάγκες, σε διωγμούς και σε στενοχώριες υπέρ του Χριστού. Γιατί όταν είμαι αδύνατος, τότε είμαι δυνατός » (Β’ Κορ. 12:9-10)
Στη χριστιανική πίστη τίποτα δεν είναι πιο δυνατό από την αδυναμία. Διασφαλίζει το υπόβαθρο για την απελευθέρωση όλης της δύναμης του Θεού και αποτελεί το εφαλτήριο για κάθε πρόοδο που επιτελείται στη Βασιλεία του Θεού.
Το Ευαγγέλιο είναι γεμάτο από φαινομενικές αντιθέσεις: Οι έσχατοι θα γίνουν πρώτοι και οι πρώτοι έσχατοι. Πεθαίνοντας, ζούμε. Χάνοντας, κερδίζουμε. Και στην προκείμενη περίπτωση, από την αδυναμία, αντλούμε δύναμη.
Η αρχή αυτή αποδείχθηκε περίτρανα στη ζωή του Κυρίου μας. Ύστερα από την προδοσία του Ιούδα και τη σύλληψή Του στον κήπο της Γεθσημανή, πώς χειρίστηκε την όλη κατάσταση; Διέταξε, μήπως, να πέσει φωτιά από τον ουρανό; Κάλεσε λεγεώνες αγγέλων να τον βοηθήσουν; Όχι. Άφησε, απλώς, τους εχθρούς Του να τον πάρουν εκεί που ήθελαν. Γιατί, όμως, ο Κύριος – η ενσάρκωση της παντοδυναμίας – να επιτρέψει κάτι τέτοιο; Επειδή, ακριβώς, γνώριζε τη δύναμη της αδυναμίας. Προκάλεσε, μήπως, αναταραχή; Αντιστάθηκε; Απεναντίας, θεράπευσε το κομμένο αυτί ενός από τους στρατιώτες, όταν ο Πέτρος, ανασύροντας μαχαίρι, του το απέκοψε. Γιατί; Γιατί δεν άρχισε έναν πόλεμο; Ο Ιησούς ήταν αθώος και όμως σ’ όλη τη διάρκεια της δίκης Του δεν έκανε καμία προσπάθεια να απαντήσει στους κατήγορούς Του. Όταν τον βασάνιζαν, τον μαστίγωναν, τον έφτυναν και τελικά τον σταύρωσαν δεν παραπονέθηκε ποτέ ότι του συμπεριφέρονταν άδικα. Για ποιο λόγο; Επειδή, δεν υπάρχει μεγαλύτερη πνευματική δύναμη από την αδυναμία, ιδιαίτερα όταν αυτό γίνεται συνειδητά, με τη βεβαιότητα ότι ο Θεός είναι κυρίαρχος πάνω από όλα που υποφέρουμε και ότι θα αποκαταστήσει τα πάντα στο δικό Του καιρό. Αυτή την πνευματική αρχή είχε κατά νουν και ο Απόστολος Πέτρος, ο οποίος, ενώ είχε ανασύρει μαχαίρι για να υπερασπιστεί τον Κύριό του τη σκοτεινή εκείνη ώρα, χρόνια πολλά αργότερα παράγγελλε στους Χριστιανούς: «Αγαπητοί …να έχετε καλή τη διαγωγή σας ανάμεσα στα έθνη, ώστε, ενώ σας καταλαλούν σαν κακοποιούς, από τα καλά έργα, όταν τα δουν, να δοξάσουν τον Θεό κατά την ημέρα τής επίσκεψης … επειδή, έτσι είναι το θέλημα του Θεού, αγαθοποιώντας να αποστομώνετε την αγνωσία των αφρόνων ανθρώπων· επειδή, αυτό είναι χάρη, το να υποφέρει κάποιος λύπες εξαιτίας τής συνείδησης στον Θεό, πάσχοντας άδικα. Επειδή, ποια δόξα υπάρχει, αν αμαρτάνοντας και δεχόμενοι χτυπήματα υπομένετε; Αν, όμως, αγαθοποιώντας και πάσχοντας υπομένετε, αυτό είναι χάρη μπροστά στον Θεό. Δεδομένου ότι, σε τούτο προσκληθήκατε, επειδή και ο Χριστός έπαθε για χάρη σας, αφήνοντας παράδειγμα σε σας, για να ακολουθήσετε τα ίχνη του· ο οποίος «δεν έκανε αμαρτία ούτε βρέθηκε δόλος στο στόμα του». Ο οποίος, καθώς τον λοιδορούσαν, δεν ανταπέδιδε λοιδορίες, πάσχοντας δεν απειλούσε, αλλά παρέδινε τον εαυτό του σ’ αυτόν που κρίνει δίκαια» (Α’ Πέτρ. 2).
Ο Θεός δεικνύει τον εαυτό Του δυνατό εκ μέρους όλων εκείνων που δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη να υπερασπίσουν τον εαυτό τους. Επειδή Αυτός είναι ο υπερασπιστής μας, μπορούμε να ανεχτούμε την αδικία από μέρους των εχθρών μας. Δεν έχουμε τίποτα απολύτως να φοβηθούμε, επειδή γνωρίζουμε ότι Εκείνος που μας υπερασπίζεται είναι παντοδύναμος.
Ο Δαβίδ είχε καταλάβει κάτι από αυτή την αλήθεια, όταν τον καταδίωκε ο Σαούλ. Του είχε δοθεί η ευκαιρία ορισμένες φορές να τον σκοτώσει και έτσι θα γλίτωνε μια για πάντα από αυτόν. Γνώριζε όμως ότι ο Κύριος ήταν ο προστάτης του, ο συνήγορος και ο υπερασπιστής του και ότι, όντας κυρίαρχος, θα αναλάμβανε Εκείνος στο τέλος τους εχθρούς του. Ήξερε καλά ότι, αν εμπιστευόταν τον Κύριο και τον υπάκουε, τότε κι Εκείνος με τη σειρά Του θα ενεργούσε με δυνατό τρόπο εκ μέρους του. Στην πραγματικότητα, αυτή ακριβώς η αρχή ήταν και το θέμα πολλών από τους ψαλμούς του, που τους εμπνευστηκε μέσα στη φωτιά της διαμάχης, που μαινόταν ανάμεσα στο Σαούλ και το Δαβίδ.
Είναι για αυτό το λόγο που ο Ιησούς μάς είπε να αγαπούμε τους εχθρούς μας. Υπάρχει τεράστια δύναμη σ’ αυτή την αρχή – τόσο πολύ, ώστε ο Παύλος να λέει χαρακτηριστικά τα εξής: «Αν, λοιπόν, ο εχθρός σου πεινάει, δίνε του να φάει· αν διψάει, δίνε του να πιει· επειδή, κάνοντας αυτό, θα επισωρεύσεις κάρβουνα φωτιάς επάνω στο κεφάλι του» (Ρωμ. 12:20). Ο τρόπος για να νικήσεις παντελώς έναν εχθρό σου είναι να τον αντιμετωπίσεις με καλοσύνη και αυτό όχι με μοχθηρία αλλά με αληθινή αγάπη στην καρδιά σου. Τι άλλο μπορεί να τον φέρει σε σύγχυση παρά αυτό; Τι άλλο μπορεί να είναι περισσότερο αφοπλιστικό; Εάν δεν κάνουμε τίποτε για να υπερασπίσουμε τον εαυτό μας, ο εχθρός μας δεν έχει τρόπο να δικαιολογήσει τη στάση ή τις πράξεις του. Το βάρος στη συνείδησή του γίνεται έτσι αφόρητο. Εάν δεν παραιτηθεί, η δυστυχία του θα επιτείνεται.
Το κατάλαβε αυτό ο Δαβίδ πολύ καλά. Και ως βασιλιάς ακόμη, η φιλοσοφία του ήταν ότι, εάν κάποιος είχε κάτι κακό να πει γι’ αυτόν, δεν έπρεπε να φιμωθεί. Εάν ο εχθρός του είχε δίκαιο, καλώς, εάν όμως όχι, τότε ήταν του Θεού ευθύνη να φέρει έλεγχο και κρίση.
Πολλές φορές διαμέσου των αιώνων έχει λεχθεί ότι «ο σπόρος της Εκκλησίας είναι το αίμα των μαρτύρων». Όταν οι άνθρωποι οδηγούνται στο μαρτύριο για την πίστη τους στο Χριστό, χωρίς να αντισταθούν ή να υπερασπίσουν τον εαυτό τους, τίποτα δεν έχει μεγαλύτερη δύναμη, ώστε να ακολουθήσουν και άλλοι το Χριστό, αψηφώντας όλες τις πιθανές συνέπειες (πρβλ. «Κι αυτοί τον νίκησαν με το αίμα τού Αρνίου, και με τον λόγο τής μαρτυρίας τους· και δεν αγάπησαν την ψυχή τους μέχρι θανάτου» – Αποκ. 12:11).
Κάποια γεγονότα από τη ζωή της αρχέγονης εκκλησίας, όπως αυτά είναι καταγραμμένα στο βιβλίο των Πράξεων, αποτελούν φωτεινά παραδείγματα της θείας αυτής αρχής. Όταν ο Στέφανος καταδικάστηκε σε θάνατο διά λιθοβολισμού, λόγω της πίστης του στο Χριστό, δεν αντιστάθηκε. Απεναντίας, ζήτησε από το Θεό να συγχωρήσει τους εχθρούς του. Ένας από εκείνους που παρακολουθούσαν το λιθοβολισμό ήταν μάλιστα και ο νεαρός τότε Σαούλ από την Ταρσό, που συνευδοκούσε με τους λιθοβολητές, προσέχοντας τα ρούχα τους.
Ένας από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους απελευθέρωσης της δύναμης του Θεού είναι με το να συγχωρήσει κάποιος τους εχθρούς του. Αυτό είναι που έκανε και ο Στέφανος και τελικά ο Σαούλ από την Ταρσό έγινε ο Παύλος, ένας από τους μεγαλύτερους αποστόλους της Χριστιανικής εκκλησίας, που χρησιμοποιήθηκε από το Θεό όσο κανείς άλλος. Είναι πολύ πιθανόν η μεταστροφή του Σαούλ να οφείλεται σ’ αυτήν ακριβώς τη δύναμη του Θεού που απελευθερώθηκε, όταν ο Στέφανος συγχώρησε τους εκτελεστές του.
Η αδυναμία είναι ένα από τα πιο ισχυρά όπλα που διαθέτουμε στον πνευματικό πόλεμο που διεξάγουμε ως Χριστιανοί, ενώ τα περισσότερα από τα άλλα όπλα μας απορρέουν, θα λέγαμε, από αυτή. Η συγχώρεση των εχθρών μας, καθώς είπαμε, είναι ένα από αυτά. Ένα άλλο ισχυρό όπλο είναι η ταπεινότητα, μια μορφή επίσης αδυναμίας. Εάν ταπεινώνουμε τους εαυτούς μας ενώπιον του Κυρίου, τότε Αυτός, σύμφωνα με την υπόσχεσή Του, θα μας υψώσει στον κατάλληλο καιρό. Πρόκειται για αδιαμφισβήτητη αρχή για όσους την εγκολπώνονται με τα σωστά, βέβαια, κίνητρα πάντοτε.
Θέλεις να είσαι ένας δυνατός Χριστιανός πολεμιστής; Γίνε, τότε, αδύνατος. Συγχώρα τους εχθρούς σου. Ταπείνωσε τον εαυτό σου. Άσε όλους τους άλλους να έχουν την υπεροχή. Μην επιζητείς να σε θαυμάζουν και να σε επαινούν. Μην προσπαθήσεις τεχνηέντως να αναρριχηθείς σε κάποια ζηλευτή θέση. Άσε το Θεό να το κάνει για σένα, αν πραγματικά το αξίζεις. Μην επιζητείς τη δύναμη ή τον πλούτο. Όταν είμαστε αδύνατοι, τότε είμαστε δυνατοί. Και όταν ο Θεός κινηθεί εκ μέρους μας, θα διαφανεί ότι είναι Εκείνος που μας ύψωσε και ότι από μόνοι μας δεν θα κατορθώναμε απολύτως τίποτα.
Για να αγωνιστούμε τον καλό αγώνα της πίστεως, δεν πρέπει να υψηλοφρονούμε. Τίποτα δεν πρέπει να κάνουμε, ώστε να φαινόμαστε στους ανθρώπους καλοί και επιτυχημένοι. Επιτυχημένος Χριστιανός πολεμιστής δεν θεωρείται εκείνος που φαίνεται καλός, επειδή φρόντισε να κάνει τον εαυτό του να φαίνεται καλός στα μάτια των ανθρώπων. Μάλλον είναι εκείνος που νοιάζεται για το αν είναι πραγματικά καλός εσωτερικά και αν τα κίνητρα της καρδιάς του είναι αγνά κατά Θεόν. Και αυτό είναι, επίσης, αδυναμία από την οποία εκπηγάζει τεράστια δύναμη.
Ας μην προωθούμε ποτέ τους εαυτούς μας είτε ως άτομα είτε ως ομάδα. Διαφορετικά, θα βραχυκυκλώναμε τη δύναμη του Θεού στη ζωή μας. Ας εξαρτιόμαστε αποκλειστικά από το Θεό για την εξύψωσή μας, εάν βέβαια κρίνει ο Ίδιος ότι πρέπει να κάνει κάτι τέτοιο, ειδάλλως, ας είμαστε ευχαριστημένοι σε οποιαδήποτε κατάσταση επιτρέπει Αυτός να είμαστε. Εάν φιλοδοξούμε να είμαστε του Θεού αντιπρόσωποι πάνω σ’ αυτή τη γη, τότε θα πρέπει να επιτελέσουμε αυτό το έργο με βάση τις δικές Του αρχές.
Εάν θέλουμε πραγματικά η δύναμη του Θεού να είναι ενεργητική στη ζωή μας, τότε δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να αποκηρύξουμε κάθε επιθυμία για μια τέτοια δύναμη. Αυτό ακούγεται κάπως παράδοξο κι όμως είναι αληθινό. Μόνο με την έλλειψη δύναμης και την απουσία κάθε επιθυμίας γι’ αυτή, μπορούμε να αποκτήσουμε δύναμη μέσα στην πίστη.
Η αδυναμία ή η έλλειψη δύναμης από μέρους μας είναι το όπλο που αφοπλίζει ολοκληρωτικά τις δυνάμεις του εχθρού. Η έντευξη είναι βοηθητική, χωρίς όμως το υπόβαθρο αυτό της αδυναμίας, είναι αδύνατο όπλο. Εάν κάνουμε έντευξη, νομίζοντας ότι είμαστε σπουδαίοι σ’ αυτό το έργο, τότε, σε ένα μεγάλο βαθμό, έχουμε καταστρατηγήσει κάθε επιτυχία που θα μπορούσαμε να είχαμε. Εάν μοιραζόμαστε την πίστη μας με άλλους, θεωρώντας ότι είμαστε απαράμιλλοι ευαγγελιστές, τότε οι προσπάθειές μας θα αποβούν, κατά ένα μεγάλο μέρος, άκαρπες. Οτιδήποτε και αν κάνουμε, έχοντας μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μας, τότε τα έργα μας αυτά θα αποδειχτούν στο τέλος ότι δεν ήταν τίποτε άλλο παρά άχυρα.
Η αδυναμία για την οποία μιλούμε είναι στενά συνδεδεμένη με την απόλυτη εξάρτησή μας από το Θεό για τα πάντα. Μια τέτοια εξάρτηση όμως δεν σημαίνει καθόλου παθητικότητα, αλλά εμπιστοσύνη στη δύναμη του Θεού και αναγνώριση ότι αφ΄ εαυτών δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Όμως, εάν ζούμε και εργαζόμαστε υπακούοντας στο Θεό, τότε σίγουρα Αυτός θα φέρει σε πέρας όλα όσα μας αφορούν.
Ο Θεός είναι εκείνος που ανυψώνει τον άνθρωπο ή τον καταβιβάζει. Αυτός είναι που επιδαψιλεύει χάρη σε μας, αλλά και που μας ταπεινώνει. Εάν επιθυμούμε να μας υψώσει, τότε πρέπει να κρατούμε τον εαυτό μας ταπεινό. Και αυτό επίσης είναι παράδοξο, αφού η ταπείνωση συνεπάγεται την απουσία επιθυμίας για οποιαδήποτε διάκριση.
Άλλη εκλογή από το να υπακούσουμε, λοιπόν, δεν έχουμε. Εκείνοι που δεν υπακούνε στο Θεό επιδιώκουν τον πλούτο, την υπεροχή, την καλοπέραση, την άνεση, την ασφάλεια. Αλλά, με το να επιδιώκει ο άνθρωπος του Θεού αυτά τα πράγματα, είναι ο πιο σίγουρος τρόπος για να τα χάσει όλα στο τέλος. Δεν έχουμε άλλη επιλογή παρά να σταματήσουμε να τα κυνηγάμε, επειδή τότε μόνο θα έχουμε την ευκαιρία να τα αποκτήσουμε, όταν παύσουν πλέον να έχουν για μας τη σημασία που τους αποδίδουμε.
Το μόνο μέσο που έχουμε, λοιπόν, είναι η αδυναμία. Ο Θεός, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, θα φέρει στο τέλος κάθε γνήσιο τέκνο Του σε αυτό το σημείο της αδυναμίας. Και είτε θα το κάνουμε αυτό θεληματικά είτε θα μας «εξαναγκάσει» να έρθουμε σε αυτό το σημείο και θα υποφέρουμε γι’ αυτό πάντοτε. Είτε το θέλουμε είτε όχι, ο καθένας από εμάς θα αποτελέσει στο τέλος παράδειγμα καλό ή κακό για τους άλλους. Ας προσευχόμαστε, λοιπόν, να μας ικανώσει ο Κύριος, έτσι ώστε να γίνουμε καλά παραδείγματα και να μας δίνει χάρη, ώστε να είμαστε πρόθυμοι να γίνουμε στα χέρια Του σκεύη αδυναμίας. Η κραυγή της καρδιάς μας ας είναι να ενεργούμε σύμφωνα με αυτές τις αρχές, ώστε να αγαπούμε τους εχθρούς μας, να ταπεινώνουμε τους εαυτούς μας και να μην επιζητούμε τίποτε άλλο από το να ευαρεστούμε μονάχα Εκείνον που μας δημιούργησε και ο οποίος θέλει πάντοτε το καλύτερο για μας, πολύ περισσότερο από όσο εμείς το θέλουμε για τον εαυτό μας. Στο όνομα του Ιησού τα ζητούμε όλα αυτά. Αμήν.
(Διασκευή από τα Αγγλικά: Αντρέας Φούρναρης)