Μια περίεργη Μακαριότητα– του Χάρη Ι. Νταγκουνάκη, Νομικού


 

Ανάγνωσμα: Πραξ 20,32-35

«Μακριον εστίν μάλλον διδναι ή λαμβνειν»

Ι

ΣΩΣ δεν είναι η καταλληλότερη εποχή για να κάνει κανείς ένα τέτοιο κήρυγμα. Τις ημέρες αυτές ο τύπος βουίζει, όπως μήνες τώρα, για την οικονομία. Στις εφημερίδες και στα μπλογκ κυριαρχούν τίτλοι όπως: «Συλλαλητήριο στο Σύνταγμα κατά των κυβερνητικών μέτρων», «Ύφεση 3% και αύξηση της ανεργίας προβλέπει ο Διοικητής της Τράπεζας Ελλάδος», «Σκαρφαλώνει η μέση τιμή της αμόλυβδης βενζίνης», «Σε νέα ιστορικά ύψη εκτοξεύτηκαν τα σπρεντ των ομολόγων», «Μεγαλύτερη του επίσημου δείκτη είναι η ανεργία», «Έρχονται περικοπές: μειώσεις των επικουρικών συντάξεων έως 6% από το 2012». Άντε τώρα εσύ να πεις ότι αυτός που δίνει (δηλαδή συνήθως ο φορολογούμενος πολίτης) είναι μακάριος, παρά εκείνος που τα παίρνει!!

      Από την άλλη μεριά τι είδους μακαριότητα αυτή, όταν όλος ο κόσμος ξέρει πως ο τυχερός, ο μακάριος είναι εκείνος που εισπράττει, εκείνος που κάνει αναλήψεις, εκείνος που κρύβει χρήματα, εκείνος έχει σύνθημά του τη φράση του Ντάριο Φο που έγινε και της μόδας και συγκεκριμένη μαχητική οργάνωση, «Δεν πληρώνω, δεν πληρώνω». Φαντάζεται κανείς τους πιστούς στις εκκλησίες όλη αυτή την περίοδο της οικονομικής κρίσης, μήνες τώρα, όταν περνάει από μπροστά τους η λογία και καλούνται να ρίξουν τον οβολό τους για τις ανάγκες του έργου του Θεού και για τους φτωχούς, να ψάχνουν στο πορτοφόλι τους να βρουν το ευρω-χαρτονόμισμα με τη μικρότερη αξία, αν δεν καταφεύγουν στα κέρματα… Και μέσα τους να δικαιολογούνται ότι «με τέτοια κρίση, δεν μπορώ να δώσω περισσότερα…»

      Όμως, ο λόγος του Θεού βλέπει τα πράγματα με άλλο μάτι. Κάποτε η εκκλησία των Ιεροσολύμων, στην εποχή των ιεραποστολικών ταξιδιών του Παύλου, περνούσε μεγάλη φτώχεια και πείνα. Έτσι, ο Παύλος ανέλαβε να διοργανώσει μια συνεισφορά από τις εκκλησίες της Μακεδονίας και της Αχαας, για να ενισχύσει τους χριστιανούς των Ιεροσολύμων. Προσπαθώντας, λοιπόν, να παρακινήσει και να φιλοτιμήσει τους χριστιανούς της Κορίνθου, που φαίνεται πως «είχαν τον τρόπο τους» με τόσο εμπόριο στην πόλη τους, τους φέρνει παράδειγμα τις εκκλησίες της Μακεδονίας και τους λέει ότι «εκείνοι με όλη τους τη φτώχεια, με θερμοπαρακαλούσαν να δεχτώ την πρόθυμη συνεισφορά τους για τους αδελφούς των Ιεροσολύμων» (Β΄ Κορ 8,1-4). Και παρακάτω τους λέει κάτι καταπληκτικό, που θα πρέπει να μιλήσει και σ’ εμάς σήμερα: «Όπως, λοιπόν, υπερέχετε σε όλα, στην πίστη και στο λόγο, στη γνώση, στο ενδιαφέρον που δείχνετε για όλους, και όπως αποδέχεστε την αγάπη μας για σας, έτσι να υπερέχετε και σ’ αυτό το έργο της προσφοράς» (Β΄ Κορ 8,7 –ΝΜΒ).

      Αυτό που κάνει εντύπωση είναι ότι ο απόστολος βάζει στην ίδια μοίρα τα άλλα πνευματικά ενδιαφέροντα των πιστών με το έμπρακτο ενδιαφέρον τους για τη χρηματοδότηση των αναγκών μιας άλλης, μακρινής εκκλησίας. Καταπληκτικό! Ο απλός πιστός της Κορίνθου που ζούσε κάπως καλά με τη δουλειά του και τον κόπο του, έπρεπε να σκεφτεί έναν άγνωστο πιστό κάπου στην Παλαιστίνη, την εποχή που δεν μπορούσες να μπεις στο Google και να βρεις πού πέφτει η Ιερουσαλήμ, ή να μπεις στο Face Book και να βρεις κάποιους αδελφούς στη νοτιοανατολική γωνιά της Μεσογείου. Και όμως, το έκαναν διά πίστεως, και το έκαναν με χαρά.

      Το δεύτερο που κάνει εντύπωση είναι ότι ο απόστολος ανάγει μια απλή οικονομική ενίσχυση σε «έργο προσφοράς». Ίσως εμείς ρίχνουμε ένα κέρμα στη λογία για να καθησυχάσουμε τη συνείδησή μας, γιατί μας παρακολουθούν οι γύρω μας ή γιατί ο διάκονος περιμένει και πρέπει να …ξεμπερδεύουμε. Όμως ο Παύλος υπογραμμίζει πως η ταπεινή αυτή συνεισφορά μας είναι «έργο προσφοράς», στο οποίο πρέπει να υπερέχουμε, όπως υπερέχουμε σε όλες τις άλλες πιο «πνευματικές» δραστηριότητες! Και σαν επιστέγασμα της επιχειρηματολογίας του επικαλείται τα λόγια του ίδιου του Κυρίου που είπε: «Καλύτερο είναι να δίνεις, παρά να παίρνεις». Βέβαια, στα Ευαγγέλια δεν υπάρχει αυτό το λόγιο αλλά για να το λέει ο Παύλος κάτι θα ήξερε!

      Παράδειγμα ανθρώπου που συνεισφέρει στο έργο του Θεού η Βίβλος προβάλλει τον βασιλιά Δαβίδ, όταν αποφάσισε να χτίσει ναό στον Κύριο. Ο Δαβίδ είχε από παλιά αυτό το όνειρο: να χτίσει ναό στον Θεό. Βέβαια ο Κύριος δεν ήθελε τον Δαβίδ να κάνει αυτό το έργο, γιατί είχε βάψει τα χέρια του στο αίμα των πολέμων κι ετοίμαζε γι’ αυτό το έργο τον γιο του τον Σολομώντα. Όμως ο Δαβίδ έκανε όλη την προεργασία, τα σχέδια του ναού, την οργάνωση της λατρείας και την εξεύρεση των υλικών και των χρηματικών πόρων.

      Η όλη ιστορία αναφέρεται στο Α΄ Χρονικών κεφ. 28 και 29, απ’ όπου και παίρνουμε τα κυριότερα σημεία. Σ’ αυτή την περικοπή υπάρχουν επτά μαθήματα που μας δείχνουν τον δρόμο προς την περίεργη αυτή μακαριότητα του να δίνει κανείς μάλλον παρά να παίρνει.

1. Δίνε πέρα από τον εαυτό σου

«Τώρα, λοιπόν, μπροστά σ’ όλους τους Ισραηλίτες, στη σύναξη του Κυρίου, και ενώ ο Θεός μάς ακούει, σας ζητώ να φυλάξετε προσεκτικά όλες τις εντολές του Κυρίου και Θεού σας, για να κρατήσετε στην κατοχή σας την όμορφη αυτή χώρα και να την αφήσετε, μετά από σας, παντοτινή κληρονομιά στους απογόνους σας» (Α΄ Χρ 28,8).

 

Όταν ο Δαβίδ αποφάσισε να χτίσει έναν ναό για τον Κύριο, δεν είχε στον νου του μόνο τη δική του γενιά. Ο οραματισμός του θα ολοκληρωνόταν τουλάχιστον από την επόμενη γενιά. Και γι’ αυτό ζήτησε από τον γιο του, που ήταν η επόμενη γενιά, να φυλάξουν τις εντολές του Κυρίου και να τις μεταβιβάσουν και στη δική τους επόμενη γενιά.  

      Μια από τις μεγαλύτερες πληγές των χριστιανικών εκκλησιών σήμερα είναι ότι πολύ λίγες ξεκινούν τον σχεδιασμό των δραστηριοτήτων τους   επενδύοντας στην επόμενη γενιά. Τη δράση της επόμενης γενιάς ή των επόμενων γενεών τη βλέπουν μετά την «αποστρατεία» της δικής τους γενιάς, που τη υπολογίζουν μετά από 20-30 χρόνια! Έτσι όμως οι νεότερες γενιές αποθαρρύνονται και ή στρέφονται στην καριέρα τους αδιάφοροι για την εκκλησία ή σκανδαλίζονται. Η σωστή και ολοκληρωμένη προσφορά της τωρινής γενιάς όμως είναι εκείνη που έχει αντίκτυπο στην πρόοδο της επόμενης γενιάς.

2. Δίνε για τη δόξα του Θεού

«Η οικοδομή δεν προορίζεται για κάποιον άνθρωπο, αλλά για τον Κύριο, το Θεό»

(Α΄  Χρ 29,1).

Η συναίσθηση με την οποία πρέπει να συνεισφέρουμε στον Κύριο είναι αυτή της δόξας του Θεού. Κάποτε ένας πέρασε έξω από μια οικοδομή, και στάθηκε περίεργος και ρώτησε έναν εργάτη: «Τι κάνεις εσύ εδώ;» «Δουλεύω, για να ζήσω την οικογένειά μου», του απάντησε εκείνος. Παραπέρα ρώτησε έναν ηλικιωμένο εργάτη το ίδιο ερώτημα. «Είμαι χτίστης», του απάντησε εκείνος, «και δουλεύω ακόμα για να συμπληρώσω τα ένσημά μου να βγω στη σύνταξη». Ρώτησε κι έναν τρίτο: «Τι κάνεις εσύ εδώ;» Κι εκείνος με καμάρι τού απάντησε: «Χτίζω μια εκκλησία!»

      Συνεισφέρεις από συνήθεια; Συνεισφέρεις από καθήκον; Συνεισφέρεις για την υστεροφημία σου ή για να μπει κάπου το όνομά σου σε μια πλακέτα; Ή συνεισφέρεις με συναίσθηση ότι δίνεις για τη δόξα του Θεού και την εξάπλωση της βασιλείας του; Ο Δαβίδ είχε επίγνωση αυτού του τελευταίου όταν έλεγε: «η οικοδομή δεν προορίζεται για κάποιον άνθρωπο, αλλά για τον Κύριο, το Θεό». Δεν έχτιζε για την υστεροφημία του αλλά για τη δόξα του Θεού.

3. Δίνε αφειδώλευτα

Για να πάρουμε μια ιδέα τού τι πρόσφερε ο Δαβίδ για τον ναό, αρκεί να σκεφτούμε ότι πέρα απ’ ό,τι είχε ήδη προσφέρει προφανώς από τα ταμεία του κράτους  χρυσάφι, ασήμι, χαλκό, σίδερο και ξύλα, για να κατασκευαστούν όλα τα αντικείμενα του ναού, εκλεκτές πέτρες, πέτρες για επένδυση και άλλους πολύτιμους λίθους με διάφορα χρώματα, και μάρμαρο πολύ»), πρόσθεσε κι από δικά του: 110 τόνους χρυσάφι της Οφείρ και 260 τόνους ασήμι. Και μόνο τότε μπόρεσε να συμπαρασύρει και τον λαό να συνεισφέρει. Ο Δαβίδ πρόσφερε χωρίς να λυπηθεί την περιουσία του, κι έτσι έγινε παράδειγμα για τον λαό.

      Σήμερα έχουμε κάνει σημαία μας να δίνουμε το δέκατο για τον Κύριο, όπως ο αρχαίος Εβραίος, ενώ στη χριστιανική πραγματικότητα πρέπει να δίνουμε το 90% για τον Κύριο και να κρατάμε το δέκατο για τον εαυτό μας. Αλλά και το δέκατο να δίναμε, πάλι το έργο του Θεού και της εκκλησίας μας θα είχε αυτάρκεια. Δεν έχει όμως, και όλες οι χριστιανικές δραστηριότητες κλείνουν με ελλείμματα. Και λέει ο προφήτης ότι «τα σπίτια σας τα φροντίζετε και τα συντηρείτε, και κάνετε το καλύτερο γι’ αυτά, ενώ τον ναό του Κυρίου τον αφήνετε να ρημάζει» (Αγγαίος 1,4).

      Μη σκεφτείς «καλά όλα αυτά αλλά εγώ είμαι φτωχός, δεν έχω. Μόλις με απέλυσαν από τη δουλειά μου, χρωστάω, πρέπει να κάνω δύο δουλειές για να συμπληρώσω τον προϋπολογισμό στο σπίτι». Σκέψου τη χήρα που πρόσφερε μόνον ένα δίλεπτο και ο Κύριος την επαίνεσε, γιατί αυτό το δίλεπτο (που σε σημερινές αντιστοιχίες είναι κάτι λιγότερο από 3 λεπτά του ευρώ!) ήταν όλη κι όλη η περιουσία εκείνης της γυναίκας.

4.  Δίνε σε χέρια αξιόπιστα

Η διήγηση του Α΄ Χρονικών συνεχίζει με μια λεπτομέρεια: τα χρήματα και τους θησαυρούς για τον ναό οι Ισραηλίτες τα εμπιστεύονταν «στο θησαυροφυλάκιο του ναού του Κυρίου, στη φροντίδα του Εχιήλ του Γηρσωνίτη» (29,8). Ο Εχιήλ ήταν γνωστό πρόσωπο ανάμεσα στους λευίτες που φρόντιζαν τον ναό. Ο λαός ήξερε πού εμπιστευόταν τους θησαυρούς του. Κάτι ανάλογο γράφει και ο Παύλος που ήθελε να είναι σωστός στη διαχείριση των χρημάτων του Κυρίου, τόσο απέναντι στον Θεό όσο και στους ανθρώπους.

      Αντιλήψεις που και σήμερα ακούγονται ότι «εμείς δεν δίνουμε απολογισμό της διαχείρισής μας και ξέρει ο Κύριος τη διαχείριση που κάνουμε», είναι λανθασμένες ως αντιβιβλικές. Πρέπει να ξέρει και η εκκλησία, και να εμπιστεύεται τους υπευθύνους της όχι «καλή τη πίστει» αλλά επειδή εκείνοι με τα σημερινά μέσα που διαθέτουν (λογιστικά συστήματα, κομπιούτερ κλπ.) δίνουν ακριβή εικόνα της διαχείρισής τους. Να «φροντίζουμε οι (διαχειριστικές) αποφάσεις μας να είναι σωστές και απέναντι στον Κύριο αλλά και απέναντι στους ανθρώπους», λέει ο Παύλος (Α΄ Κορ 8,21). Κι έτσι η εκκλησία θα παραδίδει το προϊόν της λογίας της σε αξιόπιστα χέρια.

5.  Δίνε μόνον αν το θέλεις –με την καρδιά σου

Ο Χρονικογράφος στη συνέχεια κάνει μια σημαντική επεξήγηση: όλα αυτά βασιλιάς και λαός «τα πρόσφεραν με ειλικρινή καρδιά στον Κύριο» (29,9). Δεν έκλαιγαν τα λεφτά τους, γιατί δεν ήξεραν πού τα έδιναν, αλλά πίστευαν σ’ αυτό που έκαναν. Κι ο Παύλος στην Καινή Διαθήκη λέει το γνωστό: «ο Θεός αγαπάει αυτόν που δίνει μ’ ευχαρίστηση» (Β΄ Κορ 9,7).

      Έχω ακούσει πιστούς να σχολιάζουν ειρωνικά ότι στην εκκλησία κάθε Κυριακή «σου ζητάνε τα λεφτά σου». Άστο, φίλε μου! Αν δεν το κάνεις με την καρδιά σου, μην το κάνεις καθόλου. Τα όποια χρήματά σου δεν έχουν αξία μπροστά στον Θεό, κι ούτε τα έχει ανάγκη ο Θεός. Καλό δικό σου κάνεις όταν συνεισφέρεις, και ευλογείσαι με αυτή σου την κίνηση. Κάνε το όμως μόνον όταν το θέλεις ειλικρινά.

6.  Δίνε σαν διαχειριστής, όχι σαν «χορηγός»

Το δίδειν είναι μέρος της διαθηκικής σχέσης μας με τον Θεό, που είναι αυτή του διαχειριστή, του φροντιστή. Η αρχική εντολή του Θεού στον άνθρωπο ήταν να πολλαπλασιαστεί στη γη και να κυριαρχήσει σ’ αυτήν. Η έννοια είναι να διαχειριστεί τους πόρους της, κάτι ανάλογο με την εντολή που του έδωσε να «φυλάει» τον παράδεισο. Είμαστε διαχειριστές της φύσης –κακοί, όπως αποδείχτηκε αφού την καταστρέψαμε ανά τους αιώνες! Αλλά ως χριστιανοί είμαστε και διαχειριστές της βασιλείας του Θεού πνευματικά και υλικά. Ο Δαβίδ έδωσε τα πάντα από υλική άποψη αλλά δεν έπαψε να έχει λατρευτική στάση απέναντι στον Κύριο και ν’ αναγνωρίζει την κυριαρχία του Θεού στο σύμπαν (διαβάστε: Α΄ Χρ 29,10-13).

      Πολλοί που συνεισφέρουν στο έργο του Θεού συμπεριφέρονται σαν «χορηγοί» και έχουν απαιτήσεις για κάποια ιδιαίτερη μεταχείριση στην εκκλησία, για την κατάληψη κάποιων διοικητικών θέσεων κλπ. Ο Θεός θέλει να δίνουμε και να συμβάλλουμε υλικά σαν κάποιοι που τους έχει ανατεθεί η φροντίδα της εκκλησίας του –σαν υπεύθυνοι διαχειριστές. Και μόνο τότε θα εξακολουθούμε να παραμένουμε ταπεινοί δούλοι του.

      Κάποτε σε μια πόλη των ΗΠΑ ο ποιμένας και τα μέλη μιας εκκλησίας ήθελαν να ανακαινίσουν την εκκλησία τους. Ήταν ένα παμπάλαιο κτίριο αλλά που κουβαλούσε πάνω του παράδοση και μνήμες δεκαετιών. Οι παλιότερες οικογένειες ήταν πολύ διστακτικές και είχαν αντιρρήσεις για την κατεδάφιση και το νέο κτίσιμο. Ήθελαν να γίνουν απλώς μερικές επισκευές και ανακαινίσεις. Οι νεότεροι, μαζί κι ο ποιμένας τους ήθελαν μια εκ νέου κατασκευή.

      Για να λυθεί η διαφωνία συμφώνησαν να το ψηφίσουν. Και η απόφαση της πλειοψηφίας ήταν το κτίριο να κτιστεί από την αρχή.

      Την επομένη Κυριακή, μετά που είχε γίνει η ψηφοφορία, ένας παλιός αδελφός, που μάλιστα είχε επιχειρηματολογήσει στις συζητήσεις κατά της κατεδάφισης, πήγε και βρήκε τον ποιμένα στο γραφείο του κι άρχισε πάλι να του ξαναλέει τους λόγους που δεν θα έπρεπε να γκρεμιστεί το κτίριο αλλά απλώς να ανακαινιστεί. Κι όταν τελείωσε, με δάκρυα στα μάτια είπε στον ποιμένα του: «Όμως, αγαπώ αυτή την εκκλησία και θέλω να την υποστηρίξω. Αποφασίσαμε με τη γυναίκα μου να μην πάρουμε καινούργιο αυτοκίνητο φέτος. Μπορεί να περιμένει να πάρουμε του χρόνου». Έβγαλε το μπλοκ των επιταγών του κι έκοψε μια επιταγή 1.000 δολαρίων και την πρόσφερε. Αυτό μαθεύτηκε και οι δωρεές άρχισαν να πέφτουν βροχή.       Αλλά έγινε και κάτι περισσότερο. Οι αδελφοί απέκτησαν μια νέα αντίληψη για το «δίδειν» με χαρά. Την ίδια εποχή αυξήθηκε θεαματικά ο αριθμός των παιδιών του Κυριακού Σχολείου. Την εποχή των εργασιών της οικοδομής ομολόγησαν τον Χριστό και βαπτίστηκαν περισσότερα μέλη στην εκκλησία απ’ ό,τι όλο το επόμενο διάστημα που ο ποιμένας αυτός υπηρέτησε εκείνη την εκκλησία.

      Κι όλα αυτά επειδή ένας δεν σκέφτηκε σαν χορηγός για να συνεισφέρει αλλά σαν διαχειριστής μαζί με τους άλλους του έργου του Θεού. Ακόμη κι αν δεν συμφωνείς απόλυτα με κάτι, δώσε για τον Κύριο αν αυτή είναι η κοινή συνείδηση της εκκλησίας σου. Δώσε σαν διαχειριστής όχι σαν χορηγός.

7.  Δίνε σαν μέρος της λατρείας σου

Το σπουδαιότερο το αφήσαμε τελευταίο. Η χρηματική μας συνεισφορά είναι μέρος της λατρείας μας. Προσφέρουμε στον Κύριο αυτά που είναι δικά του απ’ αυτά που είναι δικά του, επειδή τον αναγνωρίζουμε σαν Κύριό μας. Δεν του κάνουμε χάρη του Θεού όταν συνεισφέρουμε! Μόλις τελείωσε η διαδικασία των προσφορών, ο Δαβίδ παρακίνησε τον λαό να προσκυνήσει τον Κύριο. «Και όλη η σύναξη ευλόγησε τον Κύριο, το Θεό των προγόνων τους· γονάτισαν και προσκύνησαν τον Κύριο και το βασιλιά». Πρώτα έδωσαν με την καρδιά τους, με ταπείνωση, χωρίς φειδώ, και μετά προσκύνησαν τον Κύριο.

Πόσο «μακάριοι» είμαστε ως χριστιανοί; Ένας από τους λόγους της περίεργης αυτής μακαριότητάς μας εν Κυρίω είναι ότι είμαστε πιο πρόθυμοι να δίνουμε, παρά να παίρνουμε απ’ αυτόν.

1)Η λατρεία και το κήρυγμα της Κυριακής 15/5/2011 – Κάντε κλικ εδώ.
 

  


Comments are closed.