ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΑΔΑΜ

Η Β΄ Ελληνική Ευαγγελική Εκκλησία Αθηνών ήδη γιόρτασε την επέτειο των 90 χρόνων από την ίδρυσή της. Με την ευκαιρία αυτή πήραμε συνέντευξη από τον ποιμένα της αιδ. Γεώργιο Αδάμ. Ο αιδ. Αδάμ γεννήθηκε στην Αθήνα και ήταν μέλος στην Α΄ ΕΕΕ, στην οποία βρέθηκαν οι γονείς του, μέσω της πολύχρονης και συνεπούς μαρτυρίας του ζεύγους Βασίλη και Άννας Μαρκάκη. Αναγεννήθηκε στα εφηβικά του χρόνια. Στα φοιτητικά του χρόνια υπάκουσε στην κλήση του Θεού να αφιερωθεί στη διακονία του Ευαγγελίου. Σπούδασε μουσική και διοίκηση επιχειρήσεων. Για ένα σύντομο χρονικό διάστημα διακόνησε τη νεολαία της Α΄ ΕΕΕ. Αφού φοίτησε ένα έτος στο Ελληνικό Βιβλικό Κολέγιο, πήγε στην Αμερική για  θεολογικές σπουδές στο Θεολογικό Σεμινάριο GordonConwel στη Βοστώνη. Ταυτόχρονα ήταν ποιμένας της εκεί Ελληνικής Ευαγγελικής Εκκλησίας. Από το 2002 διακονεί τη Β΄ ΕΕΕ. Είναι διδάκτορας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ. Ωςεργάτης του Ευαγγελίου αγαπά και υπηρετεί τον Θεό με πιστότητα, ζήλο και πνεύμα ταπεινό και έχει ένθερμη αγάπη για το ποίμνιο που του ανάθεσε ο Κύριος. Η Β΄ ΕΕΕ έχει αναπτύξει πολύπλευρη διακονία με ποικίλες δραστηριότητες και εντός και εκτός της εκκλησίας τους, με ευμενή απήχηση στην περιοχή και καλά αποτελέσματα. Παρακάτω παραθέτουμε τις απαντήσεις που έδωσε στα ερωτήματά μας:

ΦτΕ

ΕΡΩΤ.: Πότε ιδρύθηκε η Β΄ Ελληνική Ευαγγελική Εκκλησία; Ποιοι διετέλεσαν ποιμένες της;

> Η Β’ Ελληνική Ευαγγελική Εκκλησία Αθηνών ιδρύθηκε το 1924 από πρόσφυγες που είχαν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τις εστίες τους μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Οι πρόσφυγες αυτοί ήταν μέλη  των Ευαγγελικών Εκκλησιών που υπήρχαν στη Σμύρνη, Μαγνησία, Μουταλάσκη, Καισάρεια, Φλαβιανά.

Ποιμένες της διετέλεσαν ο Ξενοφών Μόσχου (1924-1939),ο Γεώργιος Χατζηαντωνίου (1946-1962), ο Γεώργιος Παιδάκης (1962-1963), οΕμμανουήλ Σμπράος (1963-1984), ο Χρήστος Κοντόπουλος (1984-1988) και Απόστολος Μπλιάτης (1988-2002).

ΕΡΩΤ.:Ποιος είναι ο πρώτιστος σκοπός της εκκλησίας;

> Η αποστολή της Εκκλησίας είναι να φανερώνεται η δόξα του Θεού στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού με το να κάνουμε γνήσιους μαθητές Χριστού, ανθρώπους από κάθε έθνος. Με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος ξεκινάμε μέσα στην Εκκλησία, αγκαλιάζουμε την πόλη και την πατρίδα μας και φτάνουμε στα πέρατα της γης.

ΕΡΩΤ.: Ποιες είναι οι δραστηριότητές σας στον χώρο της τοπικής εκκλησίας και ποιες στην τοπική κοινωνία; Πώς μπορεί η τοπική εκκλησία να επηρεάσει τη γειτονιά της;

> Όλες οι δραστηριότητες της Εκκλησίας είτε «προς» την Εκκλησία, είτε «από» την Εκκλησία πρέπει να περιστρέφονται γύρω από την εκπλήρωση της Μεγάλης Αποστολής. Επομένως, η τοπική Εκκλησία μαθητεύει και διδάσκει το Ευαγγέλιο και τη χριστιανική ζωή που απορρέει από αυτό στις δημόσιες συνάξεις της, στο Κυριακό Σχολείο, στους ομίλους εφήβων και νέων, στις κατ’ οίκον συναναστροφές. ΄Ετσι καλλιεργείται η κοινωνία και η ενότητα μεταξύ των αδελφών, όπως επίσης και ο οραματισμός για τον ευαγγελισμό της Ελλάδας και του κόσμου όλου.

Βαθιά μέσα μου πιστεύω πως ο κάθε μαθητής Χριστού πρέπει να έχει συνειδητή προσωπική ζωή προσευχής και μελέτης της Αγίας Γραφής, να υπηρετεί τακτικά και με συνέπεια το έργο του Θεού, να δίνει την προσωπική του μαρτυρία, και να καλλιεργεί ουσιαστική πνευματική κοινωνία με το Σώμα του Χριστού.

Η μαρτυρία της Εκκλησίας στην τοπική κοινωνία πρέπει να συνδυάζει τη διακήρυξη των Καλών Νέων και την έμπρακτη υπηρεσία προς τις υπάρχουσες ανάγκες. Αυτό, ιδιαίτερα στο τοπικό επίπεδο, οικοδομείται σε βάθος χρόνου, όταν με συνέπεια μιλάμε για το Ευαγγέλιο, αλλά και υπηρετούμε.Σιγά-σιγά μπορεί να σπάσει ο πάγος και να διαλυθούν φόβοι.

Στο πλαίσιο αυτό, διακονούμε τη γειτονιά μας πλησιάζοντας παιδιά και νέους, γυναίκες, και κυρίως φτωχούς, πρόσφυγες, μετανάστες διαφόρων εθνικοτήτων. Οργανώνουμε δύο φορές την εβδομάδα συσσίτια στην αυλή της Εκκλησίας. Επίσης δύο απογεύματα προσφέρουμε τη δυνατότητα μπάνιου, αλλαγής ρούχων στο πνευματικό Κέντρο της Συμπαράστασης, που είναι ένα ωραίο οίκημα πολύ κοντά στην Εκκλησία μας. Στους ίδιους χώρους προσφέρονται μαθήματα ελληνικών, αγγλικών και υπολογιστών, για γυναίκες. Τέλος, προσφέρουμε έναν νεανικό χώρο, την «Σφήνα», τις Παρασκευές, ώστε παιδιά κι έφηβοι να ψυχαγωγηθούν. Καθώς γίνονται όλα αυτά, διδάσκουμε το Ευαγγέλιο και για  όσους ενδιαφέρονται, οργανώνουμε Βιβλικές μελέτες. Παράλληλα κατά τη διάρκεια του έτους – κι αυτό επί σειρά ετών – οργανώνουμε διανομές ημερολογίων στα καταστήματα της περιοχής, καλλιεργούμε συστηματικά σχέσεις με τους γείτονές μας, καθαρίζουμε εθελοντικά τους κεντρικούς δρόμους της περιοχής μας.

ΕΡΩΤ.: Τι είναι αυτό που λείπει από τη σημερινή εκκλησία του Χριστού στην πατρίδα μας;

> Θα μπορούσε κάποιος να εστιάσει σε διάφορες ελλείψεις. Η Εκκλησία χρειάζεται αναζωπύρωση. Συγκεκριμένα χρειάζεται αναζωπύρωση στην προσωπική μας αγάπη και στον ζήλο για το πρόσωπο του Χριστού. Κι αυτό για να γίνει, χρειάζεται να κατανοήσει ο πιστός το Ευαγγέλιο της χάρης του Θεού εν Χριστώ και να εμβαθύνει στη ζωή της χάρης. Το Ευαγγέλιο πρέπει να μας ενθουσιάσει ξανά! Για να γίνει αυτό, όμως, πρέπει κάθε δική μας καύχηση και περηφάνια για τη σωτηρία και τον αγιασμό μας να εξαλειφθεί. Η ορθή κατανόηση της χάρης του Θεού οδηγεί αβίαστα στη μαρτυρία στον γείτονά μας, στον ζήλο για τον ευαγγελισμό του κόσμου, στην επιθυμία για άγια ζωή, στη μετάνοια από τις καθημερινές μας ειδωλολατρίες, από το να κάνουμε τον Θεό μέσον για να παίρνουμε τα δώρα Του, αντί ύψιστο σκοπό της ζωής μας.

ΕΡΩΤ.: Πώς κρίνετε τη συμμετοχή της νεολαίας στις δραστηριότητες της εκκλησίας;

> Νομίζω πως οι νέοι είναι πιο δραστήριοι, πιο οραματιστές. Πιστεύω πως εκείνοι που συνειδητά ομολογούν τον Χριστό ως Κύριό τους, πιο εύκολα από εμάς τους μεγάλους μιλάνε για την πίστη τους και πιο εύκολα φέρνουν τους φίλους τους στην Εκκλησία ή στις συναντήσεις νεολαίας. Η νεανική πίστη όταν είναι ζωντανή, έχει μια άλλη φρεσκάδα! Φυσικά είναι πιο επιρρεπείς στο λάθος, όμως πιο εύκολα ‘πλάθονται’. Είμαι βαθιά ευγνώμων στον Θεό για τη συμμετοχή των νέων στην τοπική μας Εκκλησία, πράγμα που αποτελεί καρπό αποκλειστικά της χάρης του Θεού στη ζωή τους. Σαφώς, όμως, δεν είναι όλοι στο ίδιο επίπεδο. Χρειάζεται να γίνει πολλή δουλειά ακόμη. Αυτό, όμως, συμβαίνει και με τους «μεγάλους», οι οποίοι έχουν μεγαλύτερη ευθύνη για την πορεία της Εκκλησίας λόγω της ηλικίας, των εμπειριών και του παραδείγματός τους.

ΕΡΩΤ.: Πρέπει η Εκκλησία να παίρνει θέση σε πολιτικά, κοινωνικά και πολιτιστικά θέματα;

> Η Εκκλησία πρέπει να έχει λόγο ‘προφητικό’. Αυτό σημαίνει ότι η παρουσία μας ως Εκκλησία σε όλα αυτά τα θέματα πρέπει να μοιάζει με αυτή των προφητών.Η Εκκλησία πρέπει να κηρύττει την αλήθεια για τον Θεό και την αιτία των προβλημάτων, προς κάθε κατεύθυνση χωρίς δεσμεύσεις. Επομένως, αφενός στέκεται «απέναντι» σε όλες τις άδικες κοινωνικές δομές, τους άδικους νόμους, σε κάθε παραβίαση ανθρώπινων δικαιωμάτων, σε κάθε απόφαση που καταλήγει στην καταπίεση συνανθρώπων κ.λπ… Αφετέρου, η Εκκλησία είναι αναγκαίο να κηρύττει πως η μόνη ελπίδα βρίσκεται στον Ιησού Χριστό, πουθενά αλλού. Η λύση, δηλαδή, που προσφέρει είναι «αλλιώτικη», επειδή η διάγνωση είναι αλλιώτικη. Επίσης, η Εκκλησία παίρνει θέση, όταν οι πιστοί ζουν δίκαια, αγαπούν το έλεος και περπατούν ταπεινά με τον Θεό. Αυτό προϋποθέτει πως πρώτα κρίνει τον εαυτό της… Τέλος, η Εκκλησία πρέπει να κλαίει και να πενθεί ενώπιον του Θεού με προσευχή για τη διαφθορά και την κρίση,με σκοπό  οι καρδιές των ανθρώπων να στραφούν στη μοναδική ελπίδα, τον Ιησού Χριστό.Φυσικά μέσα σε όλο αυτό, κάθε πιστός πρέπει να είναι παρών στην υπηρεσία και προσφορά, όπου μπορεί. Η στοχευμένη εξωστρέφεια είναι πάντα το ζητούμενο.

ΕΡΩΤ.: Σε μια κοινωνία που αλλάζει, ποιες πλευρές της Εκκλησίας πρέπει να ανανεωθούν και ποια στοιχεία πρέπει να μείνουν αναλλοίωτα;

> Η Εκκλησία έχει την ευθύνη να «αναμορφώνεται» για δύο τουλάχιστον λόγους. Πρώτον, αποτελείται από ανθρώπους ατελείς. Επομένως, όλοι μας χρειαζόμαστε μετάνοια και διόρθωση. Έχουμε τη συλλογική ευθύνη – κυρίως όμως την ευθύνη την έχουμε εμείς οι πνευματικοί ηγέτες – να επανεξετάζουμε το καθετί (στην προσωπική και συλλογική μας ζωή) με το φως του Ευαγγελίου και να διορθωνόμαστε.  Υπό αυτή την έννοια η Εκκλησία πρέπει να ζει καθαρή ζωή και να έχει συμμετοχή στην κάλυψη των κοινωνικών αναγκών. Δεν ισχύει το «λάθρα βίωνε» για την Εκκλησία. Πρέπει με θάρρος να στραφεί στον κόσμο γύρω της κι όχι να κλείνεται στον εαυτό της. Δεύτερον, οι συνθήκες αλλάζουν και οι τρόποι με τους οποίους έχουμε μάθει να  λειτουργούμε και διακονούμε, δεν πρέπει να γίνονται εμπόδιο στην διακονία του Ευαγγελίου σήμερα. Μερικές φορές πρέπει να αλλάζεις για να μένεις πιστός στην ουσία της κλήσης σου. Όμως, δεν υπάρχει «μία» απάντησηούτε η «ίδια» απάντηση για όλους. Αν π.χ. οι εργασιακές συνθήκες και τα ωράρια άλλαξαν, πιθανώς μια Εκκλησία να πρέπει να αλλάξει την ώρα της συμπροσευχής, για να μπορούν περισσότεροι να συμμετέχουν. Αν σε μια περιοχή δημιουργούνται νέες ανάγκες, τότε μάλλον πρέπει να γίνει κάθε αναγκαία αλλαγή, για να μείνουμε πιστοί στην αποστολή μας κι όχι στις παλιές συνήθειες ή ακόμη χειρότερα… σε παλιές νοοτροπίες, δηλαδή σε τρόπους διακονίας  που δεν αρκούν πλέον.

Τι δεν μπορεί να αλλάξει;Το περιεχόμενο του κηρύγματος του Ευαγγελίου δεν μπορεί να αλλάξει  ούτε φυσικά το να υπάρχει κήρυγμα. Η πίστη πάντα θα είναι «εξ’ ακοής» και η ακοή «δια του Λόγου του Θεού». Το κήρυγμα και η διδασκαλία δεν μπορούν να αντικατασταθούν· το ίδιο ισχύει για τον ευαγγελισμό και τη μαθητεία. Δεν μπορεί, επίσης, η Εκκλησία να μην έχει μια δομή (όποια κι αν είναι αυτή), έναν τρόπο για να λειτουργεί και να υπηρετεί, που να είναι γνωστός κι αποδεκτός. Ο Θεός θέλει τα πάντα να γίνονται «ευσχημόνως και κατά τάξιν». Επίσης, δεν μπορεί η Εκκλησία να αφήσει την τέλεση του Δείπνου, την τέλεση της Βάπτισης. Οι πιστοί, ως αδελφοί εν Χριστώ, πρέπει να βρίσκονται πάντα σε σχέση πνευματικής αλληλεξάρτησης. Σε κάθε περίπτωση έχουμε την ευθύνη να ξεχωρίζουμε τα πρωτεύοντα από τα δευτερεύοντα.

Comments are closed.