Γράφει ο ΄Ακης Δημητριάδης
Πολλά χρόνια είχα να δω από κοντά πελαργό. Και πριν από λίγες μέρες είδα, όχι μόνον έναν, ούτε δύο, ούτε τρεις, αλλά μια ολόκληρη οικογένεια τέσσερις πελαργούς.
Η αγαπημένη αυτή οικογένεια με τα ασπρόμαυρα φτερά και το μακρύ ράμφος κατοικεί 15 χιλιόμετρα από την Κατερίνη, στο ψηλότερο σημείο του χωριού, στην μικρή κεντρική πλατεία, σε μια καλλιτεχνικά χτισμένη μεγάλη φωλιά πάνω σ’ έναν ψηλό στύλο. Από εκεί πάνω ο μπαμπάς και η μαμά πελαργίνα κάνουν τις γραφικές εξορμήσεις τους στην γύρω περιοχή, πετώντας σε χαμηλό ύψος, από τη Σεβαστή μέχρι τη Σαλώνα, κι από τον Κορινό μέχρι την Αλυκή και το Μακρύγιαλο.
Κι αφού επιστρέψουν με κάποιο μεζέ στη φωλιά τους, εκεί στην κεντρική πλατειούλα του Κίτρους, ταΐζουν τα μικρά πελαργάκια, που περιμένουν με ανοιχτό προς τον ουρανό το ράμφος σε σχήμα V. Κατόπιν, όταν τελειώσει το γεύμα, στέκονται στο ένα πόδι και κοιτάζουν περίεργα προς τα κάτω, εμάς που καθόμαστε στα τραπέζια, κάτω από το πλατάνι, στην ταβέρνα, του Αδάμου.
Είναι έξυπνα πουλιά οι πελαργοί. Πανέξυπνα. Πολύ πιο έξυπνα από εμάς τους ανθρώπους. Για παράδειγμα, εγώ έχω μπερδέψει πολλές φορές το δρόμο και έχω χαθεί. Πέρσι το χειμώνα με το αυτοκίνητο, αντί να πάω στο χιονοδρομικό κέντρο στο Ελατοχώρι στα Πιέρια μέσω Λαγοράχης, βρέθηκα σε άλλο μέρος, στην Έλαφο. Φέτος, σε μια ακόμη πιο εύκολη διαδρομή και πάλι έχασα το δρόμο. Για να πάω σε μια δεξίωση μετά το γάμο στο ξενοδοχείο OLYMPIAN BAY, αντί να βγω από την εθνική οδό στον κόμβο του Λιτοχώρου και μετά να πάρω την παραλιακή για Λεπτοκαρυά, βγήκα από τον κόμβο της Σκοτίνας, και χρειάστηκε να κάνω πολλά χιλιόμετρα πίσω, ρωτώντας 2-3 φορές να μου δείξουν το δρόμο πώς θα πάω στο ξενοδοχείο.
Οι πελαργοί, αντίθετα, δεν χάνονται ποτέ.
Ένα μυστήριο και ανεξήγητο πράγμα. Είναι να απορεί κανείς με το αλάνθαστο ένστικτο που διαθέτουν, πώς προσανατολίζονται σαν να έχουν ραντάρ.
Το φθινόπωρο κάνουν ένα ατέλειωτο ταξίδι στον αέρα, χιλιάδες χιλιόμετρα, χωρίς να κουράζονται, μέχρι την Αφρική για να ξεχειμωνιάσουν. Πετούν την ημέρα με το φως, αλλά και τη νύχτα στο σκοτάδι. Πάνω από εκατοντάδες ελληνικά νησιά, πάνω από θάλασσα και στεριά, με δυνατό αέρα, με βροχή, με αντίξοες καιρικές συνθήκες. Κι όλο αυτό το ταξίδι το κάνουν πάλι την άνοιξη, από την Αφρική πίσω στην Ελλάδα, χιλιάδες χιλιόμετρα και πάλι.
Και μ’ έναν αλάνθαστο τρόπο επιστρέφουν και βρίσκουν τη φωλιά τους, εκεί πάνω στο στύλο, στη μικρή πλατεία του Κίτρους, πάνω από τον πλάτανο και το ταβερνάκι του Αδάμου.
Τέτοιες και άλλες παρόμοιες φιλοσοφικές σκέψεις κάνω κάθε φορά που ο Αδάμος μας σερβίρει την καταπληκτική τραγανή πίτσα που φτιάχνει η γυναίκα του, και το μοναδικό «τρικαλινό» (μοσχαρίσιο με πράσο στο πήλινο), πίνοντας το θεϊκό λευκό κρασί «βασίλισσα».
Τους θαυμάζω και τους εκτιμώ τους πελαργούς. Αυθόρμητα μου έρχεται να τους κεράσω μια κανάτα κρασί – σε κολονάτο ποτήρι για να μπορούν να πιουν με το μακρύ τους ράμφος.
Δεν είμαι φίλος του κρασιού, ούτε του τσίπουρου, ούτε του αλκοόλ γενικά. Όμως τα κρασιά του Αδάμου είναι το κάτι άλλο, τόσο γλυκόπιοτα, που δεν καταλαβαίνεις πότε ήπιες τη δεύτερη και την τρίτη κανάτα. Όταν οδηγώ το αυτοκίνητο, περιορίζομαι σε ένα μόνο ποτηράκι, ή παραγγέλνω μούστο. Μου θυμίζει τα παιδικά μου χρόνια, όταν ο παππούς τα Χριστούγεννα αγόραζε για τις γιορτές δυο-τρεις νταμιτζάνες χύμα γλυκό κόκκινο κρασί.
Πέρσι δύο από τα κρασιά του Αδάμου, το λευκό ξηρό «βασίλισσα» και το κόκκινο ξηρό «μερλότ» πήραν μέρος σε διεθνή διαγωνισμό στη Γερμανία, στο Βερολίνο, μαζί με τα καλύτερα κρασιά άλλων 180 παραγωγών από όλη την Ευρώπη. Και πήραν το πρώτο χρυσό βραβείο! Η απίστευτη αυτή επιτυχία μου θυμίζει το χρυσό που πήραμε στο Πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου με προπονητή τον Ότο Ρεχάγκελ, και την Γιουροβίζιον με την Έλενα Παπαρίζου.
Αυτοί που ξέρουν από κρασί, οι μερακλήδες, στο δροσερό υπόγειο της ταβέρνας του Αδάμου, εκεί όπου είναι το οινοποιείο και το εμφιαλωτήριο, έχει ο καθένας το δικό του προσωπικό βαρέλι, με το όνομά του, και διάφορα ρητά και γνωμικά, όπως λ.χ.
· Να ‘ταν η θάλασσα κρασί, και τα βουνά μεζέδες, κι οι βάρκες κρασοπότηρα, να πίναν οι γλεντζέδες…
· Ο Χριστός στην Κανά ευλόγησε τον οίνον…
· Όποιος δεν ερωτεύτηκε και δεν μέθυσε, δεν έζησε το νόημα της ζωής…
· Εγώ θα κόψω το κρασί, για σένα αγάπη μου χρυσή, για σένα μόνο, αφού στα χείλη σου τα δυο, μπορώ αχόρταγα να πιω, απ’ το κρασί που μόλις πίνω ξανανιώνω…
Δεν ξέρω από κρασιά, παρ’ ότι έχω ζήσει σε νησιά όπως η Σάμος και η Λήμνος, όπου παράγεται εξαιρετικής ποιότητας κρασί. Ξέρω μόνο ότι ο Πάπας στο Βατικανό για τη θεία λειτουργία παραγγέλνει το γλυκό σαμιώτικο μοσχάτο, το οποίο μοιάζει σαν λικέρ, κι ότι οι Γάλλοι και ο δικός μας Μπουτάρης με μικρά δεξαμενόπλοια κάθε χρόνο το Σεπτέμβρη φορτώνουν από τη Λήμνο τον μούστο από την ποικιλία «Μοσχάτο Αλεξανδρείας», για να εμπλουτίσουν με άρωμα και γεύση τα δικά τους κρασιά.
Και καθώς απολαμβάνω την πλούσια τραγανή πίτσα του Αδάμου, ή το τρικαλινό που λιώνει στο στόμα, πίνοντας το θεϊκό κρασί-νέκταρ, στέλνω νοερά μηνύματα και χαιρετισμούς στους πελαργούς, που στέκονται στο ένα πόδι, εκεί στο στύλο πάνω από την ταβέρνα και τον πλάτανο, και κοιτάζουν αφ’ υψηλού εμάς και την γύρω περιοχή.
Κι αν είναι φθινόπωρο κι ετοιμάζονται για το μεγάλο ταξίδι στην Αφρική, τους εύχομαι «καλό δρόμο», κι ότι τους περιμένω πάλι να ξανάρθουν την ερχόμενη άνοιξη.