Γράφει ο Δρ Ανανίας Καβάκας , Νευρολόγος-Ψυχίατρος
Στο προηγούμενο τεύχος ασχοληθήκαμε, εκτός των άλλων, και με τα προβλήματα που δημιουργούνται σε αρκετά άτομα, καθώς διαπιστώνουν ότι προχωρούν προς τη μεγάλη ηλικία και τα γηρατειά. Μιλήσαμε για τον τρόπο που αντιδρούν τα διάφορα άτομα απέναντι στην πραγματικότητα αυτή και ασχοληθήκαμε ιδιαίτερα με την άρνηση αρκετών ανθρώπων να δεχτούν την πραγματικότητα, ότι προχωρούν προς τα γηρατειά και πώς προσπαθούν να πείσουν τον εαυτό τους και τους άλλους, ότι συνεχίζουν να είναι νέοι, ωραίοι και ακμαίοι.
Συνεχίζοντας στο ίδιο θέμα, θ’ ασχοληθούμε με άλλους τρόπους αντίδρασης στο φαινόμενο της πορείας μας προς τη μεγάλη ηλικία και τα γηρατειά.
3. Οργή
Αρκετά άτομα της ηλικίας αυτής καταλαμβάνονται από οργή όταν διαπιστώνουν ότι,
α) Δεν μπορούν να ξαναζήσουν τη ζωή τους, να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες τους ή να υλοποιήσουν τα όνειρά τους.
β) Βγαίνουν σιγά σιγά στο περιθώριο, του ενδιαφέροντος των δικών τους ανθρώπων, αλλά και των γνωστών τους. Για χρόνια πολλά οι ίδιοι αποτελούσαν το κέντρο λίγο ή πολύ της λειτουργίας της οικογένειάς τους, με την προσφορά τους προς αυτήν και ένας παράγοντας που έπαιζε ένα σημαντικό ρόλο σ’ έναν κύκλο συναδέλφων και γνωστών με το επάγγελμά τους και τις κοινωνικές τους σχέσεις. Κάτι που βαθμιαία μειώνεται ή και εξαφανίζεται.
«Μην παίρνετε σύνταξη», έλεγε ένας συνταξιούχος γιατρός. «Ξέρετε τι θα πει να μη χτυπάει το τηλέφωνο ούτε μία φορά όλη την ημέρα; ».
γ) Χάνουν την ανεξαρτησία τους. Καθώς τα χρόνια περνούν και ιδιαίτερα μετά τη συνταξιοδότησή τους, διαπιστώνουν ότι η κατάσταση αλλάζει σιγά σιγά, αλλά ριζικά. Εκείνοι που ένιωθαν πάντα δυνατοί νιώθουν αδύνατοι. Παρόλο που η θέλησή τους παραμένει ισχυρή, το σώμα τους δεν τους υπακούει για να μπορούν να δράσουν άμεσα και αποτελεσματικά όπως πριν. Εκείνοι που πάντα βοηθούσαν τους άλλους, φτάνουν στο σημείο να χρειάζονται τη βοήθεια των άλλων. Εκείνοι που αποφάσιζαν για τους άλλους, αναγκάζονται ή πιέζονται να δεχτούν τις αποφάσεις των άλλων. Κάτι που δεν είναι εύκολο να το αποδεχτούν.
Εκδηλώσεις οργής. Η οργή μπορεί να εκδηλωθεί με δύο κυρίως τρόπους οι οποίοι είναι:
=Ευθεία επίθεση απέναντι στους δικούς τους ανθρώπους, παιδιά κυρίως ή αδελφούς για αδιαφορία, αχαριστία, αγνωμοσύνη, εγκατάλειψη κ.λπ. Επιτίθενται λεκτικά εναντίον τους επειδή δεν τους τηλεφωνούν αρκετά συχνά, δεν τους επισκέπτονται συχνά, δεν τους θυμούνται, δεν τους υπολογίζουν, δεν ενδιαφέρονται γι’ αυτούς, ενώ εκείνοι έχουν κάνει τόσες θυσίες γι’ αυτούς κ.λπ.
Οργή κάποτε και απέναντι στον εαυτό τους για λάθη που έχουν κάνει στη ζωή τους ή για τις ευκαιρίες που έχασαν με δική τους ευθύνη .
=Πλάγια επίθεση. Με υπονοούμενα, με πικρόχολα σχόλια, με ατελείωτα παράπονα, με περιφρονητική συμπεριφορά απέναντι στον τρόπο ζωής των παιδιών τους ή της νεότερης γενιάς γενικά, ενώ συγχρόνως μπορεί να εξιδανικεύουν το δικό τους τρόπο ζωής και συμπεριφοράς, όταν ήταν οι ίδιοι νεότεροι.
«Νέοι είναι αυτοί;», λένε. «Τι απαίσια είναι η στάση και η συμπεριφορά τους! Τι ανοησίες κάνουν;». «Κουκούτσι μυαλό δεν έχουν». Όλα των νέων τα βρίσκουν άσχημα ή γελοία. Η οργή τούς κάνει μίζερους και μη αγαπητούς.
=Κίνδυνος εμπλοκής σε φαύλο κύκλο. Η έντονη επιθετικότητα μερικών ηλικιωμένων προκαλεί αγανάκτηση στα παιδιά τους και τάση για απομάκρυνση απ’ αυτούς. Αραιώνουν τις επισκέψεις τους σ’ αυτούς ή προσπαθούν να τις κάνουν πιο σύντομες. Αποφεύγουν να τους τηλεφωνούν, προβάλλοντας διάφορες δικαιολογίες ή προσπαθούν να συντομεύουν ακόμα και την τηλεφωνική επικοινωνία μαζί τους, επειδή χαλάει η διάθεσή τους, μετά από κάθε σχεδόν επικοινωνία μ’ αυτούς.
Αυτό όμως εξοργίζει τους γονείς τους και τους κάνει πιο επιθετικούς απέναντί τους, με συνέπεια ν’ αγανακτούν πιο πολύ τα παιδιά τους και ν’ απομακρύνονται πιο πολύ απ’ αυτούς. Με τον τρόπο αυτό δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο ατόμων προχωρημένης κάπως ηλικίας που έχουν μπλεχτεί σ’ ένα φαύλο κύκλο. Η οργή τους απωθεί τους διπλανούς τους, κάτι που εξοργίζει τους ίδιους πιο πολύ, με συνέπεια να απομακρύνονται οι άλλοι περισσότερο και η ιστορία να μην έχει τέλος.
Η οργή λοιπόν είναι μία φάση από την οποία περνούν αρκετά άτομα, καθώς προχωρούν προς τα γηρατειά. Είναι μάλιστα μια φάση που μπορεί να τους συνοδεύει μέχρι το τέλος της ζωής τους.
4. Κατάθλιψη
Ένα σημαντικό ποσοστό των ατόμων της ώριμης αλλά πιο πολύ της προχωρημένης ηλικίας, πέφτει άλλοτε σε φανερή και άλλοτε σε αφανή, σε υποβόσκουσα κατάθλιψη, ιδιαίτερα όταν η πρόοδος σε ηλικία συνοδεύεται από ασθένειες ή αναπηρίες που αναγκάζουν το άτομο να περιορίσει σημαντικά τις δραστηριότητές του για μεγάλο χρονικό διάστημα ή μόνιμα.
Παρατεταμένοι πόνοι, μείωση της μυϊκής τους δύναμης ή της αντοχής τους, δυσχέρεια στο βάδισμα, παρατεταμένη αδράνεια ή αναγκαστική απομόνωσή τους, ενεργούν αρνητικά στην ψυχική τους διάθεση και ευνοούν την εκδήλωση κατάθλιψης. Η κατάθλιψη μπορεί να είναι εμφανής ή υποβόσκουσα.
α) Εμφανής. Ακεφιά, απαισιοδοξία, εύκολο κλάμα, αδιαφορία για τα πάντα. Σε τέτοιες περιπτώσεις τα άτομα αυτά αποφεύγουν τις κοινωνικές τους σχέσεις που διατηρούσαν μέχρι πριν λίγο καιρό, επειδή τις θεωρούν πια περιττές και ανούσιες. Αποφεύγουν τις υποχρεώσεις και δεσμεύσεις, αναβάλλουν συνέχεια τις αποφάσεις τους και μειώνουν δραστικά τις δραστηριότητές τους, σε σημείο μερικοί απ’ αυτούς να μένουν άπραγοι για ημέρες και να περνούν τις περισσότερες ώρες ξαπλωμένοι στο κρεβάτι.
β) Αφανής. Η κατάθλιψη, ιδιαίτερα στους ηλικιωμένους εκδηλώνεται συχνά με σωματικά ενοχλήματα παρά ψυχικά. Τέτοια είναι:
Η δυσκοιλιότητα. Η μείωση της δραστηριότητάς τους αδρανοποιεί σ’ ένα βαθμό τις περισταλτικές κινήσεις του εντέρου, με συνέπεια την εμφάνιση δυσκοιλιότητας ή τη σημαντική επιδείνωση προϋπάρχουσας δυσκοιλιότητας. Αυτό γίνεται στη συνέχεια ένας νέος παράγοντας ανησυχίας και φοβίας γι’ αυτούς.
Η αϋπνία είναι ένα από τα κύρια συμπτώματα της κατάθλιψης. Στους ηλικιωμένους με κατάθλιψη γίνεται συχνά το εξής: Κατά τη διάρκεια της ημέρας τούς παίρνει λίγο ο ύπνος κατά διαστήματα, με συνέπεια να μην μπορούν να κοιμηθούν το βράδυ εύκολα, όπως κοιμούνταν παλιότερα. Αυτό τους ανησυχεί και μερικούς απ’ αυτούς τους φοβίζει ή τους πανικοβάλλει, σκεπτόμενοι πού θα πάει η κατάσταση αυτή και μήπως η παρατεταμένη αϋπνία καταβάλλει τον οργανισμό τους ή τους τρελάνει. Φόβοι αβάσιμοι επιστημονικά που ταλαιπωρούν όμως πολλούς ηλικιωμένους ανθρώπους.
Η ανορεξία επίσης είναι ένα από τα κύρια συμπτώματα της κατάθλιψης. Στους ηλικιωμένους αυτή μπορεί να επιδεινωθεί, επειδή ο μεταβολισμός τους είναι μειωμένος και επειδή χρειάζονται λιγότερες θερμίδες λόγω των μειωμένων δραστηριοτήτων τους. Η ανορεξία όμως φοβίζει πολύ αρκετούς ηλικιωμένους και γι’ αυτό την προβάλλουν έντονα.
Άλλα σωματικά συμπτώματα που προβάλλονται από τους ηλικιωμένους στους οποίους υποβόσκει κατάθλιψη είναι η αδυναμία, η δυσκολία στη συγκέντρωση, η ζάλη, οι πονοκέφαλοι ή πόνοι στον αυχένα και σε άλλα σημεία του σώματος και η αμνησία.
Γι’ αυτό η κατάθλιψή τους μπορεί να μη γίνει αντιληπτή όχι μόνο από το περιβάλλον τους, αλλά και από το γιατρό. Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο ηλικιωμένων ατόμων που αποπειρώνται αυτοκτονία ή αυτοκτονούν χωρίς κάποιος να έχει αντιληφθεί μέχρι εκείνη τη στιγμή ότι υπέφεραν από μελαγχολία.
Η κατάθλιψη λοιπόν είναι μία κατάσταση στην οποία πέφτουν αρκετά άτομα της ώριμης και πιο συχνά της προχωρημένης ηλικίας.
5. Αποδοχή
Το τελευταίο στάδιο κατά την Elizabeth Kubler-Ross, από το οποίο περνούν οι περισσότεροι άνθρωποι καθώς προχωρούν προς το θάνατο είναι η αποδοχή του γεγονότος αυτού, με την έννοια «ότι είμαι έτοιμος».
Αυτό στη χώρα μας είναι ένα εξαιρετικά σπάνιο φαινόμενο. Αντίθετα μάλιστα, στη συντριπτική πλειονότητά τους, οι ηλικιωμένοι δε θέλουν ούτε σαν πιθανότητα να σκεφτούν ότι πλησίασε γι’ αυτούς η ώρα του θανάτου και όταν ακόμα όλες οι ενδείξεις φανερώνουν ότι αυτή έχει ήδη φτάσει. Θέλουν να πιστεύουν και ελπίζουν ότι αυτή είναι ακόμα μακριά και ότι τελικά θα παραταθεί αρκετά το νήμα της ζωής τους.
Αυτό οφείλεται κατά μεγάλο ποσοστό στην αβεβαιότητα που προκαλεί η θεολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας στους πιστούς της σε σχέση με την απόκτηση αιώνιας ζωής. Σύμφωνα μ’ αυτήν για τη σωτηρία του ανθρώπου δεν αρκεί η πίστη στο Χριστό και η αποδοχή του έργου που έχει κάνει Αυτός πάνω στο σταυρό, αλλά απαιτείται επιπλέον η τήρηση ορισμένων μυστηρίων, η διενέργεια καλών έργων, νηστειών κ.λπ. Ένα σύνθετο δηλαδή σύστημα που δεν επιτρέπει σχεδόν ποτέ στους πιστούς ν’ αποκτήσουν τη βεβαιότητα ότι έχουν σωθεί και θα βρεθούν στην παρουσία του Θεού μετά από την αναχώρησή τους από τη ζωή αυτή.
Αντίθετα το ποσοστό των ατόμων που αποδέχονται το γεγονός του επικείμενου θανάτου με την έννοια ότι είναι έτοιμοι ν’ αναχωρήσουν για την άλλη ζωή είναι αρκετά υψηλό ανάμεσα στα μέλη των Εκκλησιών Ευαγγελικού-Διαμαρτυρόμενου δόγματος.
Κι αυτό επειδή η θεολογία των Εκκλησιών αυτών στο θέμα της απόκτησης αιώνιας ζωής στηρίζεται στη δωρεά της σωτηρίας από το Θεό, στο μετανοημένο αμαρτωλό με βάση τη θυσία του Χριστού, όπως τη διατυπώνει ο απ. Παύλος λέγοντας: «Διότι κατά χάριν είσθε σεσωσμένοι δια της πίστεως· και τούτο δεν είναι από σας· Θεού το δώρον· ουχί εξ έργων για να μη καυχηθή τις» (Εφεσ. 2:8). Αυτό δίνει βεβαιότητα στους πιστούς ότι θα βρεθούν στην παρουσία του Θεού και στην αιώνια ευδαιμονία, αμέσως μετά το θάνατό τους.
Γι’ αυτό όχι μόνο είναι έτοιμοι, αλλά αρκετοί απ’ αυτούς δίνουν τις τελευταίες οδηγίες στους δικούς τους, σε σχέση με την τελετή της κηδείας, τη ρύθμιση κάποιων εκκρεμοτήτων τους ή τις ευχές τους προς αυτούς και την πνευματική τους ευλογία.
Τα στάδια λοιπόν από τα οποία περνούν αρκετά άτομα γύρω μας καθώς προχωρούν προς τα γηρατειά και το θάνατο, τον οποίο δε θέλουν ούτε να σκεφτούν σαν πιθανότητα για τον εαυτό τους είναι συνήθως τα εξής: Άρνηση, τάση για επανάληψη της ζωής τους, οργή, κατάθλιψη και κάποιοι λίγοι, αποδοχή του ερχόμενου θανάτου.
Το ερώτημα είναι: Πώς θα μπορούσε κάποιος ν’ αποφύγει τα στάδια αυτά; Πώς αντιδρούν οι πιστοί του Κυρίου στην πρόοδο της ηλικίας τους και στην πορεία προς τα γηρατειά και το θάνατο; Τι πρέπει να κάνουμε σαν πιστοί του Κυρίου για να είμαστε χαρούμενοι και ευτυχισμένοι σε όλη τη ζωή μας και όχι δυστυχισμένοι, μίζεροι και «κενόδοξοι, αλλήλους ερεθίζοντες και αλλήλους φθονούντες» (Γαλ. 5:2β), όπως συμβαίνει συχνά στους ανθρώπους γύρω μας;
Ο Λόγος του Θεού μας δίνει την απάντηση κι αυτή δεν είναι άλλη από τις σωστές προτεραιότητες που πρέπει να έχουμε στη ζωή μας. Προτεραιότητες που είχε και ο απ. Παύλος και γι’ αυτό μπορούσε να χαίρεται και μαζί με τους πιστούς των Φιλίππων και μέσα από τη φυλακή της Ρώμης. Ποιες είναι αυτές;
Αυτές θα δούμε στη συνέχεια.