Του Χάρη Ι. Νταγκουνάκη, Νομικού
ΜΠΟΡΕΙ η 11 Σεπτέμβρη 2001 να ανήκει πια στο παρελθόν, να την έχει πάρει μαζί του “ο παλιός ο χρόνος”, αλλά δεν παύει ν’ αποτελεί σύνορο στην πρόσφατη ιστορία του κόσμου. Ήδη οι συνέπειες και οι φωτιές που άναψε αυτή η τρομοκρατική ενέργεια είναι παρούσες στον κόσμο μας και κανένας δεν ξέρει μέχρι που μπορούν όλα αυτά να εξελιχθούν.
Θυμάμαι πως εκείνες τις πρώτες μέρες κυκλοφορούσε ευρέως το σλόγκαν “είμαστε όλοι Αμερικανοί”. Το έλεγαν οι διάφορες κυβερνήσεις αλλά και απλοί άνθρωποι, πάνω στη συγκίνησή τους, για να δηλώσουν την αμέριστη συμπαράστασή τους στον λαό της Νέας Υόρκης, που τόσα θύματα θρηνούσε. Παρ’ όλα αυτά, πολύ αμφιβάλλω αν οι απλοί άνθρωποι λένε ακόμη αυτό το σλόγκαν –τουλάχιστον με τον ίδιο ζήλο– και αν το εννοούν! Φοβάμαι πως όσο περνούν οι μήνες και τα χρόνια, οι περισσότεροι θα ξεχάσουν πως κάποτε “ήμασταν όλοι Αμερικανοί”.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τους Χριστιανούς, και μη ρωτάτε με “ποιους” Χριστιανούς. Σε όποιον ομολογιακό χώρο κι αν ανήκει κανείς, δεν παύει να είναι Χριστιανός, αν τηρεί ορισμένες προϋποθέσεις, κοινές για όλους, κατά τη Βίβλο. Για να είναι Χριστιανός όχι μόνο κάθε Κυριακή ή κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα αλλά την κάθε μέρα της ζωής του. Κι απ’ την άλλη μεριά παύει να είναι Χριστιανός, αν δεν τηρεί αυτές τις προϋποθέσεις.
Η καθημερινή μέρα ενός Χριστιανού, και μάλιστα στρατιώτη, μπορεί από άνθρωπο σε άνθρωπο να διαφέρει, γιατί άλλη είναι η ζωή ενός εργάτη, άλλη ενός αγρότη, άλλη ενός υπαλλήλου ή ενός ελεύθερου επαγγελματία. Η καθημερινή, η συνηθισμένη μέρα ενός Χριστιανού, όμως, όπως αυτή περιγράφεται στη Γραφή, είναι, ή μάλλον πρέπει να είναι, ίδια για όλους, όσοι θέλουν να ζήσουν στρατευμένοι κάτω από τις διαταγές του Χριστού.
Στην προς Ρωμαίους επιστολή του (13,11-14) ο απόστολος Παύλος περιγράφει μια τέτοια μέρα. Δεν ξέρω αν το κάνει επίτηδες, αν η περιγραφή του αποτελεί λογοτεχνικό σκέρτσο ή αν ο απόστολος με την οδηγία του Πνεύματος πήρε τυχαία μερικές καθημερινές δραστηριότητες, που (τι σύμπτωση, αλήθεια!) ταιριάζουν σε όλους τους πολιτισμούς, για να περιγράψει πώς πρέπει να είναι το καθημερινό μας περπάτημα με τον Χριστό.
Εν πάση περιπτώσει, εκείνο που προέχει είναι ότι κανένας δεν μπορεί να πει πως αυτές οι αλήθειες δεν τον αφορούν σαν άνθρωπο που λέει πως βιώνει τα λόγια του Χριστού. Και πως αυτές οι καθημερινές εργασίες δεν αφορούν τον κάθε υγιή άνθρωπο, που θα ξεκινήσει να ζει μια συνηθισμένη μέρα της ζωής του.
1. Το Ξύπνημα.
Τα πρώτα λόγια του αποστόλου μοιάζουν μ’ αυτά ενός θαλαμοφύλακα στον στρατό, που αρχίζει να ξυπνάει τον λόχο, για να είναι στην ώρα τους όλοι εν τάξει με τις υποχρεώσεις τους: «Ήρθε η ώρα να ξυπνήσουμε από τον ύπνο» (στχ. 13,11 –Νέα Μετάφραση της Βίβλου).
Ποιος είναι όμως ο ύπνος αυτός, από τον οποίο πρέπει να σηκωθούμε; Σε αναφορές που γίνονται και σε άλλα μέρη της Καινής Διαθήκης, αυτός ο ύπνος είναι ύπνος της αμαρτίας, που προέρχεται από τον ύπνο της σαρκικής καλοπέρασης, της νωθρότητας ή της αδιαφορίας. Θυμηθείτε ότι και οι φρόνιμες και οι μωρές παρθένες κοιμήθηκαν όλες (Μτ 25,5). Πρέπει να τ’ ομολογήσουμε ότι συχνά έχουμε ανάγκη κάποιος να μας ξυπνάει! Ο ίδιος ο Κύριος άλλωστε συχνά το υπενθύμιζε στους μαθητές του: “Αγρυπνείτε!” Οι μαθητές είχαν ανάγκη κάποιον να τους ξυπνάει.
Ο απόστολος όμως εφιστά την προσοχή μας, ότι πρέπει να ξέρουμε δύο πράγματα, για να είμαστε συνεχώς νηφάλιοι Χριστιανοί: Το ένα είναι ο καιρός στον οποίο ζούμε. Μ’ άλλα λόγια, για να παραμένει ξύπνιος ένας Χριστιανός, πρέπει πρώτα απ’ όλα να ξέρει ότι ο καιρός στον οποίο ζει, είναι καιρός που το ευαγγέλιο πρέπει να κηρυχτεί. Είναι καιρός, όπου ο Θεός δέχεται τους αμαρτωλούς που έρχονται σ’ Aυτόν με μετάνοια και πίστη. Δεν θα είναι πάντοτε έτσι τα πράγματα, λέει η Γραφή. Μόνο σήμερα συμβαίνει αυτό. Αύριο κανείς δεν ξέρει αν θα υπάρχει η πόρτα της χάριτος ανοιχτή. Άρα σήμερα είναι ο κατάλληλος καιρός για να δουλέψουμε για τον Κύριο και για την εξάπλωση της βασιλείας Tου.
Όταν βλέπει κανείς Χριστιανούς απορροφημένους μόνο με τις βιοτικές ανάγκες τους και στο πώς να αποκτήσουν όλο και περισσότερα, να προβληθούν όλο και περισσότερο, να απολαύσουν όλο και περισσότερο αυτή τη φθαρτή ζωή, μόνο για Χριστιανούς σε εγρήγορση δεν μπορεί να μιλάει. Ο Χριστιανός που έχει αποξεχαστεί στη δίνη της κοσμικότητας, δεν μπορεί να είναι νηφάλιος Χριστιανός. Είναι ανάγκη να ξυπνήσει.
Το δεύτερο που πρέπει να ξέρουμε είναι ότι η στιγμή που θα συναντήσουμε τον Χριστό είναι πολύ πιο κοντά τώρα, παρά τότε που γνωρίσαμε τον Χριστό. Πόσα χρόνια πάνε που γνώρισες τον Χριστό ως προσωπικό σου σωτήρα; Πέντε, δέκα, είκοσι χρόνια; Αυτό δεν πρέπει να σε αποκοιμίζει και να καμαρώνεις για την πολύχρονη ζωή σου μέσα στην εκκλησία αλλά να σε κρατάει σε εγρήγορση, νηφάλιο, αφού σε λίγο όλοι θα συναντήσουμε τον Κύριο.
2. Πρέπει να ντυθούμε.
Όταν ξυπνάει κανείς το πρωί, το επόμενο που κάνει πριν βγει έξω, είναι να ντυθεί. Όλοι ξέρουμε όμως ότι συνήθως πριν ντυθούμε για να βγούμε από το σπίτι, πρέπει πρώτα να βγάλουμε τα ρούχα με τα οποία κυκλοφορούμε μέσα στο σπίτι (πιτζάμες, ρόμπες, φόρμες, παντόφλες κ.λπ.)
Αυτά που πρέπει να βγάλουμε από πάνω μας κατά τον Παύλο είναι “τα έργα του σκότους”, μ’ άλλα λόγια να αποχωριστούμε οποιαδήποτε αμαρτία, αφού η αμαρτία είναι προϊόν σκότους. Εξού και η παρομοίωση με τα ρούχα που τα φοράμε τη νύχτα. Τώρα, λοιπόν, που θα βγούμε έξω στο φως της ημέρας, θα πρέπει να ντυθούμε τα ρούχα που φοράμε την ημέρα έξω στην καθημερινή ζωή μας.
Κι αυτά που θα ντυθούμε δεν θα είναι μια άλλη πολυτελής ενδεχομένως φορεσιά αλλά θα είναι μια πανοπλία. Όπως δηλαδή ο στρατιώτης δεν μπορεί να βγει έξω να πολεμήσει με τις πιτζάμες και τις σαγιονάρες αλλά πρέπει να τα βγάλει και να φορέσει την πανοπλία του, έτσι είναι κι ο Χριστιανός. Πόσες φορές, αλήθεια, διστάζουμε ν’ αποχωριστούμε τα ρούχα της νύχτας, γιατί βαριόμαστε να πολεμήσουμε στην πνευματική μάχη! Ο Χριστιανός είναι γυμνός αν δεν φοράει την πανοπλία του, όπως αυτή αναφέρεται στην προς Εφεσίους επιστολή (6,10-20).
3. Το περπάτημα.
Όταν ντυθούμε λοιπόν την πανοπλία του Πνεύματος, τώρα πρέπει να βγούμε έξω και να περπατήσουμε.
Πολλά έχουν λεχθεί για το περπάτημα του Χριστιανού. Αυτή καθ’ εαυτή η κίνηση του περπατήματος δείχνει ότι η χριστιανική ζωή δεν είναι ούτε ευτράπελα χοροπηδήματα (πότε πάνω πότε κάτω συναισθηματικά) ούτε άλματα (αυτόματη χριστιανική πρόοδος από τη μια στιγμή στην άλλη) ούτε απερίσκεπτο τρεχαλητό. Είναι περπάτημα με τον Χριστό. Βήμα βήμα, με προσοχή, με περίσκεψη, με σταθερή πρόοδο στην πνευματική ζωή.
Υπάρχουν όμως τρία ζευγάρια υποδήματα που δεν μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε. Είναι ακατάλληλα, γιατί ανήκουν στα έργα του σκότους. Το ένα ζευγάρι είναι “φαγοπότια και μεθύσια”, το δεύτερο ζευγάρι έχει να κάνει με τη σεξουαλική ζωή του πιστού και είναι κατά το κείμενο “οι κοίτες και οι ασέλγειες”. Μ’ άλλα λόγια κάθε εκτός γάμου σεξουαλική συμπεριφορά αφ’ ενός και κάθε άλλη συμπεριφορά με σεξουαλικό υπονοούμενο (πονηρές σκέψεις, πονηρές ματιές, λόγια, βιβλία, τραγούδια, χειρονομίες, ύποπτοι χαριεντισμοί, χοροί που αποσκοπούν στην ερωτική αποπλάνηση κ.λπ.) εκδηλώσεις που συναντάει κανείς συνέχεια σήμερα έξω στις παρέες, στα σχολεία, στα καφενεία, στα πάρτι, παντού. Όλα αυτά δεν ταιριάζουν σ’ έναν Χριστιανό που ξεκινάει να πολεμήσει τον άρχοντα του σκότους. Το τρίτο ζευγάρι ακατάλληλα υποδήματα είναι “οι φιλονικίες και οι φθόνοι”. Κι αν πει κανείς ότι τα δύο πρώτα ζευγάρια υποδήματα εύκολα τα παραμερίζει, μη μου πείτε ότι όλοι κάποτε δεν φορέσαμε αυτό το τρίτο ζευγάρι! Φαντάζει ταιριαστό, γοητευτικό, της μόδας, είναι όμως εξίσου κι αυτό μαζί με τα άλλα έργο του σκότους.
4. Τι προμήθειες να κάνουμε.
Στον στρατό υπάρχει μια υπηρεσία που λέγεται “των ωνίων”. Κάθε πρωί από το στρατόπεδο ξεκινάει ένα “ρέο” με φαντάρους και πάει στην κεντρική αγορά να φέρει στους λόχους τις προμήθειες (τρόφιμα και ό,τι άλλο χρειάζεται για να λειτουργήσει το τάγμα).
Εδώ η Γραφή μάς λέει ότι ορισμένα πράγματα δεν πρέπει να πάμε να τα ψωνίσουμε από την αγορά του κόσμου, κι αυτά είναι οι επιθυμίες. Βασική διδασκαλία σε πολλούς άλλους συγγραφείς της Καινής Διαθήκης είναι η αμαρτωλή επιθυμία, που παρασύρει τον πιστό στον θάνατο. Το κείμενο εδώ λέει πιο παραστατικά “της σαρκός πρόνοιαν μη ποιείσθε εις επιθυμίας”. Μ’ άλλα λόγια, κατά λέξη, “μη φροντίζετε τη σάρκα σας, με σκοπό έτσι να εκπληρώνετε τις επιθυμίες της”.
Ίσως σκεφτεί κανείς ότι δύσκολα ένας Χριστιανός θα διανοηθεί να περάσει την υπόλοιπη ζωή του ικανοποιώντας την κάθε επιθυμία της σάρκας. Ίσως κάποιοι άλλοι διαμαρτυρηθούν ότι “τα παραλέει ο Παύλος εδώ. Το σώμα έχει κι αυτό τις απαιτήσεις του… ” Αν σκεφτούμε, όμως, ότι ο απόστολος εδώ περιγράφει την αυστηρή ζωή ενός πολεμιστή, που φοράει κάθε μέρα την πανοπλία του για να βγει στη μάχη, τότε μπορούμε να καταλάβουμε ότι το νόημα των λόγων αυτών είναι να μην αφιερώνουμε όλη μας τη φροντίδα και όλη μας την έγνοια στην καλοπέραση, στην άνεση, στην καλοζωία και παραμελούμε τον πνευματικό μας αγώνα. Θα έρθει κάποτε και η ψυχαγωγία και η διασκέδαση στα πλαίσια που προαναφέρονται αλλά δεν θα γίνουν αυτά ο σκοπός της ζωής του πολεμιστή. Ο Παύλος δύο φορές τονίζει στον νεαρό Τιμόθεο ότι «κανείς στρατευμένος δεν μπλέκεται στις υποθέσεις της καθημερινής ζωής, για να είναι συνεπής απέναντι σ’ εκείνον που τον στρατολόγησε» (Β΄ Τιμ 2,4. 3,4 – ΝΜΒ).
Είναι τέτοια η καθημερινή μας ζωή με τον Χριστό; Αν όχι, ας ζητήσουμε από τον Κύριο να μας ξυπνήσει από τον πνευματικό μας ύπνο, να μας ντύσει την πανοπλία του και να βάλει μπροστά μας πνευματικούς στόχους, που θα δώσουν περιεχόμενο και σκοπό στη ζωή μας.
Μόνον έτσι θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά και καρποφόρα τον Καινούριο Χρόνο ως Χριστιανοί.