«ΣΩΤΗΡ» – Η σημασία της λέξης μέσα στο χρόνο

Γράφει Βίκυ Κάλφογλου-Καλοτεράκη

 

Το μακρύ ταξίδι μιας λέξης μέσα στο χρόνο

Υπάρχουν λέξεις που η ιστορία τους χάνεται στα βάθη των αιώνων.

Ποτάμι μεγαλόπρεπο ταξιδεύουν μέσα στο χρόνο μεταφέροντας εικόνες, παραστάσεις, βιώματα, εμπειρίες και ιστορίες χιλιάδων ανθρώπων. Κάποτε το ποτάμι αγριεύει, πλημμυρίζει τις όχθες – είναι οι περίοδοι στην ιστορία που μια λέξη αποκτά ιδιαίτερο βάρος και περιεχόμενο. Αιχμηρή σαν λεπίδα μαχαιριού μπορεί να γίνει όπλο πανίσχυρο. Άλλοτε πάλι το νερό λιγοστεύει, η κοίτη ρηχή – η λέξη αδυνατίζει, η χρήση της γίνεται συμβατική έως και αδιάφορη. Και υπάρχουν και  φορές που το ποτάμι συναντά κάποιο άλλο, ενώνεται μ’  ένα  ρεύμα διαφορετικό που κυλά κι εκείνο μέσα στο χρόνο κουβαλώντας από το παρελθόν τις δικές του παραστάσεις, έννοιες κι εμπειρίες.

Ένα τέτοιο ποτάμι είναι η ελληνική λέξη «σωτήρ», που δεσπόζει στο Χριστουγεννιάτικο μήνυμα του αγγέλου: «Μη φοβείσθε- ιδού γαρ ευαγγελίζομαι υμίν χαράν μεγάλην, ήτις έσται παντί τω λαώ, ότι ετέχθη υμίν σήμερον σωτήρ, ος εστιν Χριστός Κύριος» (Λουκ.2:10,11). Ένα κομβικό χωρίο του Λόγου του Θεού που μεταδίδει σε μια μοναδικά συμπυκνωμένη μορφή τη δυναμική της Σωτηρίας: η ουράνια παρέμβαση καταυγάζει, υπέρλαμπρο φως, το σκοτάδι του ανθρώπινου φόβου, η χαρμόσυνη αγγελία  απαντά στον πόνο: γεννήθηκε για σένα, για μένα Σωτήρας – Χριστός του Θεού, Κύριος.

Αρχέγονη έννοια ο «σωτήρ» δηλώνει τον «σώζοντα», τον ικανό να γλυτώσει ένα άτομο, μια οικογένεια, μια κοινότητα από τον κίνδυνο ή την ασθένεια. Εφόσον δε  ισχυρότερες γι’ αυτό το έργο ήταν προφανώς οι θεότητες, πολύ νωρίς στην αρχαία ελληνική κοινωνία και θρησκευτική ορολογία η λέξη συνδέθηκε ως λατρευτική «επίκλησις» με πολλές απ’ αυτές, με κορυφαίο τον «Δία Σωτήρα». Ως «σωτήρες» μπορούσαν επίσης να γίνουν αντικείμενο δέησης ο Ασκληπιός, ο Απόλλων, ο Ποσειδών κλπ.

Σύντομα η έννοια απέκτησε και άλλη διάσταση. Όπως είναι γνωστό, η δημιουργία, οργάνωση και λειτουργία της  «πόλεως» ως αυτόνομης και αυτοδιοικούμενης κοινότητας αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικότερα φαινόμενα που καθόρισαν την ταυτότητα και εικόνα της Ελληνικής Αρχαιότητας. Χωρίς να λείπουν και άλλες μορφές οργάνωσης, η ελληνική «πόλις» και οι θεσμοί της (βουλή – συνέλευση πολιτών-ετήσιοι άρχοντες) απετέλεσε την αντιπροσωπευτικότερη μορφή πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης του Αρχαίου Ελληνικού Κόσμου. Μέσα στο πλαίσιο της πόλης διαμορφώθηκαν ο στοχασμός και η συζήτηση γύρω από τα  προβλήματα της ανθρώπινης συμβίωσης, δημιουργήθηκαν έννοιες και όροι ειδικοί – άλλωστε καρπός αυτής της διεργασίας είναι και ο παγκόσμιος πια όρος «πολιτική» – , γράφτηκαν σχετικά κείμενα. Μέσα στα συγκεκριμένα συμφραζόμενα αυτών των κειμένων η «σωτηρία» συνδέεται άμεσα με τη ζωή της κοινότητας και δηλώνει την ομαλή λειτουργία της πόλης και των θεσμών της. «Σωτήρ» θεωρείται συχνά αυτός που υπηρετεί, εξασφαλίζει ή και αποκαθιστά αυτή την εύρυθμη λειτουργία, η οποία εξάλλου θεωρείται και εγγύηση της ατομικής ευημερίας και προκοπής.

Έτσι  λοιπόν στην ταραγμένη περίοδο που ακολούθησε τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου (323-301π.Χ.), όταν μέσα στη δίνη των πολέμων μεταξύ των Διαδόχων οι αυτόνομες ελληνικές πόλεις πολλές φορές κινδυνεύουν να χάσουν είτε το παραδοσιακό τους πολίτευμα, είτε την ανεξαρτησία τους, ενώ παράλληλα υφίστανται όλα τα δεινά των πολεμικών συγκρούσεων, συναντούμε πολλές περιπτώσεις που οι ισχυροί στρατηγοί-Διάδοχοι δέχονται ως «σωτήρες θεοί» ισόθεες τιμές. Είναι η ευγνωμοσύνη για τη «σωτήρια» παρέμβαση του ισχυρού, ο οποίος για τους δικούς του λόγους εξασφαλίζει συχνά τη φυσική και πολιτική επιβίωση μιας πόλης.

 «Οι άλλοι θεοί είναι μακριά – κοιμούνται, είναι φτιαγμένοι από ξύλο και πέτρα», ψάλλουν οι Αθηναίοι στον Δημήτριο τον Πολιορκητή (αρχές του 3ου αι.π.Χ.). «Εσένα όμως σε βλέπουμε μπροστά μας – Χάρισέ μας την ειρήνη».

 Για τους ίδιους λόγους λατρεύονται αργότερα ως «Σωτήρες» ηγεμόνες των Ελληνιστικών βασιλείων, Ρωμαίοι στρατηγοί (όπως π.χ. ο Ιούλιος Καίσαρ), τέλος δε ο πρώτος Ρωμαίος αυτοκράτορας, ο Αύγουστος .

Ύστερα από τις σκληρές πολεμικές αναμετρήσεις που διεξήχθησαν κατά τον 1ο π.Χ. αιώνα κυρίως στις Ρωμαϊκές επαρχίες της Ελληνικής Ανατολής μεταξύ των ισχυρών Ρωμαίων στρατηγών, εξουθενωμένες και αποδεκατισμένες οι ελληνικές πόλεις χαιρέτησαν με ειλικρινή ανακούφιση και αγαλλίαση την επικράτηση του Γάιου Ιουλίου Καίσαρα Οκταβιανού, του μετέπειτα αυτοκράτορα Αυγούστου (31π.Χ.), ο οποίος πράγματι εγκαινίασε μια περίοδο ειρήνης και ομαλής διοίκησης (29π.Χ.-14μ.Χ.). Τον λάτρεψαν ως θεότητα, έκτισαν γι’ αυτόν ναούς, τον ονόμασαν «σωτήρα του κοινού των ανθρώπων γένους».

Ο χαρακτηρισμός «σωτήρ», μεστός από πολιτικό αλλά και θρησκευτικό περιεχόμενο, αποτελεί για τους Έλληνες τον κατεξοχήν τίτλο που δίνουν από τώρα και στο εξής στους αυτοκράτορες, είτε ευχαριστώντας τους για ευεργεσίες που δέχθηκαν, είτε απλώς προσδοκώντας νέες.

Το ποτάμι κυλά μέσα στο χρόνο κουβαλώντας την ιστορία και τις εικόνες που προστίθενται και δίνουν στην έννοια του «σωτήρα» το ιδιαίτερο βάρος και τη χροιά της. «Σωτήρες» λοιπόν οι μεγάλες ελληνικές θεότητες, «σωτήρες» οι επίγειοι ισχυροί που είναι σε θέση, αν το θελήσουν, να βοηθήσουν τις αδύναμες πόλεις, «σωτήρες» ακόμη οι θεοί των μυστηριακών λατρειών της Ελληνιστικής εποχής που υπόσχονται στους πιστούς, απογοητευμένους από τις ψυχρές θεότητες της τυπικής λατρείας των πόλεων, εσωτερική κάθαρση, ικανοποίηση στις μεταφυσικές τους αναζητήσεις και μια υπόσχεση αιωνιότητας. «Σωτήρ» τέλος ο Ρωμαίος αυτοκράτωρ που προσλαμβάνεται από τους υπηκόους του ως η απόλυτη πηγή εξουσίας .

Όμως αυτό  το ποτάμι  κάπου στο ταξίδι του έχει ήδη συναντήσει ένα άλλο ρεύμα, που έρχεται από την Ανατολή κουβαλώντας τη δική του ιστορία, τις δικές του εικόνες – βγαίνει μέσα από τις ευλογίες, τον πόνο και τις θείες υποσχέσεις που είχαν γευτεί οι απόγονοι του Αβραάμ, ο λαός του Θεού.

Και να πως έγινε η συνάντηση:

 Στην Πτολεμαϊκή Αλεξάνδρεια, η οποία στα μέσα περίπου του 3ου αι. π.Χ. διανύει την λαμπρότερη περίοδο της ακμής της, αποφασίστηκε να ανατεθεί σε ομάδα λογίων ειδικών η μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης από τα Εβραϊκά στα Ελληνικά, προκειμένου να εξυπηρετηθούν τα μέλη της Εβραϊκής Διασποράς, τα οποία σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, δεν ήταν πλέον σε θέση να κατανοήσουν στο πρωτότυπο τα Ιερά Κείμενα της Πεντατεύχου και των άλλων βιβλίων – Προφήτες, Ψαλμοί. Πρόκειται για απαιτητικό «επιστημονικό πρόγραμμα», εργασία επίπονη, η οποία δεν ολοκληρώθηκε βέβαια παρά ύστερα από περίπου έναν αιώνα. Στο πλαίσιο λοιπόν αυτού του μεταφραστικού εγχειρήματος επελέγη η λέξη «σωτήρ» και βέβαια όλο το εννοιολογικό της περιβάλλον – ‘σώζω’, ‘σώζων’, ‘σωτηρία’, ‘σωτήριον’ – για να αποδοθούν η εβραϊκή λέξη –yasha’- και τα παράγωγά της. Μια άλλη παράσταση ήρθε να πλουτίσει το ελληνικό παρελθόν της λέξης – τα ποτάμια ενώθηκαν.

 Η έννοια –yashaμεταδίδει την εικόνα της εξόδου από μια στενωπό στην ευρυχωρία, από μια καταθλιπτική, ασφυκτική κατάσταση στην απελευθέρωση.  Έτσι  μ’ αυτή τη λέξη-εικόνα περιγράφεται κατεξοχήν η σωτήρια παρέμβαση του Θεού στην ιστορία του λαού Ισραήλ και η απελευθέρωση από τη δουλεία της Αιγύπτου (Έξοδος 14:30), ο λαός χαρακτηρίζεται  ως ο «σωζόμενος υπό του Κυρίου» (Δευτ.33:29). 353 φορές έχει υπολογισθεί ότι απαντά στα βιβλία της Παλιάς Διαθήκης η έννοια yasha και τα παράγωγά της, προκειμένου να δηλωθούν ακόμη και απλές, καθημερινές πράξεις βοήθειας και απαλλαγής από μια δυσκολία, κυρίως όμως οι θαυμαστές πράξεις και οι ενέργειες του «Θεού της σωτηρίας μας» (Ψαλμ.68:19). «Αυτός βεβαίως είναι πέτρα μου και σωτηρία μου…… εν τω Θεώ είναι η σωτηρία μου και η δόξα μου η πέτρα της δυνάμεως μου, το καταφύγιόν μου», ψάλλει ο Δαβίδ (Ψαλμ.62:2,7). Και μπορεί η έννοια αυτή να χαρακτηρίζει σε πολλές περιπτώσεις πράξεις και ενέργειες που συνδέονται με την ανεξαρτησία και ευημερία του λαού Ισραήλ, με την προσωπική ευτυχία των πιστών του Κυρίου, υπάρχουν όμως και χωρία, στα οποία λειτουργεί μ’ ένα βαθύτερο, πνευματικό περιεχόμενο. «Θέλω σώσει αυτούς εκ πασών των κατοικήσεων αυτών εν αις ημάρτησαν και θέλω καθαρίσει αυτούς – και θέλουσιν είσθαι λαός μου και εγώ θέλω είσθαι Θεός αυτών» διαβάζουμε στον Ιεζεκιήλ (37:23). «Ελευθέρωσόν με από αιμάτων, Θεέ της σωτηρίας μου», δέεται ο Δαβίδ (Ψαλμ.51:14) συμπληρώνοντας: «η γλώσσα μου θέλει ψάλλει εν αγαλλιάσει την δικαιοσύνην σου». Παρουσιάζει δε ιδιαίτερο  ενδιαφέρον για μας το ότι αυτή η ‘δικαιοσύνη’ του Θεού συνδέεται συχνά στην Παλιά Διαθήκη με τη Σωτηρία Του. «Η σωτηρία μου θέλει είσθαι εις τον αιώνα και η δικαιοσύνη μου δεν θέλει εκλείψει», υπόσχεται ο Θεός στον Ησαϊα (51:6), ενώ σε άλλο σημείο του ίδιου προφητικού κειμένου διακηρύττει «Δεν υπάρχει εκτός εμού άλλος Θεός – Θεός δίκαιος και Σωτήρ» (45:21).

Και προφητικά το Άγιο Πνεύμα του Θεού μέσω πάλι του Ησαϊα ανοίγει μια χαραμάδα, για να δούμε, πως αυτή η διαφορετική, «πνευματική» σωτηρία δεν προορίζεται αποκλειστικά για τον λαό Ισραήλ αλλά ανοίγει την αγκαλιά σ’ όλα τα έθνη: «Εις εμέ βλέψατε και σώθητε πάντα τα πέρατα της γης» (Ησαϊας 45:22), ενώ σχετικά με τον τύπο του «πιστού Υπηρέτη» που σκιαγραφεί τη μελλοντική ταπείνωση του Υιού του Ανθρώπου ακούμε την υπόσχεση του Θεού: «θέλω σε δώσει φως εις τα έθνη, διά να είσαι η σωτηρία μου έως εσχάτου της γης» (49:6).

Yashaαπό τη  φυλακή  στην  ελευθερία, από έναν ασφυκτικό, κλειστό χώρο στην ευρυχωρία.     

Και φτάνει η εποχή της συγγραφής των Ευαγγελίων. Όλοι, συγγραφείς και αναγνώστες, γνωρίζουν βέβαια τη σημασία του ιδιαίτερου ονόματος του Κυρίου που κι αυτό προέρχεται από την ίδια ρίζα, yasha– «Ιησούς» σημαίνει στα Εβραϊκά Σωτήρας. Η αγγελική διακήρυξη όμως του ευαγγελικού κειμένου, αυτό το συμπυκνωμένο μήνυμα του Θεϊκού Σχεδίου για τη λύτρωση του ανθρώπου, δομείται γύρω από τη βαριά σε ιστορία και αντηχήσεις ελληνική λέξη «Σωτήρ». Η έμπνευση του Αγίου Πνεύματος οδηγεί τον Λουκά να χρησιμοποιήσει μια έννοια που σήμαινε πολλά τόσο για τον Ιουδαϊκό κόσμο, τον θρεμμένο με την ανάγνωση της Παλαιάς Διαθήκης, όσο και για τον Ελληνορωμαϊκό.

Έτσι ο κόσμος των εθνικών, κουρασμένος κι απογοητευμένος από τους τόσους «σωτήρες», πάνω στους οποίους είχε στηρίξει αιώνες τώρα ελπίδες και προσδοκίες, συναντά στο χωρίο του Λουκά και συγκεκριμένα στη λέξη «Σωτήρ»  τον κόσμο της Παλαιάς Διαθήκης και την έννοια yasha, τον Θεό της Σωτηρίας του Ισραήλ που ελευθέρωσε τον λαό Του από τη σκλαβιά της Αιγύπτου, τον οδήγησε στην «ευρυχωρία» της Γης της Επαγγελίας και  μέσα από τις  υποσχέσεις Του άφηνε σταθερά να διαγράφεται η Ένδοξη Εικόνα μιας μεγαλύτερης Σωτηρίας.

Και η λέξη «σωτήρ»  συναντά  επιτέλους  το Πρόσωπο, με το οποίο μέσα στη διαδρομή των αιώνων «περίμενε» να ενωθεί. Στο μακρύ της ταξίδι συνδέθηκε με θεούς ψεύτικους, ανθρώπους ανάξιους και αδύναμους και κοντά τους έχασε μεγάλο μέρος από τη λάμψη και το περιεχόμενό της. Τώρα στο κείμενο του Λουκά ο Χριστός του Θεού, ο Κύριος που γεννήθηκε στην πόλη του Δαβίδ, ταυτίζεται για όλη την αιωνιότητα με το όνομα «Σωτήρ», ενώ στην ορολογία της Καινής Διαθήκης οι ίδιες αυτές  αρχέγονες λέξεις – «σωτήρ», «σωτηρία» –  με την πνοή του Αγίου Πνεύματος παίρνουν νέα,  αληθινή ζωή και μια βαθύτερη πνευματική  διάσταση:

«Και δεν υπάρχει δι’ ουδενός άλλου η σωτηρία – διότι ούτε όνομα άλλο είναι υπό τον ουρανόν δεδομένον μεταξύ των ανθρώπων, διά του οποίου πρέπει να σωθώμεν» (Πράξ.4:12)

 

Σημ.: Όπως εύκολα καταλαβαίνει κανείς, υπάρχει εξαιρετικά μεγάλη βιβλιογραφία πάνω στο συγκεκριμένο θέμα, στον χώρο τόσο της θεολογικής έρευνας όσο και  των αρχαιογνωστικών σπουδών. Απλώς το επισημαίνω και αναφέρω εδώ μόνον ένα εξαιρετικό άρθρο του μεγάλου Γερμανού Κλασσικού φιλολόγου (ειδικού σε θέματα ιστορίας και πολιτισμού του Ελληνορωμαϊκού κόσμου κατά τους χρόνους της Καινής Διαθήκης) Paul Wendland (1864-1915): «ΣΩΤΗΡ – Eine religionsgeschichtlice Untersuchung», Zeitschrift für die Neutestamentliche Wissenschaft 5 (1904), 335-353. Μολονότι παλαιά, η μελέτη δεν έχει χάσει τίποτα από την αξία και σημασία της.


kalnarn@hist.auth.gr

Comments are closed.